Οι παράπλευρες απώλειες της ελίτ

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

(Ελευθεροτυπία, 2003/07/26) 

 

Όταν στη διάρκεια του πολέμου στο Ιράκ είχα από τη στήλη αυτή[1] γράψει για την ήττα της υπερεθνικής ελίτ, ανέφερα ότι η νίκη της, την οποία σηματοδοτούσε η κατάληψη του Ιράκ, ήταν συγχρόνως μια ήττα. Και αυτό, διότι η αντίσταση του ιρακινού λαού, πριν από την (πιθανότατα συμφωνημένη με την ιρακινή στρατιωτική ελίτ) παράδοση της Βαγδάτης, είχε κάνει πια φανερό σχεδόν σε όλους ότι:

  • οι στόχοι του πολέμου δεν είχαν σχέση με τα μυθικά όπλα μαζικής καταστροφής που τάχα μάς απειλούσαν όλους,

  • η όλη εκστρατεία της ελίτ στηριζόταν στην απάτη ότι έχει απελευθερωτικό χαρακτήρα.

  • η πραγματική αντίθεση δεν είναι μεταξύ των «προοδευτικών» τμημάτων της υπερεθνικής ελίτ (Γαλλία, Γεμανία κ.λπ.) και των πιο αδίστακτων τμημάτων (ΗΠΑ, Βρετανία), αλλά μεταξύ των λαών και των ελίτ που διαχειρίζονται τη Νέα Διεθνή Τάξη.

Στους λιγοστούς μήνες που πέρασαν από τότε, φάνηκε καθαρά ότι η ηθική και επικοινωνιακή ήττα της υπερεθνικής ελίτ είναι στην πραγματικότητα πολύ μεγαλύτερη από ό,τι φαινόταν τότε. Αν πάρουμε πρώτα τη μυθολογία για τα όπλα μαζικής καταστροφής, οι παράπλευρες απώλειες της υπερεθνικής ελίτ από τις αντιφάσεις που δημιούργησε η εκστρατεία εξαπάτησης της κοινής γνώμης, όπως φανερώνει, για παράδειγμα, το σκάνδαλο της «αυτοκτονίας» του επιστήμονα Ντέιβιντ Κέλι, το οποίο συγκλονίζει τη Βρετανία, είναι ιδιαίτερα σημαντικές, κλονίζοντας την εμπιστοσύνη στους θεσμούς της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας», ακόμη και σε μια χώρα όπως η Βρετανία, όπου οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί, καθώς και ΜΜΕ, όπως το BBC, ιστορικά ήταν πάντοτε στο απυρόβλητο. Ο κλονισμός των «δημοκρατικών» θεσμών είναι ίσως η μεγαλύτερη παράπλευρη απώλεια της υπερεθνικής ελίτ.

