(Ελευθεροτυπία, 3 Ιουλίου 1999)

Η Νέα Τάξη και η Αριστερά στην Ευρώπη

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Μολονότι η Νέα Τάξη δεν είναι ακριβώς σημερινό φαινόμενο, εφόσον  έχει αρχίσει και αναπτύσσεται εδώ και περίπου μια δεκαετία, εντούτοις, ήταν ο εγκληματικός Νατοϊκός πόλεμος που την έφερε στο προσκήνιο και ξεκαθάρισε το πολιτικό-στρατιωτικό και ιδεολογικό περιεχόμενο της. Δεδομένου όμως ότι πολλοί γενικολογούν για τη Νέα Τάξη, ή απλώς την ταυτίζουν με την Αμερικανική πλανηταρχία, θα ήταν χρήσιμο να εξετάσουμε το περιεχόμενο της. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν το συγκεκριμένο περιεχόμενο έχει σημαντικές συνέπειες για τον προσδιορισμό του χαρακτήρα του αντι-Νεοταξικού αγώνα και συνακόλουθα του νοήματος που μπορεί να έχει η Αριστερά σήμερα.

Το οικονομικό περιεχόμενο της Νέας Τάξης καθορίζεται από την διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς. Η διεθνοποίηση, όπως προσπάθησα να δείξω αλλού,[1] διαφέρει από την αμφιλεγόμενη παγκοσμιοποίηση και αναφέρεται στη περίπτωση όπου οι αγορές (αλλά όχι αναγκαστικά και η παραγωγή) έχουν διεθνοποιηθεί, ως αποτέλεσμα του ‘ανοίγματος’ τους στον ξένο ανταγωνισμό και της απορύθμισης ή απελευθέρωσης τους. Αυτό ισχύει σήμερα για τις αγορές εμπορευμάτων, κεφαλαίου και εργασίας. Η ελεύθερη διακίνηση εμπορευμάτων και κεφαλαίου και οι ‘ελαστικές’ αγορές εργασίας αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά της διεθνοποίησης . Οι αλλαγές αυτές δεν προκλήθηκαν απλώς από τις ‘κακές’ νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις της περασμένης δεκαετίας, όπως συνήθως υποστηρίζουν οι σοσιαλδημοκράτες για να δικαιολογήσουν την ύπαρξη τους, που στη σημερινή διεθνοποιημένη οικονομία δεν έχει πια νόημα. Οι Θάτσερ-Ρέιγκαν απλώς θεσμοποίησαν αλλαγές οι οποίες είχαν ξεκινήσει  προ πολλού ‘από κάτω’, λόγω της μαζικής επέκτασης της δραστηριότητας των πολυεθνικών και του διεθνούς εμπορίου.

Το αποτέλεσμα της διεθνοποίησης αυτής είναι η δραστική μείωση της οικονομικής κυριαρχίας των κρατών-εθνών, εφόσον οι οικονομικές πολιτικές τους καθορίζονται σήμερα αποφασιστικά από τη διασυνοριακή κίνηση κεφαλαίου και εμπορευμάτων. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα κράτη δεν μπορούν πια να επιβάλλουν διάφορους ρυθμιστικούς ελέγχους, τους οποίους άλλωστε απαιτεί η ομαλή λειτουργία της οικονομίας της αγοράς. Αυτό που σημαίνει είναι ότι καμία κυβέρνηση (η ακόμα και οικονομικό μπλοκ, όπως η ΕΕ) δεν μπορεί πια να επιβάλλει ελέγχους για την αποτελεσματική προστασία της εργασίας ή του περιβάλλοντος από τις δυνάμεις της αγοράς, οι οποίοι δεν θα ήσαν ‘ανταγωνιστικοί’, δηλαδή συγκρίσιμοι με ο,τι ισχύει σε ανταγωνιστικές χώρες και μπλοκ. Η ανάγκη για ‘σταθερότητα’ όσον αφορά το οικονομικό, αλλά και το πολιτικό, κλίμα είναι ακόμη μεγαλύτερη σε μια διεθνοποιημένη οικονομία από ότι στο παρελθόν, όταν η παγκόσμια οικονομία αποτελείτο από μια σειρά ημι-ανοικτές εθνικές οικονομίες. Όπως λοιπόν στη παλιά εθνική οικονομία  το έθνος κράτος είχε τον ρόλο της επιβολής των κανόνων λειτουργίας της οικονομίας της αγοράς, μέσω του μονοπωλίου της βίας που εξασκούσε, στη σημερινή διεθνοποιημένη οικονομία ο ρόλος της επιβολής των κανόνων λειτουργίας της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς, και ιδιαίτερα της δημιουργίας του κατάλληλου κλίματος σταθερότητας, ανατίθεται σε διεθνείς οικονομικούς και πολιτικοστρατιωτικους οργανισμούς.

