(Ελευθεροτυπία, 16 Δεκεμβρίου 2000)

Σε αδιέξοδο το ‘κίνημα’ κατά της παγκοσμιοποίησης;

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Οι εκδηλώσεις εναντίον της παγκοσμιοποίησης --απο το Σιατλ μέχρι το Λονδίνο και απο τη Πράγα μέχρι τη Νίκαια—και κατά των οικονομικών και πολιτικών ελίτ που διαφεντεύουν την τύχη μας έχουν γίνει πια ‘ρουτίνα’, σύμφωνα με την έκφραση του  Γκαρντιαν σε σχέση με τις πρόσφατες διαδηλώσεις στη Νίκαια.  Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εκδηλώσεις αυτές θα μπορούσαν ν αποτελέσουν σημαντικά βήματα στη δημιουργία ενός αντί-συστημικού κινήματος που θα απειλούσε πραγματικά την σημερινή διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς. Ο χαρακτήρας άλλωστε των εκδηλώσεων αυτών, που οργανώνονται με αμεσοδημοκρατικό τρόπο και χωρίς ιεραρχικές δομές, ειναι ενα θετικό βήμα στη κατεύθυνση αυτή. Όμως,  η ίδια η μορφή που έχει πάρει το ‘κίνημα’ αυτό, πέρα απο τους ενθουσιασμούς για τη μαζικότητα των εκδηλώσεων και τον οργανωτικό χαρακτήρα τους, γεννά μια σειρά ερωτήματα που θα μπορούσαμε να εξετάσουμε σύντομα εδώ. Συγκεκριμένα, τι μπορούμε να  περιμένουμε απο το ‘κίνημα’ αυτό; Μπορεί να αποτελέσει τον καταλύτη για ριζικές αλλαγές στον χαρακτήρα της παγκοσμιοποίησης ή μήπως, στη σημερινή μορφή του, οδηγείται σε αδιέξοδο και το πολύ να οδηγήσει σε διακοσμητικές ή επουσιώδεις αλλαγές στην παγκοσμιοποιηση, σαν αυτές που υποσχέθηκαν οι ηγέτες της κέντρο-αριστερας πρόσφατα στο Βερολίνο και ήδη θέτει σε εφαρμογή απο τη μεριά της η κυβέρνηση Μπλέρ;

Για ν απαντήσουμε στα, ερωτήματα αυτά θα πρέπει αρχικά να εξετάσουμε τη φύση του σημερινού ‘κινήματος’ που, ‘οπως είχα αναφέρει σε παλαιότερο άρθρο (‘Ε’, 18/12/99),  συνίσταται απο ετερογενή στοιχεία, με μια γκάμα στόχων που κυμαίνεται απο μεταρρυθμιστικά αιτήματα, σαν αυτά που προτείνουν οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, τα γραφειοκρατικά εργατικά συνδικάτα και τα ενσωματωμένα στο σύστημα Πράσινα κόμματα και ρεύματα, μέχρι ριζοσπαστικά αιτήματα ‘συστημικού’ χαρακτήρα που υποστηρίζονται απο υποστηρικτές της ριζοσπαστικής εξω-κοινοβουλευτικής Αριστεράς. Η ετερογενής φύση των συστατικών στοιχείων του ‘κινήματος’, δηλαδή των ομάδων που δραστηριοποιούνται σε σχέση με τις μορφές αυτές ‘άμεσης δράσης’, συνεπάγεται μερικές σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις που αφορούν τον ίδιο τον χαρακτήρα του.

Αρχικά, δεν ειναι δυνατόν καν να μιλούμε σημερα για κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης. Ενα κίνημα προϋποθέτει κοινό πολιτικό ‘πρόταγμα’, δηλ. κοινή ανάλυση για τη σημερινή κατάσταση,  ή τουλάχιστον κοινούς στόχους και μέσα για την επίτευξη τους.  Όμως, οι ακτιβιστές που παίρνουν μέρος σε αυτές τις δραστηριότητες οχι μονο διαφέρουν ριζικά ως προς τα μέσα που υιοθετούν, τα οποία κυμαίνονται απο τη βίαιη άμεση δράση μέχρι τις ειρηνικές διαδηλώσεις και τη παθητική αντίσταση, αλλα ακόμη και ως προς τους ίδιους τους στόχους –πράγμα που απορρέει βέβαια απο τη πανσπερμία απόψεων ως προς την έννοια και τη σημασία της παγκοσμιοποίησης. Ετσι, όσον αφορά την ανάλυση που υιοθετούν οι ακτιβιστές που δραστηριοποιούνται στις εκδηλώσεις αυτές θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τις παρακάτω κύριες τάσεις:

