Ελευθεροτυπία (27 Νοεμβρίου 2004)


H κρίση της Ουκρανίας και η υπερεθνική ελίτ

 

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών στην Ουκρανία δεν αποτελούν κεραυνό εν αιθρία, αφού η σύγκρουση ήταν από καιρό αναμενόμενη και καλά προετοιμασμένη από την υπερεθνική ελίτ, στην οποία η αμερικανική ελίτ ηγεμονεύει, λόγω της στρατιωτικής της δύναμης, αλλά και βρίσκεται σε σχέση άμεσης αλληλεξάρτησης με τις κυρίαρχες ελίτ στην Ε.Ε. και την Ιαπωνία, λόγω της οικονομικής τους δύναμης. Η ρωσική ελίτ, παρά το ότι προστέθηκε σαν κομπάρσος στην «ομάδα των 7» ― κυρίως λόγω του μεγέθους της αγοράς της και της όποιας στρατιωτικής δύναμης διαθέτει ακόμη ― εισακούεται μόνον όταν τα συμφέροντά της συμπίπτουν με αυτά των άλλων 7 (π.χ. στον πόλεμο κατά της «τρομοκρατίας»), ενώ η κινεζική ελίτ δεν αποτελεί ούτε κομπάρσο της υπερεθνικής ελίτ, παρά τη φαινομενική ραγδαία οικονομική της ανάπτυξη, η οποία όμως μοιάζει με φούσκα παρόμοια με αυτήν παλαιότερων οικονομικών «θαυμάτων» στη Λατινική Αμερική, εφόσον στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο ξένο κεφάλαιο και την ξένη αγορά.

 

Ο συσχετισμός αυτός των δυνάμεων μέσα στην υπερεθνική ελίτ μπορεί να εξηγήσει τόσο τη σημερινή σύγκρουση στην Ουκρανία όσο και την πιθανή έκβασή της. Η ουκρανική ελίτ, που εγκαταστάθηκε στην εξουσία μετά την απόσχιση της χώρας από την ΕΣΣΔ την περασμένη δεκαετία, προήλθε και αυτή, όπως και οι άλλες «νέες» ελίτ, στον τ. «υπαρκτό σοσιαλισμό», από την κυβερνώσα μέχρι τότε κομματική γραφειοκρατία που, στο πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων και του ανοίγματος προς την οικονομία της αγοράς, μετατράπηκαν από γραφειοκράτες-αφεντικά των δημόσιων επιχειρήσεων σε ιδιοκτήτες-αφεντικά των νέων, ιδιωτικών.

 

Οι συνέπειες της πολιτικής του ανοίγματος προς την οικονομία της αγοράς ήταν παρόμοιες στην Ουκρανία με αυτές στις υπόλοιπες χώρας του τ. ανατολικού μπλοκ· ολοκληρωτική αποδιάρθρωση της παραγωγικής δομής, κατακόρυφη πτώση της παραγωγής και του εισοδήματος, αυξανόμενη εξάρτηση από τη διεθνή αγορά. Έτσι, μεταξύ 1990-2000, έπεσε το μεν κατά κεφαλήν εισόδημα της χώρας κατά 42%, ο δε πληθυσμός από 51,6 εκατ. σε 48,2 εκατ., ενώ το πιο αναπτυγμένο βιομηχανικό κέντρο της ΕΣΣΔ, που άλλοτε ήταν η Ουκρανία, κατάντησε σήμερα να μην μπορεί να προμηθεύει το στρατό της ούτε με τοπικά παραγόμενα ανταλλακτικά![1] Ακόμη, το εθνικό εισόδημα, παρά την πρόσφατη ταχύρρυθμη αύξησή του, δεν είναι σήμερα ούτε το 60% του επιπέδου που είχε φτάσει πριν από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας (1991). Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι η Ουκρανία είναι από τις ελάχιστες χώρες που έχουν το αρνητικό «προνόμιο» ότι η προσδοκώμενη διάρκεια ζωής μειώνεται αντί ν' αυξάνει.[2]

 

Ομως, ανεξάρτητα από την έκβαση της σημερινής κρίσης, είτε τελικά επικρατήσει το ρωσικό πελατειακό καθεστώς, είτε το φιλοδυτικό, είτε βρεθεί ένας τρόπος προσωρινού συγκερασμού των συμφερόντων τους, τα κατώτερα στρώματα στην Ουκρανία, τα εκατομμύρια άνεργοι, υποαπασχολούμενοι και φτωχοί, που δημιουργήθηκαν, ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, δεν πρόκειται βέβαια να δουν την τύχη τους να καλυτερεύει. Εκείνοι που θα ωφεληθούν είναι μόνον τα μεσαία στρώματα, τα οποία και βασικά αποτελούν τους υποστηρικτές του φιλοδυτικού υποψηφίου και προέρχονται κυρίως από το παραδοσιακά δυτικόφιλο τμήμα της Ουκρανίας, που εντάχθηκε στην ΕΣΣΔ μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Και οι δύο άλλωστε αντίπαλοι, τόσο ο υποστηριζόμενος από τη ρωσική ελίτ Γιανούκοβιτς (Viktor Yanukovych) όσο και ο υποστηριζόμενος από την υπερεθνική ελίτ «δημοκρατικός» Γιουστσένκο (Viktor Yushchenko), προέρχονται από την ίδια νέα ελίτ και ουσιαστικά συγκρούονται για το μοίρασμα της λείας, δηλαδή της τέως δημόσιας περιουσίας (π.χ. δεξί χέρι του Γιουστσένκο είναι η δισεκατομμυριούχος Τιμοσένκο (Yulia Tymoshenko), που ελέγχει πάνω από το 20% του εθνικού εισοδήματος![3]

