(Το παρακάτω κείμενο έχει δημοσιευθεί στην εφημερίδα "Ελευθεροτυπία" στις 16 Ιουνίου 2000)

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΑΓΟΡΑ
Τα σημερινά αδιέξοδα και η μετάβαση στην περιεκτική δημοκρατία

ΣΠΗΛΙΟΣ  ΠΑΠΑΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ

 

Ο Τάκης Φωτοπουλος είναι γνωστος, ιδιαίτερα στους αναγνώστες αυτης εδώ της εφημερίδας, για τη μαχητικοτητα και την απολυτοτητά του, καθώς και για το πάθος με το οποίο υποστηρίzει τις αποψεις του. Ο αναγνώστης τον βιβλίου θ' ανακαλύψει δτι διατηρεί ολες αυτές τις ιδιοτητές του, αλλά κι οτι διαθέτει μια ευρύτατη και στέρεη γvώσn πάνω στα θέματα που διαπραγματεύεται, οτι χρησιμοποιεί τις σωστές βιβλιοyραφιχές αναφορές, οτι εκθέτει με πληροτητα κι εντιμοτητα τις αποψεις και τις θεωρίες με τις οποίες διαφωνεί, σύμφωνα με τα κρατούντα επιστημονικά στάνταρ. Ανεξάρτητα με το αν ο αναγνώατης συμφωνεί η διαφωνεί με τα συμπεράcματά του, το βιβλίο διαθέτει σημαντική παιδαγωγική αξία, λογω της μάθησης που προσφέρει. Επίσης, επειδη το βιβλίο είναι καλά δομημένο κι έχει γραφτεί με σεβασμο για τον αναγνώστη, μπορεί να γίνει κατανοητο απο τον καθένα. Ακομα κι αν ο αναγνώστης διαφωνεί με τη θέση του συγγραφέα, οτι «ο στοχος ενος νέου απελευθερωτικού προτάγματος δεν θα πρέπει να είναι απλώς η κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων ιδιοκτησίας, αλλά της ίδιας της οικονομίας της αγοράς», δεν μπορεί παρά να συμφωνεί μαzί του στην κριτικη αναλυση του πανω στις συνεπειες που εχει η λειτουργια  της αγοράς, ιδίως ως προς την κατανομη του πλούτου χαι της δύναμης. Ισως, στο σημείο αυτο να μπορούσε να μας βοηθησει η άποψη, την οποία αποδέχεται και ο Ερικ Χομπσμπάουμ (σε συνέντευξη του στην <Ελευθεροτυπία» της 26/4/2000), ‘Ναι στην αγoρά, αλλά οχι στην κοινωνία της ελεύθερης αγοράς». Δεν μπορούμε, επίσης, ν' αποδεχτούμε την ολοκληρωτικη απορριψη της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, οσο κι αν συμφωνούμε με την κριτικη της, στην οποία προβαίνει ο συγγραφέας, καθώς και με την έννοια της «περιεκτικτής δημοκρατίας», την οποία προωθεί ο συγγραφέας.

Στο πρώτο κεφάλαιο του ΒιΒλίου ο Τ. Φωτοπουλος παραθέτει ένα εξαίρετο δείγμα οικονομικης ιστορίας, εξετάzοντας, με οδηγο κυρίως τον KARL POLANYI, τη μακρά ιστορικη περίοδο που προηγηθηκε της ανάπτυξης του συστηματος της οικονομίας της αγοράς και στη συνέχεια, τις διάφορες φάσεις της διαδικασίας της αγοραιοποίησης: τη φιλελεύθερη φάση, την εμφάνιση του προστατευτισμού και του εθνικισμού, την κρατικιστικη φάση, τη σοσιαλδημοκρατικη συναίνεση, την κατάρρευση του κρατισμού, τη νεο - φιλελεύθερη συναίνεση, με την τυφλη πίστη στις δυνάμεις της αyοράς, στον ατομικισμο και στην οικονομικη «επιστημη», στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς.

