(Ελευθεροτυπία, 14 Οκτωβρίου 1995) 


Οικο-Χριστιανοί μετά τους Χριστιανοσοσιαλιστές…

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Σαν να μην έφθανε ο Χριστιανοσοσιαλισμός που καλλιεργεί το πρωθυπουργικό ζεύγος και οι συνοδοιπόροι διανοούμενοι και πολιτικοί, προέκυψε και ένα νέο φρούτο στη Πάτμο: ο οικο-Χριστιανισμός. Και όσον αφορά μεν τη στροφή των πολιτικών στον Χριστιανοσοσιαλισμό δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί, αν πάρουμε υπόψει το ιδεολογικό κενό που δημιούργησε η προσχώρηση των σοσιαλδημοκρατών στη νεοφιλελεύθερη συναίνεση[1]. Με δεδομένη δηλαδή την ουσιαστική εξαφάνιση των ιδεολογικών διαφορών μεταξύ νεοφιλελεύθερης δεξιάς και σοσιαλ-φιλελευθέρων δεν είναι περίεργη η στροφή σημαντικού τμήματος του πληθυσμού προς τον εθνικισμό και την ορθοδοξία και η αντίστοιχη ενθάρρυνση των τάσεων αυτών από τους ψηφοθηρούντες επαγγελματίες πολιτικούς. Εκείνο όμως που, εκ πρώτης όψεως, δημιουργεί περισσότερες απορίες είναι το φαινόμενο του οικο-χριστιανισμού. Έτσι, στη Πάτμο, ούτε λίγο ούτε πολύ ανακηρύχθηκε ο Ιωάννης σαν τον πρώτο οικολόγο(!), ενώ παράλληλα το οικουμενικό πατριαρχείο οργάνωσε και...πλωτό οικολογικό συμπόσιο όπου οι διάφοροι «ειδικοί» επί του θέματος προσπάθησαν να συνδυάσουν το τερπνόν μιας θαλάσσιας κρουαζιέρας ανά το Αιγαίο (πληρωμένης από τους Βωξίτες, τον Τιτάν, την οικογένεια Λιβανού κ.α.) με το υποτιθέμενα «ωφέλιμο», δηλαδή την ανάδειξη των σχέσεων χριστιανισμού και οικολογίας.

Μια ένδειξη για το τι πρεσβεύει ο οικο-Xριστιανισμός μας δίνει η ευσεβής περιγραφή των απόψεων του Προέδρου της Επιστημονικής Επιτροπής και εμψυχωτή του Οικολογικού Συμποσίου, Μητροπολίτη Περγάμου, από τον Σπ. Παπασπηλιόπουλο που πήρε μέρος στο συμπόσιο της Πάτμου[2]. Έτσι, όπως διεκήρυξε στην Πάτμο ο  Μητροπολίτης Περγάμου, «το βιβλίο της Αποκάλυψης με την παγκόσμια εσχατολογία του ξεσκεπάζει μπροστά μας την ύστατη αλληλεγγύη του ανθρώπινου είδους και μας καλεί σε κοινή δράση για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος ανεξάρτητα από εθνικές, φυλετικές, κοινωνικές κ.λπ. διαφορές». Ο ίδιος μητροπολίτης, έγραφε παλιότερα σε σχετική διατριβή του ότι «το οικολογικό πρόβλημα αφορά γενικά σε όλα τα ανθρώπινα όντα επί της γης, ανεξάρτητα από το που κατοικούν και σε ποια κοινωνική τάξη ανήκουν» για να διαπιστώσει στη συνέχεια, ασκώντας κριτική στον Διαφωτισμό, την αποτυχία της αντιμετώπισης του οικολογικού προβλήματος μέσω της λογικής ή της ηθικής και να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «ο κόσμος σήμερα δεν χρειάζεται ηθική αλλά ήθος. Όχι ένα προγραμματισμό, αλλά μια στάση και μια νοοτροπία. Όχι μια νομοθεσία αλλά ένα πολιτισμό»[3].

