ΔΙΚΤΥΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ • ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ 2009


Η ΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

 

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΑΠΕΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑΣ


 

Ι) Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΗΜΕΡΑ

Παρά τα συνθήματα της παραδοσιακής Αριστεράς ότι η Πρωτομαγιά δεν είναι αργία, αλλά απεργία και πάλη ταξική, η επέτειός της έχει χάσει κάθε αγωνιστικό χαρακτήρα και έχει πλέον εξωραϊστεί σε ημέρα ξεκούρασης. Και μάλιστα σε μια περίοδο που τα χρόνια προβλήματα που δημιουργεί η διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς (ανεργία, ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας, μερική εργασία, ανασφάλεια, εργοδοτική ασυδοσία, απώλεια εισοδήματος, εργατικά ατυχήματα) έχουν ενταθεί σημαντικά λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, τα αποτελέσματα της οποίας γίνονται πλέον ορατά και στη χώρα μας. Ακόμα και η συμμετοχή σε αμυντικούς αγώνες υπεράσπισης κεκτημένων δικαιωμάτων ή/και αγώνες διεκδικήσεων από την εργοδοσία και την κυβέρνηση εμφανίζεται νωθρή, αλλά και όταν ειδικές συνθήκες δημιουργήσουν κάποια μαζικότητα και δυναμισμό στο εργατικό κίνημα, οι προσπάθειες είτε καταλήγουν άκαρπες είτε τα όποια θετικά αποτελέσματα ανακαλούνται στη νομοθεσία και στην πράξη έπειτα από μικρό διάστημα ― πράγμα που πιστοποιεί το ότι οποιεσδήποτε παραχωρήσεις εντός του συστήματος είναι πλασματικές και στοχεύουν μόνο στη δημιουργία εντυπώσεων, την ικανοποίηση των ψηφοφόρων και την επιστροφή στην κανονικότητα.

Στην Ελλάδα οι ελαστικές σχέσεις εργασίας είναι «σχετικά πρόσφατο» φαινόμενο ενώ στις αναπτυγμένες χώρες της Ε.Ε όχι. Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι ότι έχουν θεσμοθετηθεί και επισήμως με νόμους, διατάγματα κ.λπ. είτε απευθείας σε εθνικό επίπεδο ―π.χ. χώρες όπως η Ολλανδία έχουν εφαρμόσεις ελαστικές σχέσεις εργασίας πολύ προτού τεθεί σε επίπεδο Ε.Ε. η σχετική συζήτηση και νομοθεσία― είτε σε επίπεδο Ε.Ε. (βλ. 65ωρο) και έχουν ενσωματωθεί στις αντίστοιχες εθνικές νομοθεσίες. Στην Ελλάδα μια σειρά από τέτοιες οδηγίες κ.λπ. έχουν ψηφιστεί και ήδη από το 1998 ρυθμίζεται με νόμους η λειτουργία των Ι.Γ.Σ.Ε. (Ιδιωτικά Γραφεία Συμβούλων Εργασίας), από το 2001 η λειτουργία των εταιριών προσωρινής απασχόλησης (ενοικίασης εργαζομένων) κ.λ.π. ενώ φυσικά από τους μεγαλύτερους εργοδότες απασχολούμενων σε ελαστικές σχέσεις εργασίας είναι το ίδιο το κράτος και οι δήμοι με τις εκατοντάδες χιλιάδες των συμβασιούχων, τα προγράμματα stage κ.λπ.

ΙΙ)  ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΑΞΕΙΣ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ 30 ΧΡΟΝΙΑ

