Ελευθεροτυπία (19 Δεκέμβρη 2009)


Από τον σοσιαλφιλελευθερισμό στον σοσιαλφασισμό

 

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

 

Η μαζική καταστολή των διαδηλώσεων κατά των ελίτ ―σε εφαρμογή της φασιστικής εμνεύσεως πολιτικής της «μηδενικής ανοχής»― προ μηνών στη Συνδιασκεψη Κορυφής στο Λονδίνο, προ ημερών στην Αθήνα, και σήμερα στη Κοπεγχάγη, κάθε άλλο παρά συμπτωματική είναι. Στη πραγματικότητα, υποδηλώνει την μετάβαση απο τον σοσιαλφιλελευθερισμό στον σοσιαλφασισμό, δηλαδή το μίγμα ψευτο-σοσιαλδημοκρατίας και ημι-ολοκληρωτικής «δημοκρατίας»[1] που είναι η αναπόφευκτη κατάληξη του σοσιαλφιλελευθερισμού. Αναπόφευκτη, διότι είναι φανερό ότι μετά την ριζική συρρίκνωση της νομιμοποίησης του σοσιαλφιλελευθερισμού στην Ευρώπη (στην Ελλάδα, είμαστε ακόμη μερικά χρόνια πίσω!), μόνο με τη μαζική προληπτική και κατασταλτική συστημική βία (παρακολούθηση και καταστολή) θα μπορούσε, τελικά, να θεμελιωθεί η καταπάτηση των λαϊκών κατακτήσεων επί σοσιαλδημοκρατίας από τα δήθεν σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που κυβερνούν σήμερα. Η ανάγκη, επομένως, «θωράκισης», του σοσιαλφιλελευθερισμού απέναντι στην διογκούμενη λαϊκή αντιβία, δηλαδή την άμυνα των ασθενέστερων κοινωνικών στρωμάτων στη μαζική συστημική βια, οδήγησε στον σοσιαλφασισμό.

Με άλλα λόγια, οι ιδιωτικοποιήσεις, το ξεχαρβάλωμα του κράτους-πρόνοια, η αποδιάρθρωση θεμελιακών κοινωνικών υπηρεσιών (υγεία, εκπαίδευση, κοινωνική ασφάλιση) με απώτερο στόχο την άμεση ή έμμεση ιδιωτικοποίηση τους, η ανεργία, η υποαπασχόληση και οι «ελαστικές» σχέσεις εργασίας, σαν συνέπειες των παραπάνω, και φυσικά η πελώρια συγκέντρωση οικονομικής δύναμης στα χέρια των ελίτ και των προνομιούχων κοινωνικών στρωμάτων που έχει οδηγήσει στη τερατώδη ανισοκατανομή εισοδήματος και πλούτου της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης ―όλα αυτά, θα ήταν αδύνατο να επιβληθούν αν ο σοσιαλφιλελευθερισμός δεν είχε αρχικά αποκτήσει κάποια νομιμοποίηση μέσω της εξαπάτησης των λαϊκών στρωμάτων. Όμως, η νομιμοποίηση αυτή εξανεμίστηκε με τη παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση που δημιούργησαν μεν οι καπιταλιστικές ελίτ και τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα αλλά καλούνται να την πληρώσουν όλοι οι άλλοι, με τα μέτρα που εισάγουν οι ελίτ σήμερα με πρωτοστατούντες τους σοσιαλφιλελεύθερους. Και, φυσικά, την νομιμόποίηση αυτή δεν την σώζουν οι θεατρικές πράξεις του Βρετανικού Εργατικου κόμματος ή του ΠΑΣΟΚ περί δήθεν φορολόγησης των μπόνους των τραπεζιτών, σαν να μην υπάρχουν μύριοι άλλοι έμμεσοι τρόποι αμοιβής των «υπηρεσιών» τους από τις Τράπεζες!