Οι απόψεις αυτές του μητροπολίτη δεν θα είχαν ιδιαίτερη σημασία εάν δεν ήταν φανερό ότι τις συμμερίζονται ακόμη και οικολόγοι! Έτσι, κατά τον Παπασπηλιόπουλο, που χολώθηκε πρόσφατα διότι σε προηγούμενο άρθρο μας[4] δεν συμπεριλάβαμε το είδος οικολογίας που πρεσβεύει ο ίδιος και οι συν αυτώ στη κατηγορία της ριζοσπαστικής οικολογίας[5], ο μητροπολίτης Περγάμου «είναι από τους λίγους που έχουν κατανοήσει το οικολογικό πρόβλημα»! Το οικολογικό επομένως πρόβλημα, σύμφωνα με τους οικο-Xριστιανούς μητροπολίτες και τους συνοδοιπόρους οπαδούς της μη ριζοσπαστικής οικολογίας, δεν έχει ταξική διάσταση. Έτσι, με την «αθώα» γενικολογία ότι το πρόβλημα αφορά όλα τα ανθρώπινα όντα ανεξάρτητα από τάξη και κατοικία «ξεχνιέται» το τεκμηριωμένο από σχετικές έρευνες γεγονός, ότι είναι κυρίως οι κατώτερες κοινωνικές τάξεις και τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα που υφίστανται τις συνέπειες της μόλυνσης του περιβάλλοντος[6], των θεομηνιών από το φαινόμενο του θερμοκηπίου[7] κ.λπ.

Ακόμη πιο παραπλανητικό είναι το οικο-Xριστιανικό συμπέρασμα ότι η επίλυση του οικολογικού προβλήματος είναι θέμα ήθους, στάσης και νοοτροπίας που απαιτεί κοινή δράση όλων «μας» για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, «ανεξάρτητα από εθνικές, φυλετικές, κοινωνικές κ.λπ. διαφορές». Έτσι, αγνοούνται παντελώς οι θεσμικές αιτίες του οικολογικού προβλήματος, δηλαδή η συγκέντρωση οικονομικής και πολιτικής δύναμης που συνεπάγεται το σύστημα της οικονομίας της αγοράς και οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί. Όμως, είναι η οικονομική συγκέντρωση, στην οποία οδηγεί η δυναμική του συστήματος της οικονομίας της αγοράς, αυτή που οδήγησε στην σημερινή «οικονομία ανάπτυξης» και τη συνακόλουθη οικολογική καταστροφή. Αποτελεί επομένως διαστρεβλωτική υπεραπλούστευση ο ισχυρισμός ότι «όλοι» είμαστε υπεύθυνοι για την οικολογική καταστροφή όταν οι 500 μεγαλύτερες πολυεθνικές που ελέγχουν τη διεθνή οικονομία της αγοράς (το 70% περίπου του παγκόσμιου εμπορίου και το 80% των παγκόσμιων επενδύσεων) είναι υπεύθυνες για πάνω από το 50% των «εκπομπών θερμοκηπίου[8]. Αντίστοιχα, οι εφοπλιστές μας, πρωτοστατούν όχι μόνο σε θρησκευτικά πανηγύρια αλλά και στη μόλυνση των θαλασσών, καθώς και τη γενικότερη οικολογική καταστροφή.

