Ο μύθος της σύγκρουσης φονταμενταλισμών

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

(Ελευθεροτυπία, 2004/10/16)

 

«Ο πόλεμος τονίζεται στην άκρη του και είναι πάντα στην αρχή του» Σπύρος Λ. Βρεττός (Νέα Εστία, Μάιος 2004)

Ένας μύθος που καλλιεργείται έντονα τελευταία είναι αυτός της σύγκρουσης φονταμενταλισμών, η οποία υποτίθεται συγκλονίζει τον σημερινό κόσμο. Σχηματικά, υποστηρίζεται ότι αντιμετωπίζουμε τη σύγκρουση «εξτρεμιστών» της Δύσης και της Ανατολής, δηλαδή, του πολιτικού φονταμενταλισμού των νεοσυντηριτικών στην Ουάσιγκτον και του θρησκευτικού φονταμενταλισμού των εξτρεμιστών ισλαμιστών. Οπως όμως θα προσπαθήσω να δείξω σύντομα, παρόμοιες αντιλήψεις όχι μόνον είναι εντελώς εσφαλμένες και παραπλανητικές, αποτελώντας τμήμα της «προοδευτικής» φιλελεύθερης ιδεολογίας που υποστηρίζει τόσο η κεντροαριστερά -στο πλαίσιο της σημερινής σοσιαλφιλελεύθερης συναίνεσης- όσο και η ρεφορμιστική Αριστερά (βλ. π.χ. Tariq Ali. «Η σύγκρουση των φονταμενταλισμών», Αγρα, 2003), αλλά δεν έχουν οποιαδήποτε σχέση με μια αντισυστημική προβληματική πάνω στο θέμα. Κοινός παρονομαστής των απόψεων αυτών είναι ότι τα κοινωνικά κινήματα αντίστασης πρέπει να στραφούν κατά των δύο αυτών φονταμενταλισμών παρά κατά του ίδιου του συστήματος της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς και του πολιτικού της συμπληρώματος, της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας». Δεν είναι, λοιπόν, περίεργο ότι αναλυτές της ρεφορμιστικής Αριστεράς, όπως ο Tariq Ali και ο Τσόμσκι, καταλήγουν στο αστήρικτο συμπέρασμα ότι η Αριστερά πρέπει να στηρίξει την άνοδο των Δημοκρατικών στην εξουσία, «ξεχνώντας» το προηγούμενο της διαδοχής του πατέρα Μπους από τον «προοδευτικό» Κλίντον, που όμως, ως εκπρόσωπος της υπερεθνικής ελίτ, βομβάρδισε τη Γιουγκοσλαβία και προετοίμασε με το εξοντωτικό εμπάργκο και τους ανηλεείς βομβαρδισμούς τη σημερινή εισβολή και κατοχή του Ιράκ!

Αντίθετα, σύμφωνα με μια εναλλακτική προβληματική (βλ. για λεπτομερή ανάλυση στο βιβλίο του υπογράφοντος «Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», Γόρδιος 2003), η σημερινή σύγκρουση μπορεί να εξεταστεί ως η κυριότερη έκφραση της πολιτικής παγκοσμιοποίησης, δηλαδή της πολιτικής διαχείρισης της καπιταλιστικής νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης από την υπερεθνική ελίτ. Η σύγκρουση αυτή ουσιαστικά άρχισε αμέσως μετά την κατάρρευση του κρατικιστικού σοσιαλισμού στις δύο εκδοχές του («υπαρκτός» και σοσιαλδημοκρατία), με τον πρώτο πόλεμο στον Κόλπο και τον συστηματικό εξανδραποδισμό του παλαιστινιακού λαού στα χέρια των σιωνιστών και συνεχίστηκε με τον ΝΑΤΟϊκό πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, τις εισβολές στο Αφγανιστάν και το Ιράκ και τον διηνεκή πόλεμο κατά της «τρομοκρατίας» που ξεκίνησε με αφορμή τα γεγονότα της 11/9. Στην πραματικότητα, όμως, δεν πρόκειται ούτε για πόλεμο ούτε για τρομοκρατία. Και αυτό, διότι δεν νοείται πόλεμος εναντίον κάθε αντιστεκόμενου στη συστημική βία, ενώ η αντιβία στη βία αυτή χαρακτηρίζει κάθε μορφή ετερόνομης ιεραρχικής κοινωνίας και πάντοτε στην Ιστορία τα κινήματα των αντιστεκόμενων χαρακτηρίζονταν ως «τρομοκρατικά» εκτός βέβαια εάν κατάφερναν να πάρουν την εξουσία.