Το δεύτερο κεφάλαιο του ΒιΒλίου πραγματεύεται το καϊριο θέμα της οικονομικης ανάπτυξης, που συνδέεται μ' ένα σύστημα πεποιθησεων ιδεών και των αντίστοιχων αξιών καθώς και με τους πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς θεσμούς, τοσο στην καπιταλιστική οικονομία της αγοράς, οαο και στον «σοσιαλιστικο» κρατιομο. Η ανάδυση μιας οικονομίας της ανάπτυξης κατέληξε στη διαμορφωση μιας ιδεολογίας της ανάπτυξης, η οποία είναι και υπεύθυνη για την καταστροφή του περιβάλλοντος. Η ανάπτυξη συνδέεται, επίσης και με τη συγκέντρωση οικονομικης δύναμης, καθώς και με τις ανισοτητες που επιβάλλουν τα σπάταλα καταναλωτικά πρότυπα. Κατά τον Φωτόπουλο, δεν κατέρρευσε μονον η «σοσιαλιστική» οικονομία ανάπτυξης στην Ανατολη, αλλά και η σοσιαλδημοκρατία ατη Δύση, δεδομένου οτι θεωρείται μύθος η άποψη για ευρωπαϊκη «κοινωνικη αγορά». Η σοσιαλδημοκρατικη συναίνεση, που επιδίωξε το συνδυασμο της ανάπτυξης με την κοινωνικη δικαιοσύνη ώστε να αλλάξει την κοινωνικη ισορροπία δυνάμεων δεν ηταν πλέον συμβατη με την αυξανομενη διεθνοποίηcη της οικονομίας της αγοράς.

Στο τρίτο κεφάλαιο εξετάzεται η αποτυχία της οικονομικης ανάπτυξης στον Νοτο, οπου δεν υπηρξε το φαινομενο της «διάχυσης προς τα κάτω» του προσθετου οικονομικού πλούτου. Σύμφωνα με όλους τους ορισμούς, που δίνονται για την ανάπτυξη, αυτη ταυτίzεται με την απεριοριστη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και την επέκταση της ατομικης κατανάλωσης και της ανθρώπινης ευημερίας, ενώ μονο για μια μειοψηφία του παγκοσμίου πληθυσμού, στα πλαίσια μιας συγκέντρωσης της εξουσίας, ικανοποιούνται οι ανθρώπινες ανάγκες. Ο συγγραφέας παρουσιάzει με παιδαγωγικη ενάργεια τις συμβατικές θεωρίες της ανάπτυξης: τη νεοκλασικη και τη μαρξιστικη, τη θεωρία της ρύθμισης», καθώς και την οικολογικη διάσταση της ανάπτυξης η τις σχέσεις δημοκρατίας και ανάπτυξης.  

Στο επόμενο κεφάλαιο εξετάzεται η γενικευμένη κρίση της καπιταλιστικτής οικονομίας ανάπτυξης, στην πολιτικη, κοινωνικη και ιδεολογική της διάσταση και διερευνάται γιατί είναι αδύνατη η παγκοσμιοποίηση της καπιταλιστικής οικονομίας ανάπτυξης που γνώρισε ο Βορράς. Αναλύεται, στη συνέχεια, η σχέση ανάμεσα ατην οικονομία ανάπτυξης και την οικολογικη κριση και παρουσιάzονται τρεις προσεγγίσεις της οικολογικής σκέψης πάνω α' αυτο το zιίτημα: η προσέγγιcη της αυτοσυντηρούμενης ανάπτυξης, οπως παρουσιάστηκε απά την Εκθεση Μπρούντλαντ, η προσέγγιση της «Βαθιάς οικολογίας» και η προσέγγιση της ‘κατάλληλης ανάπτυξης’

Κριτικά αντιμετωπίzονται απο τον συγγραφέα τοσο η πρόταση της Νέας Δεξιάς yια έξοδο απο την κρίση με περαιτέρω αγοραιοποίηση, οσο και η προταση της Αριστεράς για μια προσέγγιση μέcω της «κοινωνίας πολιτών», έτσι οπως διατυπώθηκε κυρίως απο τον MICHAEL WALZER. Προσωπικά διαφωνώ με τον χαρακτηρισμο της προσέγγισης της ‘κοινωνίας πολιτών» ως ουτοπικης και ανιστορικής, οσο κι αν δεν μπορεί παρά να συμφωνήσει κανείς μαζί του με την κριτικη, που κάνει στην αγορά και στον τροπο λειτουργίας της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Το ερώτημα που θέτει -για το αν η ανθρώπινη ζωη και η αποτελεσματικιη προστασία του περιβάλλοντος είναι συμβατές με τη διαδικασία της αγοραιοποίηαης, είναι σημαντικο και παραμένει πάντοτε ως ενδεχομενο, η αποτυχία δημιουργίας εναλλακτικών δημοκρατικών μορφών κοινωνικής οργάνωσης, να οδηγησει σε πιο αυταρχικές ‘λύαεις» στα κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα.