Όπως είναι γνωστό, η μυθολογία για τα όπλα μαζικής καταστροφής που δήθεν διέθετε το Ιράκ αποτέλεσε τον κορμό της προπαγάνδας της υπερεθνικής ελίτ για την ανάγκη της εισβολής και κατοχής της χώρας. Ιδιαίτερα στη Βρετανία, όπου η ανάγκη επίκλησης κάποιας δικαιολογίας για να πειστεί η κοινή γνώμη ήταν μεγαλύτερη σε σχέση με τις ΗΠΑ, όπου η έλλειψη αριστερής παράδοσης και η γενικότερη έλλειψη πολιτικής παιδείας δεν απαιτεί και ιδιαίτερη προσπάθεια για να πειστεί το αμερικανικό κοινό για οποιουσδήποτε πολέμους αποφασίσει εκάστοτε η ελίτ του. Το BBC, πριν και κατά τον πόλεμο, όπως προσπάθησα να δείξω αλλού,
[2] έπαιξε σημαντικό ρόλο, όπως άλλωστε και στους προηγούμενους πολέμους της υπερεθνικής ελίτ, στην πλύση εγκεφάλου του βρετανικού κοινού. Παρ' όλα αυτά όμως, η κυβέρνηση Μπλερ κατηγορούσε το BBC στη διάρκεια του πολέμου ότι δεν υποστήριζε αρκούντως την πολεμική «προσπάθεια» πράγμα που όπως έδειξε πρόσφατη μελέτη καθηγητή στη σχολή δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου του Cardiff, δεν είχε καμία σχέση με την αλήθεια.[3] Όμως, το BBC, μολονότι δεν είναι ΕΡΤ (δηλαδή ένα χοντροκομμένο λιβανιστήρι των εκάστοτε κυβερνώντων), υποστηρίζει πάντα τη γενική γραμμή του κατεστημένου, ιδιαίτερα σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά όχι απαραίτητα και αυτήν της κυβέρνησης. Αυτός άλλωστε είναι ο αποφασιστικός παράγοντας που εξηγεί την αξιοπιστία του. Όταν λοιπόν ο πόλεμος τελείωσε, δεν δίστασε, αντανακλώντας τη δυσπιστία που είχε αναπτυχθεί μέσα από το πελώριο αντιπολεμικό κίνημα, να χρησιμοποιήσει τις πληροφορίες τού περισσότερο εξειδικευμένου Βρετανού επιστήμονα στα όπλα μαζικής καταστροφής και υπαλλήλου του υπουργείου Άμυνας και ν' αποκαλύψει τον ρόλο της κυβέρνησης στο μαγείρεμα των πληροφοριών σχετικά με τη δήθεν ικανότητα του Ιράκ να επιτεθεί σε τρία τέταρτα της ώρας κ.λπ. Έτσι ξεκίνησε η βεντέτα BBC και κυβέρνησης, που απώτερο στόχο βέβαια είχε, όπως τόνισαν ακόμη και οι διαφωνήσαντες υπουργοί που παραιτήθηκαν λόγω του πολέμου, τη συγκάλυψη της εξαπάτησης της κοινής γνώμης για τα αίτιά του. Θύμα της βεντέτας αυτής ήταν όπως φαίνεται ο Κέλι, του οποίου η «αυτοκτονία» δεν αποκλείεται να ήταν σκηνοθετημένη, εφόσον είναι φανερό ότι «ήξερε πολλά» και τελευταία έδειξε ότι δεν ήταν διατεθειμένος να εξακολουθεί να παίζει τον ρόλο του καλού υπαλλήλου που δικαιολογεί τις εκάστοτε κυβερνητικές επιλογές. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν αυτό συνέβαινε τη στιγμή ακριβώς που η κυβέρνηση Μπλερ προσπαθούσε απελπισμένα να «αποδείξει» την ύπαρξη των όπλων (πράγμα που τελικά δεν αποκλείεται να οδηγήσει σε επιτυχές «φύτεμά» τους από τα κατοχικά στρατεύματα).

Όσον αφορά τη μυθολογία της «απελευθέρωσης» του Ιράκ, αυτή άρχισε να καταρρέει ήδη κατά τη διάρκεια του πολέμου, όταν αποδείχθηκε η σκηνοθεσία της υποδοχής των κατοχικών στρατευμάτων, που γρήγορα ακολουθήθηκε από τις αυθόρμητες μαζικές διαδηλώσεις εναντίον τους και τη συνακόλουθη χρησιμοποίηση από τις δυνάμεις κατοχής
κατά το σιωνιστικό μοντέλο στην Παλαιστίνη δολοφονικών πυρών στη Φαλούτζα και αλλού εναντίον άοπλων διαδηλωτών. Όπως ήταν αναμενόμενο, η συσσωρευμένη αγανάκτηση από την κτηνώδη αντιμετώπιση των διαδηλώσεων, σε συνδυασμό με την κόλαση της έλλειψης ακόμη και βασικών αγαθών και υπηρεσιών, μήνες μετά την επίσημη λήξη του πολέμου, οδήγησε τους πιο μαχητικούς από τον ιρακινό λαό στην ένοπλη αντίσταση κατά των κατακτητών. Η συνέπεια είναι ότι σήμερα τουλάχιστον ένας Αμερικανός την ημέρα πέφτει νεκρός από τα πυρά της ιρακινής αντίστασης, που απ' ό,τι φαίνεται είναι εξαπλωμένη σε ολόκληρη τη χώρα. Γεγονός που αν συνεχιστεί, όπως είναι πιθανό, ακόμη και μετά τον φόνο των γιων του Σαντάμ, θα δείξει πως αποτελεί άλλη μια απάτη η προπαγάνδα, ότι η αντίσταση ήταν έργο της ελίτ γύρω από τον Σαντάμ. Ακόμη, εάν η αντίσταση αυτή πάρει μαζικές διαστάσεις, είναι πιθανό στο μέλλον να ξεφύγει από τον έλεγχο της υπερεθνικής ελίτ, με σοβαρές συνέπειες για τη Νέα Τάξη. Στο μεταξύ, το ρεφορμιστικό ΚΚ Ιράκ (με το οποίο συνεργάζεται και ο ΣΥΝ) μετέχει στο κατοχικό «Εθνικό Συμβούλιο» των «Κουίσλιγκ» που έστησαν οι Αμερικανοί, νομιμοποιώντας την εισβολή και κατοχή της χώρας του...

