(Ελευθεροτυπία, 20 Νοεμβρίου 1999)

Ο Κλίντον, το Σιάτλ και οι διαδηλώσεις

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Δυο γεγονότα αυτές τις μέρες, ένα στη χώρα μας και ένα στις ΗΠΑ, θέτουν το θέμα της σημασίας των διαδηλώσεων ως μορφής πολιτικής δράσης. Το ένα αφορά τις διαδηλώσεις εναντίον της επίσκεψης του Κλίντον στη χώρα μας και το άλλο τις μεγάλες διαδηλώσεις που οργανώνονται αυτές τις μέρες στο Σιατλ εναντίον της συνόδου της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου (ΠΟΕ). Χωρίς να παραγνωρίζει κανείς τη σημασία των διαδηλώσεων στην εκδήλωση του λαϊκού φρονήματος και στη δυναμική της συνειδητοποίησης μεγάλων λαϊκών στρωμάτων, το ερώτημα τίθεται πόσο αποτελεσματικές είναι, από μόνες τους, σε μια δυναμική επίτευξης η ανάσχεσης σημαντικών κοινωνικών αλλαγών στη σημερινή παγκοσμιοποιημενη οικονομία.  

Αν αρχίσουμε από την επίσκεψη Κλίντον, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αποτελεί μια ενέργεια ιδιαίτερα προκλητική εφόσον εκδηλώνεται λίγους μήνες μετά την Νατοϊκή εγκληματική ενέργεια και ενώ η υπόθεση που κάναμε τότε από τη στήλη αυτή για το σαθρό της επιχειρηματολογίας που χρησιμοποιήθηκε για να την δικαιολογήσει επιβεβαιώνεται από τα γεγονότα. Πράγμα που ισχύει ιδιαίτερα για το επιχείρημα της ανάγκης αποτροπής μιας εθνοκάθαρσης (των Αλβανών), που ξεσήκωσε σύσσωμη την Ευρωπαϊκή ‘Αριστερά’ και τα χρεοκοπημένα Πράσινα κόμματα, που σήμερα εύγλωττα σιωπούν σε μια άλλη εθνοκάθαρση (των Σέρβων) που γίνεται με την ανοχή των Νατοϊκών ‘απελευθερωτών’. Ο Νατοϊκός πόλεμος, σε συνεχεια της πολιτικής των ΗΠΑ έναντι της χώρας μας σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο (στήριξη του μετεμφυλιακου αστυνομικού κράτους, της χούντας, του διαμελισμού της Κύπρουγεγονότα στα οποία οι ΗΠΑ έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο),  ήταν αναπόφευκτο ότι θα οδηγούσε στη σημερινή έξαρση του λαϊκού φρονήματος για την πολιτική της Αμερικανικής ελίτ, που εκπροσωπεί σήμερα ο Κλίντον.

Φυσικά, το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι γιατί δεν παρατηρήθηκε ανάλογη έξαρση στην επίσκεψη Μπους πριν μερικά χρονια, όταν η Νέα Τάξη είχε ήδη αρχίσει να υλοποιείται με τον πόλεμο στον Κόλπο. Η απάντηση, που δείχνει και τους περιορισμούς ενός κινήματος που δεν είναι ουσιαστικά αυτόνομο, θα μπορούσε να είναι ότι, αντίθετα με την Νατοϊκή εκστρατεία στο Κόσοβο, η εκστρατεία κατά του Ιράκ δεν δίχασε αντίστοιχα την πολιτική και οικονομική ελίτ μας που διέβλεπε μόνο οφέλη από αυτή σε σχέση με τον έλεγχο του πετρελαίου από τη Δύση και τη συνακόλουθη συγκράτηση της τιμής του (και του διεθνούς πληθωρισμού) σε μακροπρόθεσμα χαμηλά επίπεδα. Η στάση της ελίτ τότε δικαιώθηκε από τα γεγονότα και δεν είναι άσχετη με τη σημερινή ‘επιτυχία’ της σχετικά με την ένταξη στο Ευρω. Αντίθετα, η Νατοϊκή εκστρατεία δίχασε την πολιτική και οικονομική ελίτ μας. Έτσι, η εκσυγχρονιστική πτέρυγα της υποστήριζε με κάθε τρόπο το Νατοϊκό έγκλημα (παρά τις θεατρινίστικες —με την συγκατάθεση των δυτικών— διαφωνίες της που στόχευαν μόνο στην εσωτερική κατανάλωση) διαβλέποντας τη γενικότερη σημασία που θα είχε για την παγίωση της οικονομίας της αγοράς στα Βαλκάνια (από την οποία ελπίζει να ωφεληθεί) η πλήρης ένταξη της περιοχής στη Νέα Τάξη. Ένα άλλο τμήμα της ελίτ μας όμως στράφηκε εναντίον της Νατοϊκής εκστρατείας διαβλέποντας τον κίνδυνο αλλαγής συνόρων στη περιοχή και υποβάθμισης του ρόλου της σε σχέση με άλλες ελίτ της περιοχής, ιδιαίτερα την Τούρκικη. Έτσι παρουσιάστηκε το φαινόμενο όχι μόνο η Αριστερά (εξωκοινοβουλευτική και μη) αλλά και θεσμοί του κατεστημένου (το μεγαλύτερο τμήμα της δεξιάς, η πλειοψηφία των  ΜΜΕ, η Εκκλησία, κλπ) να στραφούν  εναντίον της Νατοϊκής εκστρατείας, πράγμα που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία της μαζικής αντίδρασης εναντίον της που σήμερα εκδηλώνεται με την κινητοποίηση εναντίον της επίσκεψης  Κλίντον, την οποία τώρα οι τρομοκρατημένοι ‘εκσυγχρονιστές’ αγωνίζονται να  καταπνίξουν με κάθε μέσο.