Δεν είναι επομένως περίεργο ότι οι επιχειρήσεις αυτές κάνουν το παν για να αποφύγουν ουσιαστικούς περιβαλλοντικούς ελέγχους (π.χ. μέσω της ΓΚΑΤΤ) ή να ευνουχίσουν σχετικές προσπάθειες (π.χ. στη διάσκεψη του Ρίο κ.λπ.) των αφελών «ρεαλιστών» οικολόγων που ονειρεύονται μια οικο-συμβατή ανάπτυξη στο υπάρχον κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Αντίστοιχα, οι οικο-χριστιανοί και οι οπαδοί της μη ριζοσπαστικής οικολογίας θεωρούν περίπου ως...λεπτομέρεια το σύστημα της οικονομίας της αγοράς και προσποιούνται ότι δεν καταλαβαίνουν πως η βασική τομή στο οικολογικό κίνημα και την οικολογική σκέψη γενικότερα είναι μεταξύ εκείνων που παίρνουν ως δεδομένο το σύστημα αυτό και αυτούς που το απορρίπτουν. Γι’ αυτό και δεν προκαλεί καμιά έκπληξη το γεγονός ότι οι ίδιοι χαρακτηρίζουν την Έκθεση της Διεθνούς Τράπεζας για το περιβάλλον ως «ένα από τα ριζοσπαστικότερα κείμενα πολιτικής οικολογίας»![9]  Ούτε βέβαια είναι περίεργο ότι αδυνατούν να δουν τις αιτίες της οικολογικής κρίσης στην ίδια τη συγκέντρωση πολιτικής και οικονομικής δύναμης, δηλαδή στις εξουσιαστικές και εκμεταλλευτικές σχέσεις της οικονομίας της αγοράς, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να συνδέσουν τα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα (μαζική ανεργία, έκρηξη της φτώχειας και της ανισότητας, έκρηξη εγκληματικότητας και κατάχρησης ναρκωτικών κ.λπ.) με την προϊούσα οικολογική καταστροφή.

Οι οικο-χριστιανοί και οι οπαδοί της  μη ριζοσπαστικής οικολογίας πιστεύουν ότι είναι δυνατό το ειρηνικό (δηλαδή χωρίς τη προσφυγή στον οικοφασισμό) «πρασίνισμα του καπιταλισμού», πράγμα που αγνοεί τη θεμελιακή αντίφαση που δημιουργεί η απόπειρα εισαγωγής ποιοτικών περιορισμών στη δυναμική της οικονομίας της αγοράς. Αυτός είναι o κύριος λόγος για τον oπoιo το οικολογικό πρόβλημα δεv είναι απλώς θέμα πολιτιστικό, θέμα ήθους, ή θέμα αλλαγής πολιτικής, όπως υποστηρίζουν οι οικο-χριστιανοί και οι οπαδοί της μη ριζοσπαστικής οικολογίας, αλλά θέμα αλλαγής ολόκληρου τoυ θεσμικού πλαισίου και αντικατάστασης τoυ με θεσμούς άμεσης και οικονομικής δημοκρατίας. Δηλαδή, με θεσμούς που, αναιρώντας τη συγκέντρωση δύναμης, αποτελούν την αναγκαία συνθήκη για τη δημιουργία μιας οικολογικής κοινωνίας.


 

[1] Τάκης Φωτόπουλος, Η νεοφιλελεύθερη συναίνεση και η κρίση της οικονομίας ανάπτυξης (Γόρδιος, 1993) κεφ. 3 & 10.

[2] βλ. «Το πλωτό συμπόσιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου», Οικονομικός (5/10/1995).

[3] Μητροπολίτη Περγάμου Ι. Ζησιούλα, Η κτίση ως ευχαριστία (Εκδ. Ακρίτα, 1992). 

[4] Βλ. «Το αδιέξοδο της μη ριζοσπαστικής οικολογίας», "Ε" (5/8/1995).

[5] Βλ. «Επιστημονική και πολιτική οικολογία στα εφετινά σεμινάρια της Ερμούπολης», Οικονομικός (5/10/1995).

[6] Βλ. π.χ. τη τελευταία έρευνα, National Asthma Campaign, The Hidden Cost (Λονδίνο, 1995).

[7] Tim Radford, The Guardian (10/12/1995).

[8] βλ. The Ecologist, vol. 22 no. 4 & Tim Lang & Colin Hines, The new protectionsim (Λονδίνο, 1993), κεφ. 3 &6

[9] Σ. Παπασπηλιόπουλος, «Τα σεμινάρια της Ερμούπολης». Για κριτική της Έκθεσης της Δ.Τ. βλ. Τάκης  Φωτόπουλος, «Ανάπτυξη η δημοκρατία;», Κοινωνία και Φύση, αρ. 7.