Από την πλευρά τους, οι παραδοσιακές δυνάμεις της Αριστεράς δεν πτοούνται από αυτήν την καταβαράθρωση του άλλοτε ισχυρού εργατικού κινήματος, επιμένοντας να ζητούν είτε την ψήφο μας στις εκλογές, ρίχνοντας την ευθύνη για όλα τα δεινά στους νεοφιλελεύθερους πολιτικούς, ή υποσχόμενοι εργατικούς παραδείσους με αιτήματα που παραμένουν τα ίδια για χρόνια ενώ οι συνθήκες έχουν αλλάξει δραματικά. Και έχουν αλλάξει γιατί η νεοφιλελεύθερη φάση της οικονομίας της αγοράς που διαδέχτηκε τη σοσιαλδημοκρατική περίοδο πριν από περίπου 30 χρόνια δεν είναι απλά θέμα προσώπων ή πολιτικών όπως ισχυρίζεται η ρεφορμιστική Αριστερά. Είναι αποτέλεσμα της δυναμικής της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς που οδηγεί σε αυξανόμενη συγκέντρωση οικονομικής δύναμης, που επιβλήθηκε από την αυξανόμενη πίεση για άνοιγμα των αγορών από την ανάδυση και επέκταση των πολυεθνικών στο τέλος της σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης με αποτέλεσμα την περαιτέρω αγοραιοποίηση της εργασίας, το πετσόκομμα του κράτους-πρόνοιας και την απορρύθμιση κάθε κοινωνικού ελέγχου. Συνεπώς, κανένας επαγγελματίας πολιτικός ακόμα και αν έχει τις καλύτερες προθέσεις (και οι περισσότεροι επαγγελματίες πολιτικοί ως γνωστόν δεν έχουν τέτοιες «ευγενείς» προθέσεις !!!) δεν μπορεί να βελτιώσει τη θέση των εργαζομένων χωρίς να προσκρούσει στη βασική απαίτηση του συστήματος και της υπερεθνικής ελίτ σήμερα που είναι ο αυτοσκοπός της Ανάπτυξης και της άμεσα συνδεδεμένης κερδοφορίας.

Η μαρξιστική αντίληψη στην οποία βασίζεται η παραδοσιακή αριστερά (που παίρνει δεδομένη την «Ανάπτυξη» ως δύναμη «προόδου» στην κοινωνία), ορίζει την τάξη τόσο με όρους «αντικειμενικούς» (ιδιοκτησία μέσων παραγωγής) που αποτελούν τις αναγκαίες συνθηκες όσο και «υποκειμενικούς» (ταξική συνείδηση) που αποτελούν τις ικανές συνθήκες του ορισμού της ιδιότητας του μέλους μιας τάξης, εφόσον οι τάξεις γίνονται το συλλογικό υποκείμενο το οποίο μπορεί να γράψει ιστορία μόνο στο βαθμό που ως τέτοιες παλεύουν ενάντια σε άλλες τάξεις. Η μαρξιστική έννοια της τάξης δεν είναι μόνο μια μορφή διαστρωμάτωσης αλλά ταυτόχρονα μια μορφή κοινωνικής, εξουσιαστικής σχέσης. Έτσι η εργατική τάξη που σχηματίζονταν την εποχή της ανάδυσης της οικονομίας της αγοράς, 200 χρόνια πριν, αναπόφευκτο αποτέλεσμα του γεγονότος ότι η Βιομηχανική Επανάσταση που συνέβη σε μία εμπορική κοινωνία δεν συνοδεύτηκε από μια κοινωνική επανάσταση η οποία θα έφερνε τα μέσα παραγωγής υπό κοινωνικό έλεγχο, ήταν η τάξη που θα μπορούσε να αγωνιστεί για την ανθρώπινη χειραφέτηση με τους καλύτερους όρους.  

Ωστόσο οι οικονομικές τάξεις αφήνουν εκτός ορισμού διάφορες κατηγορίες «ταυτότητας» όπως η φυλή, το φύλο, η εθνική, η πολιτιστική, η σεξουαλική ταυτότητα καθώς και ιεραρχικές δομές που αναπτύσσονται λόγω αυτών των διαφορών όπως π.χ. οι δομές της πατριαρχικής οικογένειας οι οποίες ως εκ τούτου αποκτούν διαταξική υπόσταση. Αυτό αναδείχθηκε όσο ποτέ άλλοτε με την άνοδο των ριζοσπαστικών «νέων κοινωνικών κινημάτων», όμως ιδιαίτερα μετά την πτώση του κρατικιστικού σοσιαλισμού, ο μεταμοντερνισμός και η «πολιτική της ταυτότητας», συνέβαλαν στην άκριτη ισοπέδωση των αντισυστημικών κινημάτων και σε μια συνολική απόρριψη των ταξικών διαιρέσεων από μεγάλο μέρος της κοινωνίας, το αρνητικό αποτέλεσμα της οποίας βλέπουμε σήμερα, με τη σημαντική υποχώρηση της Κοινωνικής Πάλης.