Στο Σιατλ οι διαδηλωτές έχουν βαθύτερους στόχους εφόσον δεν εκφράζουν απλώς μια διαμαρτυρία για την άσκηση της εξουσίας αλλά επιδιώκουν να θέσουν σε κίνηση μια δυναμική που θα οδηγήσει στην ανατροπή των στόχων της συνόδου της ΠΟΕ.  Και ο  στόχος της συνόδου αυτής δεν είναι άλλος παρά να ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη διαδικασία ανοίγματος των αγορών και ‘αγοραιοποιησης’ (δηλαδή ελαχιστοποίησης των κοινωνικών ελέγχων πάνω στις αγορές). Πράγμα που θα οδηγήσει αναγκαστικά σε ακόμη μεγαλύτερη συγκέντρωση οικονομικής δύναμης στα χέρια του κλαμπ των πιο ανταγωνιστικών τμημάτων της παγκόσμιας οικονομικής ελίτ, σε βάρος των λαών και περιοχών που έχουν την ατυχία να βρίσκονται έξω από το κλαμπ αυτό, δηλαδή σε βάρος της συντριπτικής πλειοψηφίας του παγκόσμιου πληθυσμού.

Όμως, ούτε η πολιτική της αμερικανικής ελίτ σε σχέση με την χώρα μας, ούτε βέβαια η πολιτική της ΠΟΕ αποτελούν θέμα ‘κακής’ πολιτικής , όπως ισχυρίζονται πολλοί από τους οργανωτές των διαδηλώσεων κατά του Κλίντον και της ΠΟΕ. ΟΙ πολιτικές αυτές βρίσκονται σε απόλυτη συνέπεια με τους στόχους των ελίτ που παίρνουν τις σχετικές αποφάσεις. Η Αμερικανική πολιτική έναντι της χώρας μας στην μεταπολεμική περίοδο, ήταν απόλυτα συμβατή όχι μόνο με τα συμφέροντα της αμερικανικής οικονομικής ελίτ αλλά και της δικής μας, ακόμα και όταν έπρεπε να θυσιαστεί η πολιτική μας ελίτ, όπως συνέβη στη περίοδο της χούντας. Αντίστοιχα, οι πολιτικές που ακολουθούν σήμερα διεθνείς οργανισμοί όπως η ΠΟΕ, το ΔΝΤ, η Διεθνής Τράπεζα κλπ είναι σε αγαστή σύμπνοια με τα συμφέροντα του κυρίαρχου τμήματος της διεθνούς οικονομικής ελίτ (δηλαδή των πολυεθνικών που έχουν την έδρα τους στις μητροπολιτικές χώρες) για την αναπαραγωγή του σημερινού συστήματος τεραστίας συγκέντρωσης οικονομικής δύναμης στα χέρια των ολίγων. Επομένως, τόσο στη μια περίπτωση όσο και στην άλλη ο συγκεκριμένος τρόπος ενάσκησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας είναι απόλυτα συμβατός με τους στόχους αυτών που την ελέγχουν. Η διαπίστωση αυτή μας οδηγεί στο επόμενο κρίσιμο συμπέρασμα ότι είναι η απουσία πολιτικής και οικονομικής δημοκρατίας, με την μόνη αυθεντική έννοια της ισοκατανομής της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας μεταξύ των πολιτών, που αποτελεί την απώτερη αιτία για τις παραπάνω πολιτικές. Δηλαδή, η απουσία μιας ‘Περιεκτικής Δημοκρατίας’ που θα εξασφάλιζε δημοκρατικές δομές και διαδικασίες, οι οποίες αποτελούν την αναγκαία συνθήκη για τον έλεγχο της πολιτικής και οικονομικής διαδικασίας από το σώμα των πολιτών και όχι από πολιτικές και οικονομικές ελίτ.

