Ελευθεροτυπία (5 Δεκέμβρη 2009)
Πώς φθάσαμε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας
ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Το γεγονός ότι οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ έχουν οδηγήσει την οικονομία, με τις πράξεις και παραλείψεις τους σε ολόκληρη την μεταπολεμική περίοδο, στα πρόθυρα της χρεοκοπίας είναι αναμφισβήτητο, όπως θα προσπαθήσω να δείξω εν συντομία. Από την άλλη, το ότι επίσημα το δημόσιο δεν έχει δηλώσει ακόμη πτώχευση οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι, σαν μέλος της ΟΝΕ, αυτό θα ήταν αδιανόητο, όχι μόνο για το «γόητρο» της ΕΕ, αλλά και γιατί δυνητικά θα έβαζε σε κίνδυνο την σταθερότητα του ίδιου του Ευρώ. Ιδιαίτερα, όταν και άλλες χώρες της περιφερειας/ημιπεριφερειας της ΕΕ αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα ―κυρίως οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Το τίμημα όμως που θα πληρώσουν ιδιαίτερα τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα (οι εργάτες, οι μισθωτοί, οι υπό-απασχολούμενοι και οι συνταξιούχοι) τα προσεχή χρόνια θα είναι πολύ ακριβό. Και είναι ακριβώς, επειδή το σοσιαλφιλελεύθερο ΠΑΣΟΚ ανέλαβε δεσμεύσεις στους επιτρόπους που μας κυβερνούν από τις Βρυξέλλες για τα επαχθέστατα μέτρα τα οποία θα ακολουθήσουν, που του δόθηκε πιστοποιητικό «του πολλά υποσχόμενου καλού μαθητή» (όπως απαιτούσαν οι αγορές για να σταματήσει η καταστροφική κερδοσκοπία σε βάρος των κρατικών ομολόγων και η πιθανή παραπομπή στο ΔΝΤ) και όχι βέβαια επειδή τους τρόμαξαν οι ψευτο-λεονταρισμοί του πρωθυπουργού που θύμιζαν πρόβατο... που βρυχάται .
Ας δούμε όμως συνοπτικά γιατί η σημερινή, ουσιαστική, χρεοκοπία είναι σαφώς συστημικό πρόβλημα που δεν αναφέρεται μόνο στην σημερινή παγκόσμια κρίση, ούτε είναι απλώς «πολιτικό» θέμα που το δημιούργησε η Νέα Δημοκρατία, όπως το περιέγραψε ο σοβαροφανής Υπ. Οικονομικών, «ξεχνώντας» τον ρόλο του κόμματος του στη δημιουργία της σωρευτικής διαδικασίας που μας οδήγησε στη σημερινή κατάσταση! Στη πραγματικότητα, δηλαδή, τόσο το εξωτερικό όσο και το δημόσιο χρέος άρχισαν να εκρήγνυνται αμέσως με την ένταξη μας στην ΕΟΚ τη δεκαετία του 1980 που συνέπεσε με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία[1]. Το μεν εξωτερικό χρέος, διότι οι οικονομικές και πολιτικές ελίτ στη χωρα μας, αφήνοντας ουσιαστικά την όλη αναπτυξιακή διαδικασία στις δυνάμεις της αγοράς, δημιούργησαν το παράδοξο μιας «καταναλωτικής κοινωνίας χωρίς παραγωγική βάση», με αποτέλεσμα να καταναλώνουμε πολύ περισσότερα από ό,τι παράγουμε και αντίστοιχα να εισάγουμε πολλαπλάσια από ό,τι εξάγουμε. Το δε δημόσιο χρέος, διότι το ΠΑΣΟΚ, υπό τον ιδρυτή του τη δεκαετία του 1980, θέλησε να συνδυάσει την καταναλωτική αυτή κοινωνία με ένα υποτυπώδες κοινωνικό κράτος, αλλά με «ξένα κόλλυβα». Δηλαδή, όχι φορολογώντας άγρια τα σκανδαλωδώς φοροδιαφεύγοντα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα (στα οποία ανήκαν και πολλοί υποστηρικτές του), μέσα από μια ανακατανομή εισοδήματος (την οποία σαν «σοσιαλιστικό» κόμμα ευαγγελιζόταν), αλλά με την εύκολη λύση του συσσωρευόμενου δανεισμού. Και βέβαια την εξυπηρέτηση των δανείων, σε όρους συνεχώς διογκούμενων τοκοχρεωλύσιων, τελικά, πλήρωναν πάλι κυρίως τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα που δεν διέθεταν την πολυτέλεια της φοροδιαφυγής!
Έτσι, το δημόσιο χρέος μέσα σε 10 χρόνια τριπλασιάστηκε, από περίπου 8% του ΑΕΠ το 1979 σε 33% το 1989 και αντίστοιχα το συνολικό εξωτερικό χρέος (δημόσιο και ιδιωτικό) από 13% σε 38%. Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι δημόσιες δαπάνες αυξήθηκαν από ένα μέσον όρο 28,6% του ΑΕΠ στη δεκαετία του 1970, σε 44,3% στη δεκαετία του 1980, και ότι πάνω από το ένα τρίτο αυτής της αύξησης των δαπανών οφειλόταν στην τεράστια αύξηση των πληρωμών για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, αφού μόνο οι πληρωμές για τόκους τριπλασιάστηκαν σαν ποσοστό του ΑΕΠ[2]. Σήμερα, σύμφωνα με την Deutsche Bank, το δημόσιο χρέος είναι περίπου 135% του ΑΕΠ και το εξωτερικό χρέος 150%![3] Ετσι, ακόμη και με τους υπολογισμούς του νέου Προϋπολογισμού (που συνήθως υπερτιμά τα έσοδα) το ένα τέταρτο των συνολικών εσόδων θα διατεθεί για την πληρωμή τόκων. Δηλαδή, πάνω από το 5% του ΑΕΠ (που είναι σχεδόν διπλάσιο του ποσοστού της δεκαετίας του ’80) θα διατεθεί για τόκους ώστε να μπορούμε να συνεχίσουμε τον παραπέρα δανεισμό μας!