  • Μερικοί απο τους ακτιβιστές αυτούς αποδίδουν την ευθύνη για τη σημερινή πολυδιάστατη κρίση (οικονομική, πολιτική, οικολογική, κοινωνική, πολιτισμική) στις ίδιες τις δομές του παρόντος συστήματος (δηλ. την οικονομία της αγοράς και την αντιπροσωπευτική ‘δημοκρατία’) που εξασφαλίζουν τη πελώρια συγκέντρωση πολιτικής και οικονομικής δύναμης

  • Άλλοι μέμφονται τις επικρατούσες αξίες του καταναλωτισμου, ανάπτυξης κλπ, αν οχι τον ίδιο τον Διαφωτισμό και τη Βιομηχανική Επανάσταση, υιοθετώντας μια άκριτη και ανιστόρητη ανάλυση της πραγματικότητας που, ξεκινώντας απο τη κατάρρευση του οράματος της Προόδου, αλλα και του Μαρξιστικού κινήματος, παραγνωρίζει την αλληλεπίδραση θεσμών και αξιών καθώς και τη δυναμική τους

  • Τέλος άλλοι αποδίδουν τη παγκοσμιοποιηση  και τις συνέπειες της στις ‘νεοφιλελεύθερες’ πολιτικές που εφαρμόζουν συντηρητικά η ‘άβουλα’ σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στη κυβέρνηση, αποχωρίζοντας ‘βολικότατα’ τον νεοφιλελευθερισμό και τη παγκοσμιοποίηση απο το ίδιο το σύστημα της οικονομίας της αγοράς.

Αντίστοιχα, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τις ακόλουθες τάσεις όσον αφορά τους στόχους των ακτιβιστών του ‘κινήματος’ κατά της παγκοσμιοποίησης: 

  • Αυτοί που ανήκουν στη πρώτη κατηγορία είτε προβάλλουν ουτοπικά αντι-συστημικά αιτήματα για την κατάργηση των διεθνών θεσμών που στηρίζουν το σύστημα της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας της αγοράς (Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου, Διεθνής Τράπεζα, ΔΝΤ κλπ), χωρίς όμως να απαιτούν την κατάργηση του ίδιου του συστήματος αυτού, είτε απαιτούν την ανατροπή του όλου συστήματος συγκέντρωσης δύναμης, χωρίς όμως να προτείνουν κάποιο εφικτό και επιθυμητό εναλλακτικό σύστημα κοινωνικής οργάνωσης, πέρα απο την αποτυχημένη οικονομία της αγοράς αλλα και τον εξίσου αποτυχημένο συγκεντρωτικό σχεδιασμό του τ. ‘υπαρκτού’

  • Αυτοί που ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία (στους οποίους θα μπορούσαμε να κατατάξουμε και την παρ ημίν πρόσφατα συγκροτηθείσα ‘Κίνηση Ενάντια στη Νέα Τάξη’, που απαρτίζεται απο Ελληνορθόδοξους οι οποίοι αντιτίθενται βασικά στη πολιτιστική παγκοσμιοποίηση καθώς και τους υποστηρικτές τους στην ‘Αριστερά’, οι οποίοι είτε μιλούν γενικά περί ‘μονοπωλίων’ και πολυεθνικών χωρίς να προτείνουν συγκεκριμένο ‘αντί-συστημικό πρόταγμα’, είτε χαρακτηρίζουν την παγκοσμιοποίηση...χιμαιρολογια) συνήθως υποθέτουν ότι όλα ειναι θέμα να πεισθούν οι ‘λαοί’ για τα δεινά της παγκοσμιοποίησης. Eίναι όμως φανερό ότι ο ‘λαός’ γενικά, χωρίς ταξικές διαφοροποιήσεις με βάση τις σημερινές (οχι αυτές της εποχής του Μαρξ!)  κοινωνικές διαιρέσεις και δομές εξουσίας, δεν μπορεί ν αποτελέσει το υποκείμενο του νέου κινήματος που απαιτεί ο αγώνας κατά της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας της αγοράς

