Περιεκτική Δημοκρατία, τεύχος 13, Σεπτέμβριος 2006


Ο περιορισμός των διαδηλώσεων: φίμωμα κάθε αντίστασης

ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΓΙΝΟΓΛΟΥ

 

Έχουμε φτάσει στο σημείο ν’ αποτελεί ρουτίνα η επίρριψη ευθυνών για σημαντικά προβλήματα σε παντελώς άσχετους μ’ αυτά παράγοντες. Σαν λαμπρή επιβεβαίωση ήρθε και το κάλεσμα του Πολύδωρα σε διάλογο με τα πολιτικά κόμματα, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και την τοπική αυτοδιοίκηση για τον περιορισμό των διαδηλώσεων, με το επιχείρημα ότι ο περιορισμός τους θα λειτουργήσει σαν τονωτική ένεση για την ανακούφιση των συμπτωμάτων της κυκλοφοριακής γάγγραινας.

Φυσικά ούτε αυτός ο παραλογισμός θα πρέπει να μας ξαφνιάζει. Τα στελέχη των δυο κομμάτων που εναλλάσσονται στην κυβέρνηση βαδίζουν, αργοπορημένα και καταϊδρωμένα όπως πάντα, στο (με βάση την ιδεολογία του συστήματος) political correct  μονοπάτι που χάραξαν οι μέντορές τους στη Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ, ξεκινώντας κι αυτοί… απ’ την τελευταία τρύπα του ζουρνά! Είναι άλλωστε γνωστό ότι παρόμοιοι περιορισμοί των διαδηλώσεων έχουν επιβληθεί ή επιβάλλονται παντού στη Δύση τα τελευταία χρόνια και αυτό που αλλάζει σε κάθε περίπτωση είναι τα προσχήματα: αλλού είναι η προστασία της Δημόσιας Τάξης και Aσφάλειας (πχ Βρετανία). Σ’ εμάς υποτίθεται είναι το κυκλοφοριακό…

Η μέχρι σήμερα ισχύουσα νομοθεσία βασίζεται στο χουντικό διάταγμα 794 του 1971 περί «συναθροίσεων», όμως οι εκσυγχρονισμένες εκδοχές του ΠΑΣΟΚ (το προηγούμενο σχετικό προσχέδιο είχε συνταχθεί στις αρχές της δεύτερης τετραετίας Σημίτη) και της ΝΔ δεν το κάνουν ούτε στο ελάχιστο λιγότερο χουντικό, αφού μετατρέπουν τις διαδηλώσεις από μορφή αγώνα σε διευρυμένο προαυλισμό φυλακισμένων που επιτηρούνται, ηχογραφούνται, βιντεοσκοπούνται και συνεργάζονται με την αστυνομία.

Πέρα όμως από την παραπάνω σύντομη αναφορά για το περιεχόμενο του προσχεδίου, αξίζει να πούμε δυο λόγια για το απίστευτου βάθους επιχείρημα, ότι δήθεν ο περιορισμός των διαδηλώσεων θα αποσυμφορήσει τους δρόμους. Το αστείο είναι ότι οι θιασώτες του περιορισμού των διαδηλώσεων πλασάρουν το εκφασιστικό προσχέδιο νόμου με δημοκρατική διακόσμηση. «Τι φταίνε» μας λένε, «οι οδηγοί όταν μια ισχνή μειοψηφία μπλοκάρει για ώρες την Πατησίων, ή τις εθνικές οδούς; Ας διαδηλώσουν στο πεζοδρόμιο, ή έστω σε μια λωρίδα», «δικαίωμα η διαδήλωση, όμως δικαίωμα κι η μετακίνηση με αυτοκίνητο», «εντάξει ο περιορισμός των διαδηλώσεων δε λύνει το πρόβλημα, όμως βοηθάει». Για τον καύσωνα φταίνε τα παράθυρα λοιπόν! Κλείστε τα παράθυρα και βάλτε κλιματιστικά/ καταβροχθιστές ενέργειας που η παραγωγή της αυξάνει τους ρύπους και εντείνεται το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Έτσι για το κυκλοφοριακό φταίνε και οι διαδηλώσεις. Δεν πειράζει που κάθε χρόνο μπαίνουν στους δρόμους της Αττικής 150.000 καινούργια αυτοκίνητα, ούτε που προωθείται κι ενισχύεται με κάθε τρόπο η ιδιωτική μετακίνηση σε βάρος των μέσων μαζικής μεταφοράς! 