Οι οργανισμοί αυτοί περιλαμβάνουν όχι μόνο το ΔΝΤ, τον Διεθνή Οργανισμό Εμπορίου, τη Διεθνή Τράπεζα κλπ αλλά και την «Ομάδα των 7», καθώς και το νέο ΝΑΤΟ και τον ελεγχόμενο από τις αναπτυγμένες οικονομίες της αγοράς ΟΗΕ. Χαρακτηριστικά, σε μια πρόσφατη σειρά άρθρων στους Ταιμς της Ν. Υόρκης αναφερόταν ρητά ότι σήμερα αποτελεί τμήμα της δραστηριότητας του Στεητ Ντιπάρτμεντ (και έμμεσα του ΝΑΤΟ) η προώθηση της απορύθμισης των αγορών και της κατάργησης όλων των εμποδίων στη κίνηση των εμπορευμάτων και του κεφαλαιου[2]. Ο Νατοϊκός πόλεμος , ανεξάρτητα από τους συγκεκριμένους στόχους του που απέβλεπαν στην ενσωμάτωση της Γιουγκοσλαβίας στη Νέα Τάξη (μέσω της ολοκλήρωσης της αποσύνθεσης της), είχε ακριβώς ως γενικό στόχο την σταθεροποίηση της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς στην κρίσιμη αυτή περιοχή της Ευρωπης.[3] Ακόμη, έδωσε την ευκαιρία να εφαρμοστεί στη πράξη η ‘νεα στρατηγική αντίληψη’ του ΝΑΤΟ που σηματοδότησε την επίσημη μετατροπή του σε επιθετικό οργανισμό για την επιβολή της Νέας Τάξης στον κρίσιμο Ευρω-ατλαντικό χώρο. Τέλος, το ιδεολογικό περιεχόμενο της Νέας Τάξης, που αποτυπώθηκε στον καθορισμό των περιπτώσεων που δίνουν στο ΝΑΤΟ δικαίωμα επέμβασης ακόμη και όταν παραβιάζεται η εθνική κυριαρχία, έχει ήδη οριστεί από τους ιδεολόγους της Νέας Τάξης. Σύμφωνα με την ιδεολογία αυτή, που διατυπώθηκε καθαρά από ένα βασικό υπερασπιστή της, το κλασικό παράδειγμα οπορτουνιστή επαγγελματία πολιτικού, τον Κόν Μπεντιτ[4], η ‘ηθική κυριαρχία’ υπερτερεί της εθνικής κυριαρχίας, πράγμα που δικαιώνει την αρχή της περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας την οποία ήδη εφάρμοσε το ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία. Ανάλογες θέσεις υποστηρίζουν και οι άλλοι υποστηρικτές του πόλεμου μέσα στην ‘αριστερά’ που συνετάγησαν με την Νέα Τάξη (Anthony Giddens, Alain Tourain, Edgar Morin, Habermas, Alain Lipietz κ.α.) οι οποίοι, όχι τυχαία, έχουν από καιρό υιοθετήσει το οικονομικό περιεχόμενο της Νέας Τάξης.

Είναι επομένως φανερό από τα παραπάνω ότι η Νέα Τάξη έχει καθαρό ‘συστημικό’ χαρακτήρα, αναφέρεται δηλαδή στο ίδιο το σύστημα της οικονομίας της αγοράς και των πολιτικών εκφράσεων της. Αυτό είναι κάτι που ήδη έχουν αντιληφθεί οι ακτιβιστές σε άλλες χώρες οι οποίοι, όπως έδειξαν με τη μεγάλη αντί-συστημική διαδήλωση στο Σίτι του Λονδίνου την περασμένη εβδομάδα, εγκατέλειψαν τους αγώνες για συγκεκριμένα αιτήματα (απόπειρες να σταματήσουν την κατασκευή αυτοκινητόδρομων κ.λπ.), συνειδητοποιώντας το μάταιο των αγώνων αυτών, και εγκαινίασαν εκδηλώσεις με καθαρά αντισυστημικό χαρακτήρα.[5] Η διαπίστωση αυτή για τον συστημικό χαρακτήρα της Νέας Τάξης έχει μια σειρά πολιτικές συνέπειες σε μερικές από τις οποίες θ’ αναφερθώ στη συνέχεια.