Τέλος, το γεγονός ότι η πραγματική αντίθεση δεν είναι μεταξύ των «προοδευτικών» ευρωπαϊκών ελίτ μέσα στην Ε.Ε. (Γαλλία, Γερμανία κ.λπ.) και των υπόλοιπων τμημάτων της, όπως υποστήριζε κατά κόρον σύμπασα η ρεφορμιστική Αριστερά στη διάρκεια του πολέμου, φάνηκε καθαρά από τις εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων. Πρώτα ήλθε η σύνοδος κορυφής στη Χαλκιδική, όπου, μέσα σε ατμόσφαιρα αστυνομοκρατίας, για να μην είναι δυνατή ούτε καν η προσέγγιση του χώρου της συνόδου από τους διαδηλωτές, εγκρίθηκε το ευρωπαϊκό στρατηγικό δόγμα για την ασφάλεια και τη σταθερότητα, το οποίο επιβεβαιώνει τους κοινούς στόχους της υπερεθνικής ελίτ για την καταπολέμηση της διεθνούς τρομοκρατίας και τον αφοπλισμό καθεστώτων ύποπτων για υπόθαλψη τρομοκρατίας και κατοχή ή προσπάθεια απόκτησης όπλων μαζικής καταστροφής και πυρηνικών
ακόμη και με τη χρήση προληπτικών πολέμων όπως στο Ιράκ. Σε εφαρμογή της απόφασης αυτής, σύσσωμη η υπερεθνική ελίτ (χωρίς τα παιχνίδια κάποιων μελών της όπως στην περίπτωση του Ιράκ), απειλεί τώρα το ιρανικό καθεστώς πως θα έχει την τύχη του ιρακινού, εάν δεν δεχτεί τους επιθεωρητές της σε σχέση με τα πυρηνικά του προγράμματα. Περιττό να αναφερθεί ότι για το σιωνιστικό Ισραήλ, που αποδεδειγμένα ήδη κατέχει πυρηνικά όπλα, δεν γίνεται ούτε μνεία. Τέλος, η οριστική επιβεβαίωση των αρμονικών σχέσεων μεταξύ όλων των μελών της υπερεθνικής ελίτ ήλθε με τη συμφωνία της 25/6/03 για την έκδοση υπηκόων της Ε.Ε. στις ΗΠΑ (που υπέγραψε μάλιστα, ως προεδρεύον, το δικό μας υποκατάστημα της υπερεθνικής ελίτ) που θεωρούνται ύποπτοι τρομοκρατίας. Έτσι, η ποινικοποίηση κάθε αντισυστημικής δράσης σύντομα θα οδηγεί και στην ηλεκτρική καρέκλα το επιστέγασμα της σημερινής «δημοκρατίας».

 

 


[1] «Ε», 5/4/03.

[2] Βλ. Τάκης Φωτόπουλος, «Ο πόλεμος κατά της «τρομοκρατίας», (Γόρδιος, 2003) Παράρτημα ΙΙ.

[3] Justin Lewis, «Biased Broadcasting Corporation», The Guardian, 4/7/03.