 

Παρά το γεγονός όμως ότι και οι δύο προέρχονται από εναλλακτικές ολιγαρχικές φατρίες της ίδιας «νέας» ελίτ, εκφράζουν διαφορετικές πελατειακές σχέσεις και επομένως διαφορετικά γεωπολιτικά συμφέροντα. Ο λόγος που η υπερθνική ελίτ παρενέβη ωμά υπέρ του Γιουτστένκο, ακόμη και με ανοιχτές απειλές πριν και μετά τις εκλογές, καθώς και με πλούσια χρηματοδότηση της καμπάνιας του ― συμπεριλαμβανομένων και πολλών από τις «αυθόρμητες» σημερινές εκδηλώσεις, που είναι βασικά αποτέλεσμα αμερικανικού μάρκετινγκ[4] ― είναι ότι ο δημοκρατικός υποψήφιος έχει δεσμευθεί να εντάξει γρήγορα και ολοκληρωτικά την Ουκρανία στη Νέα Διεθνή Τάξη και τους οικονομικούς και πολιτικούς θεσμούς της (ανοικτές και ελεύθερες αγορές, Ε.Ε., ΝΑΤΟ κ.λπ.).

 

Αντίστοιχα, ο λόγος που η ρωσική ελίτ παρενέβη ― πιο αδέξια ― υπέρ του Γιανούκοβιτς, είναι ότι είχε δεσμευτεί ο ίδιος ν' ακολουθήσει την πολιτική του απερχόμενου προέδρου Κούτσμα (Leonid Kuchma), ο οποίος τον Σεπτέμβρη του 2003 υπέγραψε συμφωνία με τη Ρωσία, τη Λευκορωσία και το Καζακστάν για τον σχηματισμό ενός κοινού οικονομικού χώρου, με απώτερο στόχο μια ζώνη ελευθέρου εμπορίου, ενώ πρόσφατα άλλαξε τη στρατηγική της χώρας, που είχε στόχο να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. και αντέστρεψε τη ροή του πετρελαίου στον αγωγό Οδησσού - Μπρόντι, σε βάρος της Δύσης. Η ρωσική ελίτ, επομένως, κινδυνεύει, αν δεν επικρατήσει ο δικός της υποψήφιος, όχι μόνο να χάσει της ουκρανικές αγορές (ήδη μεταξύ 1994 και 2002 η ρωσική συμμετοχή στο ουκρανικό εμπόριο έπεσε από 47,5% σε 30%), αλλά και να περικυκλωθεί πλήρως από τα άλλα μέλη της υπερεθνικής ελίτ ― μετά την απώλεια, πρώτα, των βαλτικών χωρών, κατόπιν της Γεωργίας και την παράλληλη εγκατάσταση, με την αφορμή του πολέμου κατά της «τρομοκρατίας», αμερικανικών βάσεων στο υπογάστριό της.

 

Δεδομένου όμως ότι τόσο η ρωσική ελίτ όσο και τα υπόλοιπα μέλη της υπερεθνικής ελίτ έχουν σημαντικά κοινά συμφέροντα, κυρίως οικονομικά ― εφόσον η ρωσική αγορά είναι βεβαίως πολύ σημαντικότερη από την ουκρανέζικη, ιδιαίτερα λόγω των πετρελαιοπηγών της ― αλλά και πολιτικοστρατιωτικά ― πόλεμος κατά της «τρομοκρατίας», Ιράκ, Τσετσενία κ.λπ. ― είναι πολύ πιθανή η ειρηνική έκβαση της κρίσης, με κάποια συμβιβαστική λύση αποδεκτή και από τα δύο μέρη, η οποία όμως θα σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη δυτική επιρροή στην Ουκρανία. Από την άλλη μεριά, η βίαιη κατάπνιξη της αντιπολίτευσης θα σήμαινε την ολοκληρωτική απώλεια της ρωσικής επιρροής στο προσεχές, όχι αναγκαστικά μακρινό, μέλλον.

 


 

[1] Vicken Cheterian, Le Monde Diplomatique (Οκτώβριος 2004).

[2] Από 70,1 το 1970-75, σε 68,1 το 1995-2000. Human Development Report 2002, Πίν. 8.

[3] James Meek, The millionaire revolutionary, The Guardian (26/11/2004)

[4] Βλ. Ian Traynor “US campaign behind the turmoil in Kiev,” The Guardian (26/11/2004), και Jonathan Steele, “Ukraine's postmodern coup d'etat,” The Guardian (26/11/2004).

 

 

Πηγή: http://www.inclusivedemocracy.org/fotopoulos/greek/grE/gre2004/11_27.htm

 

English translation : The Ukrainian Crisis and the Transnational Elite, The International Journal of INCLUSIVE DEMOCRACY, Vol.1, No.4 (July 2005).