Ας γίνουν όμως μερικές ακόμα παρατηρήσεις. Οι επαγγελματίες πολιτικοί ανακαλύπτουν επιλεκτικά πρόβλημα «αντιδημοκρατικότητας». Όμως για ποια   δημοκρατία μιλάμε; Η πραγματική δημοκρατία προϋποθέτει ότι οι πολίτες κυβερνούν πραγματικά τη ζωή και το περιβάλλον τους. Έχουν στις σημερινές συνθήκες οι πολίτες άλλες επιλογές από την εξατομίκευση και την υποταγή στις επιλογές που δίνει το σύστημα ή αντίθετα τον συλλογικό αγώνα κατά των επιλογών του συστήματος; Οι διαδηλωτές εξ’ άλλου λειτουργούν συλλογικά, έχουν πάρει μια απόφαση δημοκρατικά (έστω και μερικώς) και την υλοποιούν και σ’ αντίθεση με τους οδηγούς που είναι εξατομικευμένα υποκείμενα, στη συγκεκριμένη «σύγκρουση» αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία. Η   ποιοτική αυτή απόσταση μεταξύ διαδηλωτών και οδηγών, η οποία δίνει το δημοκρατικό αβαντάζ στους πρώτους, συνίσταται στο ότι ο εξατομικευμένος οδηγός δε δίνει δεκάρα ούτε γι’ αυτούς που προσπαθούν με συλλογικούς αγώνες να αντισταθούν στις αποφάσεις των ελίτ, ούτε και για τους οδηγούς «συναδέλφους» του και το μόνο που τον νοιάζει είναι να τη σκαπουλάρει με το αυτοκινητάκι του. Υπάρχει και μια ηθική κι ιδεολογική ποιοτική διαφορά λοιπόν: η συλλογικότητα απέναντι στον ατομικισμό, ο δρόμος της αλληλεγγύης και του αγώνα απέναντι στον νεοέλληνα του «ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξει ο κώλος μας».

Στο κάτω-κάτω της γραφής οι διαδηλωτές δεν έχουν κανένα βίτσιο που τους αποφέρει ηδονή όταν ταλαιπωρούνται οι οδηγοί. Κατεβαίνουν στους δρόμους επειδή αναγκάζονται, είτε γιατί είναι απλήρωτοι, είτε απολυμένοι, είτε για ν’ αντιδράσουν στα εγκλήματα της υπερεθνικής ελίτ κλπ. Μ’ άλλα λόγια, οι διαδηλώσεις είναι μια άμεση έκφραση των πιο δραστήριων ή/και βαλλόμενων από το νεοφιλελευθερισμό τμημάτων της κοινωνίας, της επιθυμίας τους να καθορίσουν το περιεχόμενο της ζωής τους και καλά θα κάνουν οι πολιτικοί μας αντί να μιλούν για υποκινούμενες διαδηλώσεις, απεργίες, μπλόκα κλπ να κοιτάξουν στον καθρέφτη και στα γκαλά των ελίτ για να βρουν τους ηθικούς αυτουργούς των κινητοποιήσεων.

Βέβαια το μέσο/διαδήλωση από μόνο του δεν συμπίπτει με τον αυτοκαθορισμό. Διαδηλώσεις κάνουν και οι φασίστες και οι θρησκόληπτοι. Η διαφορά όμως έγκειται στις αιτίες, που με τη σειρά τους καθορίζουν το περιεχόμενό των μορφών αγώνα: οι διαδηλώσεις των καταπιεσμένων είναι αποτέλεσμα της άμεσης ή έμμεσης βίας του συστήματος, ενώ οι διαδηλώσεις των φασιστών ή θρησκόληπτων στην ουσία ενδυναμώνουν το σύστημα (και ενθαρρύνονται απ αυτό) καπηλευόμενες μορφές αγώνα που ήταν δημιουργήματα των καταπιεσμένων. Η καπηλεία αυτή δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο. Πολλάκις στην ιστορία οι δυνάμεις της αντίδρασης (φασιστικές, μοναρχικές κλπ) έχουν καπηλευτεί κι αντιγράψει μορφές δράσης κι οργάνωσης της αριστεράς, προκειμένου να ανακοπεί η δυναμική της. Τα εργατικά κι αγροτικά συνδικάτα του Φράνκο, ο εθνικο«σοσιαλισμός» και οι σύλλογοι νεολαίας των ναζί, τα χριστιανο«δημοκρατικά» συνδικάτα της Ιταλίας, οι υποκινούμενες από τους ανταγωνιστές του Ωνάση απεργίες στα λιμάνια, οι διαδηλώσεις της κατσαρόλας πριν το πραξικόπημα στη Χιλή, είναι χτυπητά παραδείγματα.