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα δάνεια αυτά ωφέλησαν την παραγωγή, αφού χρησιμοποιήθηκαν καθαρά για καταναλωτικούς σκοπούς, όπως φανερώνει το γεγονός ότι την ίδια περίοδο ολοκληρώθηκε και η ουσιαστική αποδιάρθρωση του μεταποιητικού και αγροτικού τόμεα, την οποία υποδηλώνει και το διογκούμενο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, σαν συνέπεια της ένταξης μας στην ΕΟΚ και αργότερα στην ΟΝΕ, που έκανε ακόμη λιγότερο ανταγωνιστικά τα ελληνικά προϊόντα, αφού υπολογίζεται ότι από την αρχή της δεκαετίας μέχρι σήμερα έχει ακριβύνει το νόμισμα μας κατά 20%[4]. Ούτε βέβαια από τα δάνεια αυτά ωφελήθηκαν οι πολίτες και ιδιαίτερα τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα, που όμως ουσιαστικά σηκώνουν το βάρος αυτών των χρεών, δεδομένου ότι οι έμμεσοι φόροι κτυπούν κατ εξοχήν τα στρώματα αυτά, ενώ συγχρόνως είναι και οι μόνοι που πληρώνουν κανονικά τους φόρους τους. Έτσι, το ποσοστό του ΑΕΠ που καλυπτόταν από τις δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση και την υγεία, ακόμη και το 1988, μετά από χρόνια «σοσιαλιστικής» διακυβέρνησης, ήταν μόλις το 50% του αντίστοιχου των ευρωπαϊκών χωρών του ΟΟΣΑ[5], ενώ σήμερα το ποσοστό αυτό είναι ακόμη το 66% αυτού στην ΕΕ ―αφού στο μεταξύ τετραπλασιάσαμε το δημόσιο χρέος![6] Και, φυσικά, η κατανομή εισοδήματος χειροτέρευσε ακόμη και με τα επίσημα στοιχεια, με αποτέλεσμα το 20% των φτωχότερων να εισπράττει σήμερα λιγότερο από το 7% του εισοδήματος, ενώ το 20% των πλουσιότερων να εισπράττει σχεδόν το 42% και η ανισοκατανομή στην Ελλάδα να είναι σημαντικά μεγαλύτερη ακόμη και από τον μέσο όρο της ΕΕ.[7]
Τέλος, οι δεσμεύσεις που ανέλαβε η κυβέρνηση στις Βρυξέλλες, με την απειλή αν δεν τις εφαρμόσει να σταματήσουν τα φτηνά δάνεια στις Ελληνικές Τράπεζες που δάνειζαν με τη σειρά τους το δημόσιο (με το αζημίωτο βέβαια!) και ν’ ακολουθήσουν χειρότερα μέτρα, ακόμη και βαριά πρόστιμα, σημαίνουν: ακόμη μεγαλύτερη συμπίεση των μισθών, ημερομισθίων και συνταξιοδοτικών δαπανών (ασφαλιστικό), ελαστικότερες σχέσεις εργασίας (δηλαδή μερική και περιστασιακή απασχόληση), μεγαλύτερη ανεργία (πάγωμα προσλήψεων, παραπέρα ιδιωτικοποιήσεις κ.λπ.), συμπίεση κοινωνικών δαπανών για κοινωνική προστασία και περίθαλψη («νοικοκύρεμα», δηλαδή χειρότερες υπηρεσίες για όσους δεν μπορούν να πληρώνουν ιδιωτικά σχολεία και κλινικές). Με άλλα λόγια, ακόμη χειρότερη κατανομή του εισοδήματος, την οποία βέβαια δεν πρόκειται να βελτιώσουν τα επικοινωνιακά τρικ της νέας κυβέρνησης που κάνει αναδιανομή με εφάπαξ επιδόματα «της παρηγοριάς», ενώ συγχρόνως αυξάνει το χαράτσωμα των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων με τους έμμεσους φόρους! Και όλα αυτά, μέσα σε ένα μπαράζ «επικοινωνιακού σοσιαλισμού» στον οποίο ειδικεύεται το νέο ΠΑΣΟΚ (με βάση τις οδηγίες των Αμερικάνων ή Αμερικανοσπουδαγμένων συμβούλων του) και, φυσικά, καταστολής, όπου δεν αρκεί ο επικοινωνιακός λόγος και απαιτείται ράβδος...
[1] Βλ T. Fotopoulos, “Economic restructuring and the debt problem,” International Review off Applied Economics, Vol. 6, No. 1 (1992).
http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/english/brvarious/restruct_irae_92.htm
[2] Στο ίδιο, Πιν. 1
[3] Wolfgang Münchau, “Greece can expect no gifts from Brussels,” The Financial Times (30/11/2009).
[4] The Financial Times (25/11/2009).
[5] OECD, Economic Surveys: Greece (1990)
[6] World Bank, World Development Indicators 2008, Πιν. 2.10 & 2.15
[7] Στο ίδιο, Πιν. 2.8.