Από την άλλη πλευρά, το περιεχόμενο και τα χαρακτηριστικά της εργασίας στη σημερινή μετα-βιομηχανική εποχή της πληροφορικής και των υπηρεσιών ―που έχουν μειώσει αλλά και αλλάξει ριζικά την σύσταση της εργατικής τάξης― δεν επιτρέπουν να ελπίζουμε σε κάποιο «προλεταριάτο» που θα μας οδηγήσει σε μια καλύτερη κοινωνία. Η προσπάθεια που γίνεται σήμερα από την παραδοσιακή Αριστερά να επαναοριστεί η εργατική τάξη με ταυτολογικούς όρους, έτσι ώστε σχεδόν οι πάντες να ταξινομούνται στην κατηγορία του εργάτη (εργάτες, πρώην εργάτες, εργάτες ανίκανοι προς εργασία, μελλοντικοί εργάτες, εργάτες στον τομέα υπηρεσιών, καλλιτέχνες κ.λ.π.), προσπαθώντας να καλουπώσουν την πραγματικότητα στην Προκρουστεια (ταξική) κλίνη τους δεν αντανακλά την πραγματικότητα. Είναι, επομένως, φανερό ότι το τμήμα αυτό της Αριστεράς βρίσκεται σε πλήρες αδιέξοδο να ερμηνεύσει τις σύγχρονες ταξικές διαιρέσεις, ανίκανο να αναγνωρίσει το βασικό γεγονός ότι το προλεταριάτο δεν βρίσκεται πλέον σε θέση να παίξει από μόνο του τον ρόλο του απελευθερωτικού υποκειμένου. Έτσι σήμερα δεν μπορούμε πλέον να εξακολουθούμε να υποστηρίζουμε ότι το προλεταριάτο είναι ο θεματοφύλακας του επαναστατικού προτάγματος.

Η ταξική πάλη σήμερα (την οποία μπορούμε να αποκαλέσουμε καλύτερα «Κοινωνική Πάλη» ώστε να ληφθούν υπόψη οι συγκρούσεις που προέρχονται από όλες τις μορφές ανισοκατανομής της δύναμης) δεν αναφέρεται πια απλώς στην ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, αλλά γενικότερα στη δυνατότητα του κάθε πολίτη για αυτοκαθορισμό, τόσο στο οικονομικό, όσο και στο πολιτικό αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό πεδίο – θέμα το οποίο, άμεσα ή έμμεσα, εγείρει το ζήτημα της πραγματικής δημοκρατίας σε όλο το εύρος της οικονομίας, της πολιτείας και της κοινωνίας.

Το βασικό σημείο της προσέγγισης της Περιεκτικής Δημοκρατίας είναι ότι οι σημερινές ταξικές διαιρέσεις ανάμεσα στις κυρίαρχες και τις εξουσιαζόμενες κοινωνικές ομάδες στην πολιτική σφαίρα (επαγγελματίες πολιτικοί έναντι των υπόλοιπων πολιτών), την οικονομική σφαίρα (καπιταλίστες, διευθυντές και μάνατζερ επιχειρήσεων έναντι εργατών και υπάλληλων) και την ευρύτερη κοινωνική σφαίρα (άνδρες έναντι γυναικών, λευκοί έναντι έγχρωμων, εθνοτικές και πλειονότητες ταυτότητας έναντι μειονοτήτων κ.ο.κ.) βασίζονται σε αλληλοσυνδεόμενες δομές οι οποίες θεσμοποιούν την ανισοκατανομή δύναμης σε όλες τις μορφές της και τις συνακόλουθες κουλτούρες και ιδεολογίες (αυτό που χαρακτηρίζουμε ως το «κυρίαρχο κοινωνικό παράδειγμα»).

Το δεύτερο σημείο το οποίο προκύπτει από την ανάλυση αυτή είναι ότι το ενωτικό στοιχείο, το οποίο μπορεί να ενώσει τα μέλη των υποτελών κοινωνικών ομάδων γύρω από ένα απελευθερωτικό πρόταγμα όπως το πρόταγμα της ΠΔ, είναι ο αποκλεισμός τους από διάφορες μορφές δύναμης/εξουσίας —ένας αποκλεισμός που θεμελιώνεται στη συγκέντρωση εξουσίας που χαρακτηρίζει τους σημερινούς θεσμούς και τις συνακόλουθες αξίες.