Με αλλά λόγια, η πάλη για τον αυτοκαθορισμό επιβάλλει και νέες μορφές αγώνα πέρα από τις παραδοσιακές μορφές αγώνα που εκφράζουν οι διαδηλώσεις. Δηλαδή, μορφές αγώνα που έχουν θετικό περιεχόμενο και δημιουργούν τις βάσεις για το κτίσιμο νέων δημοκρατικών θεσμών που υλοποιούν το αίτημα γι αυτοκαθορισμό εδώ και τώρα. Αυτό όμως δεν σημαίνει βέβαια  ότι θα πρέπει να εγκαταλείψουμε και τις παραδοσιακές μορφές αγώνα για να βοηθήσουμε δήθεν στην επίλυση του κυκλοφοριακού που αναπόφευκτα στο σημερινό σύστημα θα χειροτερεύει κάθε χρόνο, ακόμα και αν καταργήσουμε εντελώς τα πεζοδρόμια για να κυκλοφορούν μόνο αυτοκίνητα στους δρόμους.

Εν ολίγοις δεν θα πρέπει να τσιμπάμε με τα φαινομενικά «δίκαια» επιχειρήματα του τύπου «ας διαδηλώνουν σε μια λωρίδα». Ο περιορισμός των διαδηλώσεων είναι φανερό ότι αποσκοπεί:

  • Στη φίμωση και την καταστολή όλων όσων αντιστέκονται στις επιλογές των ελίτ και στο φάσκιωμα της κοινωνικής αντίστασης σε ελεγχόμενα μονοπάτια του συστήματος.

  • Στην ακόμα μεγαλύτερη επέκταση της οικονομίας της αγοράς σε βάρος της κοινωνικής ζωής, όπως γίνεται και σε βάρος του περιβάλλοντος, της υγείας, της παιδείας κλπ. Οι διαδηλώσεις εμποδίζουν άμεσα την «ομαλή» λειτουργία της εμπορικής ζωής και έμμεσα της οικονομικής ζωής γενικότερα, που επιβάλλει η οικονομία της αγοράς.  Όμως παρόλο που για χώρες που έχουν γενικότερη κοινωνική και πολιτική αστάθεια, οι συχνές διαδηλώσεις κι απεργίες επιφέρουν πράγματι άμεσα κι έμμεσα σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία (τουρισμός, επενδύσεις κλπ), δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι για την Ελλάδα παρόμοιες αντιστοιχίες αποτελούν ύπουλες καταστροφολογικές κλάψες, γιατί υποκρύπτουν το γεγονός ότι η «ζημία» που κάνουν οι διαδηλώσεις στην «εικόνα της χώρας μας» είναι απειροελάχιστη σε σχέση με τη ζημιά που οφείλεται σ άλλους παράγοντες (ακρίβεια, διαφθορά, μόλυνση, μεγάλος αριθμός αυτοκινήτων κ.λπ.).

Ο δημόσιος χώρος, οι δρόμοι, τα πεζοδρόμια, οι πλατείες, τα πάρκα, όλ' αυτά ανήκουν στους ανθρώπους κι όχι στα αυτοκίνητα. Ανήκουν στο κοινωνικό γένος μας για να δρα, να εκφράζεται, να κοινωνικοποιείται, να συναναστρέφεται με τους συνανθρώπους. Πρώτα έρχεται ο άνθρωπος και μετά το αυτοκίνητο και όχι αντίστροφα όπως έχει επιβάλλει η σημερινή οικονομία της αγοράς/ανάπτυξης και ο καταναλωτισμός.

Τέλος αυτό το σημείωμα κλείνει μ’ ένα ρητορικό ερώτημα που αναδεικνύει τη γελοιότητα των επιχειρημάτων για ανακούφιση του κυκλοφοριακού προβλήματος και για τα δικαιώματα υπέρ των οδηγών: μήπως θα προτιμούσαν οι ενθουσιώδεις θαυμαστές του περιορισμού των διαδηλώσεων, αντί για διαδήλωση με τα πόδια, να πάρουν οι διαδηλωτές τα αυτοκίνητα και δίκυκλα τους και να διαδηλώσουν μ’ αυτά ώστε να είναι νομικά καλυμμένοι; 

 

  

 

Επιστροφή