Πρώτον, η πολιτική που ακολουθούν σήμερα οι κεντρο-’αριστερες’ κυβερνήσεις δεν οφείλεται όπως υποστηρίζουν οι σοσιαλδημοκρατες[6] σε ‘εξαχρείωση και πολιτικό εκφυλισμό’ αλλά στο γεγονός ότι στο θεσμικό πλαίσιο της Νέας Τάξης που εγκολπώνονται δεν έχουν άλλη επιλογή. Με αυτή την έννοια οι σοσιαλφιλελεύθεροι πράγματι αντιμετωπίζουν ‘μονόδρομο’.

Δεύτερον, το ίδιο ισχύει για τους άθλιους Ευρωπαίους Πράσινους οι οποίοι συμμετέχουν στις σοσιαλφιλελεύθερες Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (για την νίκη των οποίων στις Ευρω-εκλογές πανηγύριζε προ ημερών και η δική μας δήθεν αντί-καπιταλιστική ‘Πράσινη Πολιτική’ καθώς και υποτιθέμενοι οπαδοί της αυτονομίας![7]). Η ‘Τρίτη Αριστερά’ που αναγγέλλουν οι ‘ριζοσπάστες’ Κόν Μπεντιτ και Λιπιετζ[8] δεν αποτελεί παρά τον τελικό ευτελισμό της έννοιας της ‘αριστεράς’ στα χέρια εκκολαπτομένων  «Πράσινων» επαγγελματιών πολιτικών που φιλοδοξούν ν αντικαταστήσουν τους σοσιαλφιλελεύθερους στο ρόλο της διαχειριστικής ‘αριστεράς’ του κατεστημένου.    

Τρίτον, με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, το μέτωπο κατά της Νέας Τάξης ή θα έχει συστημικό περιεχόμενο η δεν έχει λόγο ύπαρξης. Αυτό σημαίνει ότι σε ένα τέτοιο μέτωπο δεν έχουν θέση άτομα και οργανώσεις που  δηλώνουν αριστερή ταυτότητα (συνήθως με βάση κάποιες παλιές περγαμηνές) αλλά υιοθετούν το οικονομικό και πολιτικό (αν όχι και το ιδεολογικό) περιεχόμενο της Νέας Τάξης μιλώντας για ριζική αναμόρφωση της ΕΕ (η του ΝΑΤΟ ) ‘από μέσα’, και ‘ξεχνώντας’ βολικότατα ότι η διεθνοποίηση δεν είναι αναστρέψιμη στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Το ίδιο δεν έχουν θέση σε ένα τέτοιο μέτωπο οι διάφοροι ‘πατριώτες’ και ελληνορθόξοι για τους οποίους η Νέα Τάξη ορίζεται όχι με θεσμικά αλλά πολιτιστικά κριτήρια (εθνικότητα, θρησκεία, δυτικός πολιτισμός κ.λπ. —με συνεπεια νεορθόδοξος τον οποίο στέγασε το ΚΚΕ να μιλά για τα παραστρατημένα ‘αδέλφια μας’ στην πολιτική ελίτ των κυβερνώντων σοσιαλφιλελεύθερων!) Τα ‘πατριωτικά’ μέτωπα, όπως αυτά που καταστρώνει το ΚΚΕ (όχι τυχαία ο Ριζοσπάστης μιλά τώρα για τον ‘Χριστό που προχωρά πάνω στη Γη υψώνοντας παντού την κόκκινη σημαία!’[9]), όχι μόνο αποπροσανατολίζουν τα λαϊκά στρώματα ―που αποτελούν τα θύματα της Νέας Τάξης― για το πραγματικό νόημα της, αλλά και ‘νομιμοποιούν’ από τ’ αριστερα εκείνες ακριβώς τις τάσεις στις οποίες αναθέτει η ελίτ τον ρόλο της ανώδυνης εξωκοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης.

 


 

[1] Τ. Φωτόπουλος, Περιεκτική Δημοκρατία, κεφ. 1- υπό έκδοση από τον Καστανιώτη

[2] Nicholas Kristof, International  Herald Tribune, 16-19 Φεβρ. 1999

[3] βλ για παραπέρα ανάλυση, T. Fotopoulos, ‘The First War of the Internationalised Market Economy, Democracy & Nature, Ιούλης 1999

[4] Liberation, 5/6/99

[5] βλ. The Observer, 20/6/99

[6] βλ. π.χ. Κ. Βεργοπουλος, Ε, 20/6/99

[7] βλ. π.χ. Τετα Παπαδοπουλου, ‘Ε’, 24/6/99

[8] Liberation, 18/6/99

[9] Ριζοσπάστης, 26/6/99