Έτσι, εργαζόμενοι και μη είμαστε όλοι (εκτός βέβαια από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ) σε διάφορες εκφράσεις των σχέσεων εξουσίας σήμερα, θύματα μιας πολύπλευρης κρίσης που οφείλεται σε ένα κοινωνικό σύστημα που έχει πλέον επικρατήσει παγκοσμίως: της οικονομίας της αγοράς και του συμπληρώματος του, της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» καθώς και των συνακόλουθων με αυτό ιεραρχικών δομών και αξιών. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο μόνο ουτοπικά φαντάζουν τα αιτήματα περί αξιοπρεπούς αύξησης του ελάχιστου μισθού ή εξασφάλισης της πλήρους εργασίας για όλους, αιτήματα που δεν επιτυγχάνονταν ούτε στις περιόδους της σοσιαλδημοκρατιάς, με τα μαζικά κινήματα και τις πολύ καλύτερες αντικειμενικές συνθήκες.

Πρόσφατα διατυπωμένες προτάσεις για μια εναλλακτική οικονομία όπως η πρόταση της Απο-ανάπτυξης (Serge Latouche) ή τα Συμμετοχικά Οικονομικά (Parecon) που υποστηρίζονται από τη ρεφορμιστική Αριστερά αλλά δυστυχώς και αντιεξουσιαστικούς κύκλους της χώρας μας μόνο παραπλανητικά μπορούν να χαρακτηριστούν καθώς δεν λύνουν θεμελιώδη ζητήματα που οδηγούν στη σημερινή συγκέντρωση δύναμης σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας η οποία είναι υπεύθυνη για τη χρόνια πολυδιάστατη κρίση που πλέον σήμερα γίνεται δυσβάσταχτη. (βλ. Τάκης Φωτόπουλος «Ο καπιταλισμός του Τσόμσκι, ο μετακαπιταλισμός του Άλμπερτ και η Περιεκτική Δημοκρατία»).

Δεν είναι λοιπόν περίεργο που διεθνές θεωρητικό αναρχικό περιοδικό χαρακτήρισε το Parecon «Συμμετοχική Γραφειοκρατία» που φαίνεται όμως κάποιοι στην Ελλάδα θεωρούν αντιεξουσιαστικό και οργανώνουν μάλιστα και αντιεξουσιαστικό φεστιβάλ (με την αναρχική έννοια του όρου) με γνωστούς «αντι-αυταρχικούς» (με τη φιλελεύθερη έννοια του όρου) όπως οι Τσόμσκι, Άλμπερτ, Ζινν κ.α. που ελάχιστοι στο διεθνές αναρχικό κίνημα τους αναγνωρίζουν ως αναρχικούς ενώ βέβαια τους προβάλλουν παντοιοτρόπως τα διεθνή ΜΜΕ της ρεφορμιστικής Αριστεράς!

ΙΙΙ) ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Οι παραπάνω σκέψεις μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι για να διασφαλισθούν το λιγότερο οι βασικές ανάγκες των εργαζομένων σήμερα αλλά και για να μετατραπούν οι χώροι εργασίας σε πραγματικά δημοκρατικούς χώρους αυτοδιαχείρισης, πρέπει να στραφούμε σε έναν αγώνα με σκοπό μια ριζικά διαφορετική κοινωνική και οικονομική οργάνωση, που θα λειτουργεί ΕΞΩ από την καπιταλιστική οικονομία της αγοράς και την φιλελεύθερη αντιπροσωπευτική «δημοκρατία». Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο σε πρώτο στάδιο, ο αγώνας για έξοδο από την ΕΕ, την ΟΝΕ και τους συναφείς οικονομικούς θεσμούς, με στόχο την επίτευξη της απαραίτητης τοπικής αυτοδυναμίας και το σταδιακό χτίσιμο μιας συνομοσπονδίας αυτόνομων δήμων.

Απώτερος στόχος στο οικονομικό επίπεδο είναι η δημιουργία δημοτικών επιχειρήσεων σε ένα δημοτικοποιημένο τομέα παραγωγής και κατανάλωσης που θα τον ελέγχουν οι ίδιοι οι δημότες και τελικά η δημιουργία αυτοδιαχειριζόμενων δήμων ―που συνομοσπονδιοποιούνται σε εθνικό, ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο―, οι πολίτες των οποίων με τις αποφάσεις που λαμβάνουν στις δημοτικές συνελεύσεις τους θα είναι εκείνοι που θα αποφασίζουν τι, πώς και για ποιόν θα παραχθεί και όχι οι «δυνάμεις» της αγοράς όπως γίνεται τώρα.