Με βάση την προβληματική αυτή, οι διαδηλώσεις στην Αθήνα και το Σιατλ, μολονότι απαραίτητες για να εκφράσουν την λαϊκή αντίθεση στις ασκούμενες πολιτικές, από μόνες τους, δεν μπορούν να έχουν καμία σχεδόν σημασία σε σχέση με την ανατροπή τους. Όσο δηλαδή η ενάσκηση της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, λόγω των σημερινών θεσμοποιημένων δομών και διαδικασιών, ανατίθεται σε διάφορες ελίτ είναι φυσικό οι ελίτ αυτές να εκμεταλλεύονται την εξουσία αυτή για την διαιώνιση των προνομίων τους χρησιμοποιώντας τα ΜΜΕ και άλλους κοινωνικούς θεσμούς για την ‘νομιμοποίηση’ της εξουσίας τους, μέσω μιας διαδικασίας ‘εσωτερίκευσης’ των θεσμών που την καθιερώνουν. Το συμπέρασμα είναι ότι μορφές κοινωνικής δράσης όπως οι διαδηλώσεις, καθώς και άλλες μορφές άμεσης δράσης, τοπικού ακτιβισμού, ή ακόμα και απόπειρες αλλαγής του τρόπου ζωής σε συλλογικό η ατομικό επίπεδο, είναι ανίσχυρες, από μόνες τους, να αποτελέσουν τμήμα μιας δυναμικής για την καθιέρωση πολιτικής και οικονομικής δημοκρατίας. Εάν δηλαδή οι μορφές αυτής κοινωνικής δράσης δεν αποτελούν οργανικό τμήμα ενός περιεκτικού πολιτικού προγράμματος για ‘συστημικη’ αλλαγή, όπως κάποτε συνέβαινε με το ριζοσπαστικό σοσιαλιστικό κίνημα, είναι καταδικασμένες σε περιθωριοποίηση η αφομοίωση από το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο και παίζουν αντικειμενικά τον ρόλο δημιουργίας ενός ‘δημοκρατικού’ προσωπείου, που καλύπτει τη σημερινή βαθύτατα αντιδημοκρατική μορφή κοινωνικής οργάνωσης η οποία θεμελιώνεται στη πελώρια συγκέντρωση εξουσίας.

 

Υ.Γ. Στον κ. Δημ. Πανταζη (‘Ε’, 17/11/99) που χαρακτηρίζει το προηγούμενο άρθρο μου για τον ρατσισμό κατάπτυστο κλπ και προσωπικά τον συντάκτη του ως ‘αλλόθρησκο’ (προφανώς δεν διανοείται ότι κάποιος μπορεί να μην πιστεύει σε θρησκείες και ανορθολογισμούς!) δεν αξίζει απάντηση. Είναι όμως χαρακτηριστικό της σύγχυσης των «Ελληναραδων» στους οποίους ανήκει και ο επιστολογράφος ότι επικαλείται την θρησκεία ‘ως βασικό λόγο επιβίωσης του έθνους μέσω των αιώνων’. Είμαι βέβαιος ότι, όπως και οι ιδεολογικοί γκουρού των Ελληναραδων, οι Ελληνορθόδοξοι, θα περηφανεύεται και για την αρχαία Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι τα δημοκρατικά, φιλοσοφικά και αλλά επιτεύγματα της είναι εντελώς ασύμβατα με τον ιουδαιοχριστιανισμό και γενικά τον ανορθολογισμό...