Στο πέμπτο κεφάλαιο προωθείται μια νέα αντίληψη της δημοκρατίας, καθώς o στοχος του κεφαλαίου είναι να δείξει την ασυμβατοτητα της δημοκρατίας με οποιαδηποτε μορφή συγκέντρωσης δύναμης, καθώς και το οτι ούτε η αντιπροσωπευτική  δημοκρατία ούτε η οικονομία της αγοράς μπορούν να χαρακτηριστούν ως πολιτική και οικονομική δημοκρατία αντίστοιχα. Αναπτύσσεται αρκετά εκτεταμένα η αντίληψη που είχαν στην αρχαια Αθηνα για τη δημοκρατία, ενώ παρουσιάzονται στη συνέχεια η φιλελεύθερη και η μαρξιστικη - λενινιστική αντίληψη για τη δημοκρατία. Τελικά, καθώς το κριτηριο για τη δημοκρατία είναι ίση κατανομή της πολιτικης δύναμης μεταξύ των πολιτών, γίνεται η επέκταση της κλασικης αντίληψης της δημοκρατίας στο κοινωνικο, οικονομικο και οικολογικο πεδιο με τον oρο ‘περιεκτική δημοκρατία» Αναλυονται ενα προς ενα τα προσδιοριστικα χαρακτηριστικά της ‘περιεκτικης δημοκρατίας», εκτιθενται κριτικά οι αντιληψεις των Χαμπερμας, Μπομπιο κ.λπ. για τη ριzοσπαστικη δημοκρατία και αναλύεται το σοβαρο θέμα των σχέσεων που υπάρχουν ανάμεσα σε ανάγκες και ελευθερία, καθορισμο των αναγκών και δημοκρατία. Προκύπτει, τελικά, μια νέα αντίληψη της ιδιοτητας του πολίτη, που απορρέει απο τη διαμορφωση στην πράξη της ‘περιεκτικης δημοκρατίας’.

Αναλύοντας ο Φωτοπουλος, στο έκτο κεφαλαιο, το πολιτικό πλαίσιο της ‘περιεκτικτής δημοκρατίας», εξετάzει την εσωτερίκευση των δημοκρατικών αξιών και αντιπαρατίθεται στην κριτικη του Αντρέ Γκορτς και αλλων  στην κοινωνία, που θεμελιώνεται  ατην κοινοτητα. Οσον αφορά το οικονομικο πλαίσιο της ‘περιεκτικής δημοκρατίας», ο συγγραφέας, αφού αντιδικησει με τους φιλελευθερους, τους σοσιαλιστες  και τους πράσινους για τον ορισμο της οικονομικης δημοκρατιας, εκθέτει τις κατ' αυτόν προυποθέσεις της οικονομικης δημοκρατίας, που είναι η δημοτικη αυτοδυναμία, η δημοτικη ιδιοκτησια των πλουτοπαραγωγικών πορων και η συνομοσπονδιακη κατανομη των αγαθών και υπηρεσιών. Εξετάzονται κριτικά τοσο ο μηχανισμος της αγοράς, που επιδιώκει αριστοτητα, ισορροπία και πληρη απασχοληση, οσo και ο μηχανισμος του κεντρικού σχεδιασμού και ο συμμετοχικος σχεδιασμος, μέσω του οποίου προτείνεται η «κοινωνικοποίηση» της αyοράς. Τέλος, πριν κλείσει το κεφάλαιο αυτο, ο συγγραφέας παρουσιάzει ένα. εκτεταμένο σχεδίασμα ενος μοντέλου οικονομικης δημοκρατίας, που αφορά την κάλυψη των βασικών και μη βασικών αναγκών και οργανώνει την κατανομή της εργασίας, τοσο στον τομέα των βασικών οσο και των μη βασικών αναγκών. Οι προτάσεις αυτές δεν είναι χωρίς ενδιαφέρον για τους κοινωνικούς μεταρρυθμιστές.