ΙV) ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΑΜΕΣΑ

Από τη σκοπιά της ΠΔ η κατάληψη της τοπικής δημοτικής εξουσίας από μια δημοτική συνέλευση ΠΔ αποτελεί στρατηγικό στόχο για την επέκταση των δημοκρατικών αντισυστημικών θεσμών. Πριν φτάσουμε σε αυτό το στάδιο προτείνεται σήμερα όλες οι δυνάμεις της αντισυστημικής Αριστεράς να συστρατευθούν σε ένα ελάχιστο κοινό πρόγραμμα που θέτει:

1. ως πρωταρχικό στόχο την έξοδο της χώρας από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ για την απεξάρτησή της από την υπερεθνική ελίτ και την διεθνοποιημένη καπιταλιστική οικονομία της αγοράς, η οποία κάνει σχεδόν ανέφικτη την μετάβαση σε μια νέα κοινωνική, οικονομική και πολιτική οργάνωση

2. τη ριζική διοικητική αποκέντρωση με βάση νέους πολιτικούς και οικονομικούς θεσμούς που θεσμοθετούν την οικονομική δημοκρατία, η οποία βασίζεται στην συλλογική ιδιοκτησία και έλεγχο των μέσων παραγωγής και διανομής από τους ίδιους τους πολίτες, την πολιτική δημοκρατία, η οποία βασίζεται στις συνελεύσεις γειτονιάς και τις κοινοτικές συνελεύσεις στη λήψη των πολιτικών αποφάσεων, την κοινωνική αυτοδιαχείριση που εξασφαλίζουν οι θεσμοί της αυτοθέσμισης στους τόπους δουλειάς, εκπαίδευσης κ.λπ. και τέλος την οικολογική δημοκρατία

3. τον αγώνα για την απο-ιδιωτικοποίηση και αντίστοιχη κοινωνικοποίηση των υπηρεσιών που καλύπτουν βασικές ανάγκες (Υγεία, Παιδεία, Ασφάλιση, Επικοινωνίες, ΕΡΤ κ.λπ.)

4. τον αγώνα για πλήρη απασχόληση με βάση την δημιουργία θεσμών οικονομικής δημοκρατίας στο τοπικό επίπεδο που συνομοσπονδιοποιούνται στο περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.

5. τον απόλυτο χωρισμό Εκκλησίας από το κράτος σαν ένα πρώτο βήμα στην δημιουργία μιας ορθολογικής κοινωνίας, χωρίς αυτό ν’ αποκλείει την ατομική πίστη σε ανορθολογικές δοξασίες όπως αυτές των διαφόρων θρησκειών, προϋποτιθέμενου όμως ότι οι πολίτες που εμφορούνται από παρόμοιες δοξασίες θα υπόκεινται στις αποφάσεις των συνελεύσεων οι οποίες —και μόνον― εκφράζουν την βούληση της ορθολογικής δημοκρατικής κοινωνίας.

6. τη δημιουργία εναλλακτικών αντισυστημικών Μ.Μ.Ε. που θα εκφράζουν το ελάχιστο κοινό πρόγραμμα της αντισυστημικής συμμαχίας, ώστε να σπάσει το σημερινό μονοπώλιο που ασκεί η ρεφορμιστική Αριστερά στα «προοδευτικά» Μ.Μ.Ε., εκδοτικούς οίκους, ηλεκτρονικά μέσα κ.λπ. με βάση τα οποία καθιερώνει την ιδεολογική ηγεμονία της.

και από κει και πέρα * τον εκδημοκρατισμό και απογραφειοκρατικοποίηση των πρωτοβάθμιων σωματείων, * την απαξίωση του εργοδοτικού συνδικαλισμού, * την κλιμάκωση των αγώνων με διεκδικήσεις για την πλήρη και χωρίς καμιά εξαίρεση εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας ως ελάχιστο σημείο άμυνας και εκκίνησης για τον περαιτέρω αγώνα αυτοδιαχείρισης των εργαζόμενων, * τον αγώνα για άμεσο κλείσιμο όλων των επιχειρήσεων που παραβιάζουν την εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία, * τη διεκδίκηση ανθρώπινων συλλογικών συμβάσεων για κάθε ειδικότητα, * την αυτοργάνωση στους τόπους εργασίας για την πρόληψη για την αποφυγή των εργατικών ατυχημάτων, * την αυτοοργάνωση με σκοπό τη δημιουργία οικονομικών θεσμών εκτός του συστήματος της οικονομίας της αγοράς με στόχο την ανακούφιση μέρους των αναγκών της τοπικής κοινωνίας και την προεικόνιση λειτουργίας της οικονομικής δημοκρατίας σε τοπικό επίπεδο.