Το Εργατικό κόμμα, αφού πέρασε στον σοσιαλφιλελευθερισμό από την προηγούμενη ήδη δεκαετία, στη συνέχεια, δημιούργησε την υποδομή του σοσιαλφασισμού. Έτσι, με το πρόσχημα του πολέμου κατά της «τρομοκρατίας» δημιούργησαν  ένα αστυνομοκρατικό καθεστώς μαζικής παρακολούθησης (κάμερες, παρακολούθηση ίντερνετ κ.λπ.) και καταστολής κάθε μορφής λαϊκής αντιβίας, το οποίο παρέχει τον βαθμό «προστασίας του πολίτη» που απαιτούν οι ανάγκες του συστήματος. Με την υποδομή αυτή, όχι μόνο ανενόχλητα πρωταγωνίστησαν στο αιματοκύλισμα των λαών, του Ιράκ, του Αφγανιστάν κ.λπ., αλλά και μετέτρεψαν το Λονδίνο σε ένα απέραντο αστυνομοκρατούμενο γκέτο στη Σύνοδο Κορυφής των 20, όπου ουσιαστικά απαγορευόταν η ελευθερία συγκέντρωσης, ενώ οι αστυνομικές κτηνωδίες έφθασαν σε σημείο δολοφονίας πολίτη και τραυματισμού εκατοντάδων άλλων, πέρα από τις μαζικές συλλήψεις/προσαγωγές με στόχο το ηλεκτρονικό φακέλωμα των διαδηλωτών. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι ακόμη και τέως αρχηγός  της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας υποστηρίζει σήμερα ότι η Βρετανία «ολισθαίνει προς ένα αστυνομικό κράτος»![2]

Ακόμη, ο σοσιαλφασισμός, όπως και ο γνήσιος φασισμός, απαιτεί την  παράλληλη ανάπτυξη ενός τελειοποιημένου συστήματος προπαγάνδας που θα εξασφαλίζει ένα σημαντικό βαθμό λαϊκής υποστήριξης. Ενός συστήματος, δηλαδή, που θα καλλιεργεί τον φόβο στον πολίτη για τον διπλανό του, είτε είναι μετανάστης είτε είναι «κουκουλοφόρος» (για την αυτοπροστασία του από τη συστημική καταστολή) σε μια διαδήλωση. Ο ανορθολογικός φόβος και η ανασφάλεια ―που καλλιεργεί άλλωστε και όλη η υπο-κουλτούρα τoυ Χόλιγουντ― ήδη αποδίδει καρπούς και στη χώρα μας όπου, σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση, το 60% σχεδόν του λαού δηλώνει ότι «αισθάνεται ότι κινδυνεύει», γενικώς και αορίστως[3]. Τα σημερινά μάλιστα σοσιαλφασιστικά καθεστώτα έχουν ένα πανίσχυρο μέσο στα χέρια τους που ούτε ονειρευόντουσαν τα φασιστικά: την τηλεόραση. Η τηλεόραση δεν παίζει απλώς τον ρόλο «κατασκευής συναινέσεων» με τις δήθεν πολιτικές «αναλύσεις» και «συζητήσεις» που στήνονται μεθοδικά με στόχο να εκφραστούν οι συστημικές, κατά κάνονα, απόψεις. Ακόμη πιο αποτελεσματικός είναι ο ρόλος της στη διαμόρφωση μιας εικονικής πραγματικότητας που δεν έχει συνήθως σχέση με τη  αληθινή, οπως έγινε π.χ. φανερό με τον τρόπο παρουσίασης των διαδηλώσεων στη  επέτειο της αστυνομικής δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου.