Πώς θα πραγματοποιηθεί η μετάβαση στην περιεκτικη δημοκρατία; Στο ερώτημα αυτο ο συγγραφεας προσπαθει ν’απαντησει στο έβδομο κεφάλαιο, οπου διατυπώνει μια στρατηγικη μεταβασης, αφού ασκησει κριτικη στις στρατηγικές του «τροπου ζωης», που δεν ενέχουν παρέμβαση στην πολιτική αρένα και στη μετάβαση αε μια οικολοyικη δημοκρατία μέσω του Βιομηχανισμού και της ‘κοινωνίας των πολιτών». Ενώ συμφωνούμε στην κριτικη του συγγραφέα στον σημερινο τύπο πολιτικης και στα αδιέξοδα που δημιουργούν η παγκοσμιοποίηαη και η ανεξέλεyκτη λειτουργία των δυνάμεων της αγοράς (με συνέπειες τη μαζικη αvεργία, τη φτώχεια, την αυξανομενη συγκέντρωαη του εισοδήματος και του πλούτου και την καταστροφη του περιβάλλοντος), δεν μπορούμε να απορρίψουμε τις προσπάθειες εκατομμυρίων ανθρώπων στο πλαίσιο ολων των εκδηλώσεων της κοινωνίας πολιτών για περισσότερη δημοκρατία και για βελτίωαη των ορων της zωής τους. Δεν είναι ίσως αρκετο - κι έχει, ασφαλώς, δίκιο ο Φωτοπουλος ν' αντιμετωπίzει ολες αυτές τις προσπάθειες μ' επιφύλαξη, αν οχι με καχυποψία- αλλά μονον n συσσώρευση και δημοκρατικη δυναμικη αυτών των προσπαθειών θα μας οδηγησει ατην πραγμάτωση της πληρους, της ‘περιεκτικής δημοκρατίας». Καταγράφονται, παντως, με λεπτομέρειες οι οροι της μεταβασης στην οικονομικη δημοκρατια.

Στο ογδοο κεφάλαιο εκτιθενται οι επιστημολογικες προυποθέσεις για τη θεμελιωση του προτάγματος της «περιεκτικής δημοκρατίας». Αναλύεται το προβλημα της αντικειμενικότητας, που βρίσκεται σm Βάση της φιλοσοφίας της επιστημης, στα πλαισια της oποίας έχουμε την αντιπαραθεση αναμεσα στον ορθολογισμο και τον εμπειρισμο-θετικισμο και στον ρολο που παίζουν η θεωρία της διαψευσιμότητας του Ποππερ και τα πρoγράμματα επιστημονικης έρευνας του Λακατος. Αναλύεται η έννοια του «παραδείγματος» στον Κουν καθώς και η διαλεκτικη αντίληψη της αντικειμενικοτητας, με πρώτη τη μαρξιστικη ‘αντικειμενικοτητα» και διαλεκτικη. Απέναντι σε μια τελεολογικη αντίληψη της κοινωνικής εξέλιξης, που θεωρείται «αντικειμενικά» ορθολογικη και βασίzεται στην αντίληψrι της ιστορικης προοδου, προτείνεται ο διαλεκτικός νατουραλισμός, του οποίου η «αντικειμενικη» ηθικη στηρίζεται στην κατευθυντικότητα προς μια ελεύθερη κοινωνία ως προς τα αvθpώπινα δικαιώματα, το πολιτισμικο επίπεδο, την ηθική προοδο. Θα ηθελα να τονίσω, οτι ιδιαίτερα το επιστημολογικο αυτο μέρος του βιβλίου, παρ' ολο που χρησιμοποιεί δύσκολες, κατ' αρχην θεωρητικές έννοιες, είναι γραμμένο με τέτοια σαφηνεια (οπως, αλλωστε, και το υπολοιπο βιβλίο) ώστε γίνεται κατανοητο απο ολους.

Το κεφαλαιο τελειώνει με την ανάλυση της διάκρισης ανάμεσα σε αυτονομες και ετερονομες μορφές κοινωνικης οργάνωσης και με την εξέταση του τροπου εμφάνισης των αυτονομων μορφών κοινωνικης οργάνωσης, Τέλος, στις ύστατες σελίδες του βιβλίου διαμορφώνεται η απαίτηση για ένα ξεπέρασμα του «αντικειμενισμού», του ανορθολογισμού και του σχετικισμού και τίθεται το ερώτημα yια το θεμέλιο της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Εν κατακλείδι, ένα βιβλίο με μεγάλο θεωρητικο πλούτο, γραμμένο με παιδαγωγική καθαρότητα, που ανεξάρτητα απο κάποιες ιδεολογικές διαφωνίες, που μπορεί να έχει κανείς, διαβάzεται μ' ενδιαφέρον και είναι πολύ χρήσιμο.