  • Τέλος, αυτοί που ανήκουν στη τρίτη κατηγορία (στους οποίους ανήκουν και οι παρ’ ημίν  πρόσφατα συγκροτήσαντες ‘Πρωτοβουλία για την επανίδρυση της αριστερας’) πιστεύουν ότι η λαϊκή πίεση απο τα κάτω (αν οχι και η συμμετοχή στη κυβέρνηση!) θα εξαναγκάσει τις ελίτ να πάρουν κατάλληλα μέτρα για την αποτελεσματική προστασία της εργασίας και του περιβάλλοντος απο τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης (‘περιορισμός’ της παγκοσμιοποίησης, ‘δίκαιο’ εμπόριο κλπ). Ειναι φανερό ότι η άποψη αυτή αγνοεί ότι η δυναμική της οικονομίας της αγοράς απαιτεί τη σημερινή παγκοσμιοποίηση, η οποια προυποθέτει ανοικτές αγορές εμπορευμάτων και κεφαλαιου και ελαστικές αγορές εργασίας με όλα τα επακόλουθα τους.

Δεν ειναι λοιπόν δύσκολο να συμπεράνει κανείς απο τα παραπάνω ότι το ‘κίνημα’ κατά της παγκοσμιοποίησης, στη σημερινή μορφή του, οδηγείται σε αδιέξοδο εφόσον δεν μπορεί καν να βοηθήσει στη δημιουργία μιας ριζοσπαστικής εναλλακτικής συνειδητοποίησης. Κάτι τέτοιο θ απαιτούσε οι δραστηριότητες του να αποτελούν τμήμα μιας  μεταβατικής  στρατηγικής  προς  συστημικές  αλλαγες, δηλαδη τμήμα  ενός  προγραμματικού  κινήματος με βάση ενα νέο πολιτικό προταγμα για την εποχή μας με στόχο την Περιεκτική Δημοκρατία,  οπως συνεβαινε καποτε με το σοσιαλιστικο κινημα. Είναι φανερό ότι μονο με αυτο τον τροπο θα μπορουσε να γεννηθει ενα πραγματικο αντι-συστημικό κινημα που θα οδηγούσε στη δημιουργία μιας Νέας Διεθνούς Τάξης βασισμένης στην ισοκατανομή πολιτικής και οικονομικής δύναμης μεταξύ λαών και  πολιτών και την αρμονική σχέση με την Φύση που σημερα βάναυσα ταλαιπωρείται (με συνέπειες που ήδη βλέπουμε) απο την παγκοσμιοποιημένη οικονομία της αγοράς.

 

YΓ. Ο κ. Δημητράς, εκδότης του ηλεκτρονικού περιοδικού «Δικαιωματικά», πέτυχε διπλό κατόρθωμα σε σχέση με το άρθρο μου για την Παλαιστίνη («E», 4/11/2000): από τη μια μεριά, κατάφερε, όπως ακριβώς και οι φανατικοί Σιωνιστές, να ταυτίσει τον αντισιωνισμό με τον αντισημιτισμό, χαρακτηρίζοντας, χωρίς βέβαια καμία τεκμηρίωση, «αντισημιτικές» τις σχετικές απόψεις μου (αγνοώντας προφανώς ότι έτσι βαφτίζει αντισημίτες και κορυφαίους... Eβραίους αντισιωνιστές με παρόμοιες απόψεις, όπως η Xάννα Aρεντ και ο Tσόμσκι!) και από την άλλη δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει αυτό του το κατόρθωμα σαν αφορμή για να διακόψει το περιοδικό μονομερώς το διάλογο μαζί μου όταν διαπίστωσε ότι ο παραπέρα διάλογος δεν τον συνέφερε! Πράγμα που σημαίνει, όταν τυχαίνει να ελέγχεις το μέσο όπου δημοσιεύεται ο διάλογος, πως επιβάλλεις λογοκρισία στον συνομιλητή σου (έχω ανάλογη πείρα και από την «Eποχή», την εφημερίδα που μάχεται «για την κομμουνιστική ανανέωση», σε πρόσφατο διάλογό μου με τον Π. Kοροβέση). Οσον αφορά αυτά που γράφει, ότι τα άρθρα μου για το ρατσισμό «δεν έχουν τίποτα να πουν για τα πιο κρίσιμα ζητήματα, αυτά των μειονοτήτων», δεν περίμενα βέβαια από τον κ. Δημητρά, που αναλώνεται με τα συμπτώματα των διακρίσεων κατά των μειονοτήτων, να καταλάβει ότι στόχος της αρθρογραφίας μου ήταν η ανάλυση των «συστημικών» αιτίων τους.