Αντίστοιχα, το σοσιαλφιλελεύθερο ΠΑΣΟΚ, που είχε την στήριξη των ελίτ στις εκλογές (αντί για την ΝΔ), ακριβώς για να επιβάλλει πιο εύκολα ―σαν δήθεν «σοσιαλιστικό» κόμμα― τα πιο άγρια σοσιαλφιλελεύθερα μέτρα που είδαμε ποτέ μέχρι τώρα, με αφορμή την πίεση των αγορών, έπρεπε να τα συνοδεύσει με τα αντίστοιχα σοσιαλφασιστικά μέτρα, ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η αναμενόμενη διόγκωση της λαικής αντιβίας, όταν θα γίνει φανερή σε όλους η προεκλογική εξαπάτηση. Τα πρώτα δείγματα γραφής ήδη δόθηκαν με τον στραγγαλισμό απεργιών (λιμενεργάτες, οδοκαθαριστες κ.λπ.) και τη μαζική καταστολή των διαδηλώσεων την περασμένη εβδομάδα, με τις μαζικές προληπτικές συλλήψεις/προσαγωγές και τη βίαιη κατάπνιξη των διαδηλώσεων,  σε εφαρμογή της «μηδενικής ανοχής». Μιας αρχής, που εφάρμοζε και η Χούντα, χωρίς να χρησιμοποιεί βέβαια την ορολογία που εφεύρε κατόπιν το ημι-ολοκληρωτικό Αμερικάνικο καθεστώς, το οποίο ειδικεύεται στην «πολική ορθότητα»! Έτσι, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ που ελέγχουν την οικονομική και πολιτική διαδικασία έκαναν φανερό τον πραγματικό τρόπο λειτουργίας του συστήματος. Αρχικά, θεσμοθετούνται οι ρυθμίσεις που παράγουν και αναπαράγουν την συγκέντρωση εξουσίας/δύναμης στα χέρια των ελίτ, και κατόπιν θεσμοθετείται και αντιμετωπίζεται  ως παράνομη κάθε ουσιαστική αντίσταση στις ρυθμίσεις αυτές! Σε αυτό το πλαίσιο δεν είναι περίεργο οι διοικητές της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας και της ΤτΕ να απαιτούν πάγωμα των γλίσχρων μισθών που δίνονται στη γενιά των 700 Ευρω, όταν οι ίδιοι εισπράττουν ετησίως 345.252 και 362.500 Ευρώ αντίστοιχα![4]           

Φαίνεται, όμως, ότι οι κοντόθωρες ελίτ και τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα δεν αντιλαμβάνονται ότι όταν η οργή των νέων αντιμετωπίζεται με μαζική κρατική καταστολή, τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία από αυτούς δεν θα στραφούν στα ρεφορμιστικά κινήματα της «αριστεράς και οικολογίας», ή έστω στους αντιστεκόμενους, για χάρη της αντίστασης, «αντι-εξουσιαστές» ―όπως θα προτιμούσαν. Ούτε καν οι περισσότεροι θα στραφούν στα  αντισυστημικά κινήματα (ιστορικά ή νέα) ―που και αυτά θρασύτατα τα διέγραψε ο ελέω …Οτσαλαν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Αντίθετα, η οργή και η απελπισία τους είναι πιθανότερο να στραφεί προς τις «τρομοκρατικές» οργανώσεις που ανθούν σήμερα στη χώρα μας και  είναι πιο συμβατές με την νεανική ανυπομονησία, σε αντίθεση με τον μακρύ ανηφορικό δρόμο για το κτίσιμο ενός νέου αντισυστημικου κινήματος. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα, όμως, θα είναι ένας νέος κύκλος αίματος που θα οδηγήσει στην πλήρη ολοκληρωτικοποίηση της σημερινής ημιολοκληρωτικης «δημοκρατίας» μας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται μακροπρόθεσμα...

ΥΓ Στο προηγούμενο άρθρο η σωστή διατύπωση  για την κατανομή εισοδήματος ήταν βέβαια ότι το 20% των φτωχότερων εισπράττει σήμερα λιγότερο από το 7% του εισοδήματος, ενώ το 20% των πλουσιότερων εισπράττει σχεδόν το 42%. Άλλο ένα θύμα του «δαίμονα του τυπογραφείου»...

 


 

[1] βλ, Η Παγκόσμια Κρίση, η Ελλάδα και το Αντισυστημικό Κίνημα: Ημιολοκληρωτικη «δημοκρατία» ή Περιεκτική Δημοκρατία (Κουκκίδα, 2009).

[2] Alan Travis, Britain «sliding into police state»,” The Guardian (28/1/2005).

[3] Βήμα της Κυριακής (6/12/2009).

[4] “Greek central banker among world’s best paid,” Kathimerini English edition (23/10/2008).