Σήμερα, οι αντιστεκόμενοι ανάμεσα στους αραβικούς λαούς που βρίσκονται λόγω της γεωπολιτικής θέσης τους στο κέντρο της επίθεσης από την υπερεθνική ελίτ χαρακτηρίζονται τρομοκράτες διότι αντιστέκονται στη συστημική και πολιτικοστρατιωτική βία της. Ομως, είναι γνωστό ότι, μετά την κατάρρευση των αραβικών σοσιαλιστικών και εθνικιστικών κινημάτων, πολλά από τα μέλη των κινημάτων αυτών κατέφυγαν στον ισλαμικό φονταμενταλισμό όχι από κάποια... ξαφνική μεταστροφή προς τον θρησκευτικό σκοταδισμό, αλλά διότι τα κινήματα αυτά, ακόμη και όταν πήραν την εξουσία (π.χ. Αίγυπτος, Συρία), δεν μπόρεσαν ν' αποτρέψουν την εντεινόμενη οικονομική και πολιτική παρακμή του αραβικού έθνους που κορυφώθηκε με τον πόλεμο του 1967. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τα ισλαμικά φονταμενταλιστικά κινήματα άρχισαν να φουντώνουν βασικά στο τέλος της δεκαετίας του 1960. Με άλλα λόγια, τα κινήματα αυτά προσελκύουν αγωνιστές όχι για θρησκευτικούς λόγους αλλά βασικά για κοινωνικούς λόγους. Ηταν οι ίδιοι λόγοι που οδήγησαν και στο πρώτο φονταμενταλιστικό καθεστώς, το ιρανικό, όταν ο αγώνας για την ανατροπή της τυραννίας του οργάνου των Δυτικών, του σάχη, ώθησε πολλούς αγωνιστές στη μαζική υποστήριξη των αγιοταλλάδων. Ανάλογα, οι Παλαιστίνιοι στράφηκαν προς τις φονταμενταλιστικές οργανώσεις, βασικά, επειδή οι οργανώσεις αυτές όχι μόνο προσέφεραν κοινωνικές υπηρεσίες στα λαϊκά στρώματα (πράγμα που ποτέ δεν έκανε αποτελεσματικά το διεφθαρμένο καθεστώς του Αραφάτ), αλλά και διότι δεν δέχθηκαν να συμπράξουν στο ξεπούλημα του αγώνα τους με τις συμφωνίες Οσλο κ.λπ.

Η θρησκεία, δηλαδή, χρησιμοποιείται σε όλες αυτές τις περιπτώσεις από τους λαούς εκείνους που έχουν ιδιαίτερα υποστεί (λόγω της γεωπολιτικής θέσης τους) τις συνέπειες της συγκέντρωσης εξουσίας-δύναμης στα χέρια της υπερεθνικής ελίτ, ως ενωτικό στοιχείο, ως ιδεολογία, όπως περίπου συνέβαινε και με τον αραβικό εθνικισμό και σοσιαλισμό. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και αμιγείς φονταμενταλιστές που κινούνται από σαφή θρησκευτικά κίνητρα, κάποιοι μάλιστα στοχεύοντας στην εγκαθίδρυση θεοκρατικών καθεστώτων. Αλλά και τότε, αντίθετα με την υπερεθνική ελίτ που επιδιώκει ακόμη και με την ωμή βία να επιβάλει το δυτικό πρότυπο (οικονομία της αγοράς και αντιπροσωπευτική δημοκρατία) σε ολόκληρο τον κόσμο, οι φονταμενταλιστές επιδιώκουν την εγκαθίδρυση θεοκρατικών καθεστώτων, που θ' αντικαταστήσουν τα δυτικά προτεκτοράτα στις ισλαμικές μόνον χώρες και όχι και στις μη ισλαμικές -όπως διαστρεβλώνουν τη θέση τους οι ιδεολόγοι της Νέας Τάξης.

Αντίστοιχα, η ιδεολογία των νεοσυντηρητικών, επίσης, δεν αποτελεί κάποιο είδος εξτρεμιστικού φονταμενταλισμού, όπως παραπλανητικά υποστηρίζει η κεντροαριστερά και η ρεφορμιστική Αριστερά για να αποκρύψουν τον ουσιαστικό συστημικό χαρακτήρα της σημερινής κρίσης και σύγκρουσης. Η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία αποτελεί το βασικό μέσο που χρησιμοποιεί η υπερεθνική ελίτ για να δικαιολογήσει τη συστημική βία, που συνεπάγεται η καπιταλιστική νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, η οποία, στο πλαίσιο του σημερινού συστήματος των ανοικτών και απελευθερωμένων αγορών και αντίθετα με τα φληναφήματα της ρεφορμιστικής Αριστεράς, είναι μονόδρομος.

Ενδειξη του γεγονότος αυτού άλλωστε είναι ότι όλα τα κόμματα της κεντροαριστεράς που πήραν την εξουσία (Γαλλία, Ιταλία, Βρετανία, Γερμανία κ.ά.) όχι μόνο δεν διανοήθηκαν ν' ανατρέψουν τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση αλλά, αντίθετα, προσπάθησαν να προσαρμοστούν σε αυτήν, καλύπτοντας την επιλογή τους με μια «σοσιαφιλελεύθερη» ιδεολογία («Τρίτος Δρόμος» κ.λπ.). Τέλος, το εάν η Νέα Τάξη, που υλοποιεί τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, θα επιβληθεί από την ηγεμονική δύναμη στην υπερεθνική ελίτ (όπως υποστηρίζουν οι νεοσυντηρητικοί των ΗΠΑ) ή συλλογικά (όπως υποστηρίζει το ευρωπαϊκό τμήμα της και ο Κέρι) είναι βέβαια θέμα τακτικής και όχι στόχου, ο οποίος είναι κοινός.