Έτσι είναι δυνατό να αποκτήσουν οι πολίτες πραγματικό έλεγχο πάνω στην οικονομική δραστηριότητα και να πάψουν να είναι έρμαια για το τι, πώς και για ποιόν θα παραχθεί από τις αόρατες δυνάμεις της αγοράς και τις πολύ φανερές ελίτ που έμμεσα τις ελέγχουν!

Να σταματήσουν οι ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων υπηρεσιών και στην θέση τους να δημιουργηθούν δημοτικές μονάδες πρόνοιας, υγείας, παιδείας κ.λπ. ―που επίσης θα ελέγχονται από τις ανοιχτές δημοτικές συνελεύσεις και τους εργαζόμενους στις συνελεύσεις των χώρων εργασίας― προκειμένου να σταματήσει ο καθορισμός των βασικών ανθρώπινων αναγκών από την αγορά

Ο επίσημος συνδικαλισμός ούτε θέλει, ούτε μπορεί να ανακόψει την επέλαση των δυνάμεων της αγοράς που στοχεύουν στην εξάλειψη των εργασιακών δικαιωμάτων και την επιστροφή μας σε ένα πρωτόγονο καθεστώς εργασιακού μεσαίωνα. Αυτό οφείλεται τόσο στις νέες αντικειμενικές συνθήκες που προέκυψαν στη νεοφιλελεύθερη φάση της νεωτερικότητας, όσο και σε υποκειμενικούς παράγοντες που έχουν να κάνουν με την ρεφορμιστική νοοτροπία της «αριστοκρατίας» των συνδικαλιστικών ηγεσιών.

Σε αυτές τις καταιγιστικές εξελίξεις οι μεγάλες συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες αντέδρασαν με παθητικότητα και «συνετίστηκαν», σύμφωνα με τα αμυντικά, γραφειοκρατικά πρότυπα που ανέπτυξαν κατά την ―πολύ μικρή (και στρεβλή) στην Ελλάδα― περίοδο της «σοσιαλδημοκρατίας», τότε που λειτουργούσαν ως συνδιαχειριστές της κοινωνικο-οικονομικής και πολιτικής εξουσίας και μεριμνούσαν για τη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης μέσα από τη συμμετοχή τους στο βολικό τρίπτυχο Συνδικαλισμός―Κράτος―Εργοδοσία. Για να μην χάσουν τη θέση τους στο σύστημα, οι «εργατοπατέρες» και οι γραφειοκράτες των μεγάλων συνδικάτων πρόσφεραν εγγυήσεις νομιμοφροσύνης απέναντι στις επιταγές της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς, των ελίτ, κάνοντας τα στραβά μάτια απέναντι στην εντεινόμενη καταστολή και υποβάθμιση των μαζικών εργατικών αγώνων, με αντάλλαγμα την κατοχύρωση των προνομίων τους μέσα στον χώρο της οργανωμένης εργασίας (αλήθεια που είναι σήμερα η πορεία της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ;). Το επίσημο συνδικαλιστικό κίνημα στις μέρες μας έχει εκφυλιστεί και είναι οργανικά συνδεδεμένο με τις κομματικές ελίτ που μας κυβερνούν, συμβάλλοντας έτσι αποφασιστικά στη συγκέντρωση πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής δύναμης και την εμπέδωση των αξιών της ιεραρχίας, του ατομικισμού, της συντεχνιακής αντίληψης και της «αρπαχτής» σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.

 

ΑΝΤΙΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΑΛΗ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

 

 


Ελληνικό Δίκτυο Περιεκτικής Δημοκρατίας: www.inclusivedemocracy.org/pd • Διεθνές δίκτυο Περιεκτικής Δημοκρατίας: www.inclusivedemocracy.org • Επικοινωνία: [email protected]


~