Η "παράδοση εξουσίας" στο Ιράκ

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

(Ελευθεροτυπία, 2004/6/26) 

 

Σε λίγες μέρες, εάν δεν συμβεί στο μεταξύ κάποιο «καταστροφικό» γεγονός, το Αγγλοαμερικανικό τμήμα της υπερεθνικής ελίτ που κατέχει το Ιράκ  μετά την περσινή παράνομη εισβολή, υποτίθεται θα «παραδώσει την εξουσία» στις Ιρακινές αρχές που η ίδια η υπερεθνική ελίτ διόρισε. Όμως τι είδους «εξουσία» θα παραδοθεί στο δήθεν κυρίαρχο Ιρακινό δημοκρατικό κράτος που αναδύεται μέσα από την  κτηνώδη κατοχή; Μήπως, όπως θα προσπαθήσω να δείξω, οι βασικές οικονομικές και πολιτικές δομές εχουν ήδη προκαθοριστεί από τις κατοχικές δυνάμεις, και κυρίως τις ηγεμονικές Αμερικανικές, πράγμα που σημαίνει ότι οι «παράμετροι» των οποιωνδήποτε αποφάσεων θα λαμβάνονται στο μέλλον εχουν επίσης αποφασιστικά καθοριστεί; Και μήπως η όλη συζήτηση τον τελευταίο μήνα για τις ακριβείς «εξουσίες» που θα μεταβιβαστούν, ουσιαστικά, αφορούν όχι τις δομές και παραμέτρους αυτές αλλά αλισβερίσια μεταξύ των μελών της υπερεθνικής ελίτ για την μοιρασιά της λείας από την εισβολή;

 

Για να απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά θα πρέπει να πάμε πίσω, όχι στον Νοέμβρη του περασμένου χρόνου όταν αποφασίστηκε η «παράδοση εξουσίας», αλλά (όπως αποκάλυψε ο Paul O'Neill, μέλος της κυβέρνησης Μπους), στους πρώτους κιόλας μήνες του 2001. Δηλαδή, όταν ανάλαβε την εξουσία η κυβέρνηση Μπους και άρχισε να υλοποιείται η δεύτερη φάση του σχεδίου που είχε ξεκινήσει από τον πρώτο πόλεμο στον Κόλπο, με στόχο την ανατροπή του Μπααθικού καθεστώτος και την πλήρη ενσωμάτωση της χώρας στη Νέα Διεθνή Τάξη (βλ. Ο Πόλεμος κατά της «τρομοκρατίας» του υπογράφοντος, Γόρδιος 2003, κεφ. 5). Όλα αυτά βέβαια πολύ πιο πριν από τα γεγονότα της 11/9 που, χάρη στη προπαγάνδα των ΜΜΕ, πολλοί Αμερικανοί ακόμη πιστεύουν ότι ήταν η αιτία της εισβολής. Πέρυσι τον Φεβρουάριο καταστρώθηκε μυστικό σχέδιο για την ιδιωτικοποίηση του Ιράκ, με το ξεπούλημα των πλουτοπαραγωγικών πηγών του σε ξένες και κυρίως Αμερικανικές μεγάλες επιχειρήσεις. Το σχέδιο αυτό διέρρευσε στην Wall Street Journal που έγραφε τότε ότι  "για πολλούς συντηρητικούς, το Ιράκ είναι η δοκιμή για το εάν οι ΗΠΑ μπορούν να καλλιεργήσουν ένα καπιταλισμό ελεύθερης αγοράς στον Αραβικό κόσμο» (Tariq Ali, The Guardian, 13/12/03). Σε εφαρμογή του σχεδίου αυτού ο Μπρέμερ, ο Αμερικανός πολιτικός διοικητής του Ιράκ,  στις 19 Σεπτεμβρίου 2003 πέρασε την «Εντολή υπ αρ 39» που ανακοίνωνε ότι 192 Ιρακινές δημόσιες επιχειρήσεις θα ιδιωτικοποιηθούν και θέσπιζε ότι οι ξένες επιχειρήσεις μπορούν να είναι ιδιοκτήτες και του 100% των Ιρακινών τραπεζών, ανθρακωρυχείων και εργοστάσιων (εξαιρούνται μόνο οι επιχειρήσεις στην παραγωγή πετρελαίου, γκαζιού και εξόρυξη ορυκτών), επιτρέποντας μάλιστα σε αυτές να επαναπατρίζουν ακόμη και το 100% των κερδών τους, ενώ ο φόρος επί των εταιρικών κερδών ορίστηκε στο σχεδόν συμβολικό ποσοστό 15%! 

 

Όλα αυτά, ενώ ήταν γνωστό ότι οι Ιρακινοί επιχειρηματίες δεν ήταν σε θέση να ανταγωνιστούν τις ξένες εταιρείες στους σχετικούς διαγωνισμούς για τις ιδιωτικοποιήσεις. Στη πραγματικότητα, οι ρυθμίσεις αυτές δημιουργούν μεγαλύτερη πρόσβαση στις ξένες επιχειρήσεις από αυτή που ισχύει στις περισσότερες χώρες της περιφέρειας. Ήδη τα πιο σημαντικά συμβόλαια έχουν κατακυρωθεί σε γιγαντιαίες Αμερικανικές πολυεθνικές (Kellogg, Bechtel, Brown and Root – θυγατρική της Halliburton που τη διαχειριζόταν ο  Dick Cheney πριν γίνει αντί-πρόεδρος των ΗΠΑ  (Rory McCarthy, The Guardian, 22/9/03). Παράλληλα, η κρατική υπηρεσία υγείας του Ιράκ, που πριν από το εξοντωτικό εμπάργκο ήταν η πιο προχωρημένη στη περιοχή, ιδιωτικοποιήθηκε χάρη στην Abt Associates, μια Αμερικανική επιχείρηση που ειδικεύεται στις ιδιωτικοποιήσεις. Οι επιχειρήσεις αυτές φιγουράρουν στη λίστα των μεγαλύτερων δωρητών της προεκλογικής εκστρατείας του Μπους το 2000 και, φυσικά, το ίδιο πράττουν και στις φετινές εκλογές, ιδιαίτερα τωρα που τους εξασφάλισε το «καπιταλιστικό όνειρο» του Ιράκ, όπως το χαρακτήρισε ο Εκόνομιστ, η Βρετανική εφημερίδα των επιχειρήσεων, (Naomi Klein, The Guardian, 7/11/03).       

 

Περιττό βέβαια να σημειωθεί ότι η «Εντολή 39» παραβίαζε κατάφωρα τις διεθνείς συνθήκες όσον αφορά τις εξουσίες των κατοχικών δυνάμεων, που φυσικά δεν περιλαμβάνουν το ξεπούλημα του πλούτου της κατεχόμενης χώρας—πράγμα για το οποίο ο Βρετανός Γεν. Εισαγγελέας είχε προειδοποιήσει τον Τόνι Μπλερ από τότε. Έτσι, μετά από πάνω από 40 χρόνια αυστηρού κυβερνητικού έλεγχου, το Ιράκ, σε λίγους μήνες, μετατράπηκε σε μια πελώρια ζώνη ελευθέρου εμπορίου, με ένα καθεστώς ξένων επενδύσεων πιο φιλελεύθερο και από αυτό των ΗΠΑ και της Βρετανίας! brahim Warde, Le Monde diplomatique, Μάης 2004). Οι κατάφωρες αυτές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου από την κατοχική κυβέρνηση, που εντάσσουν τη χώρα πλήρως στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς δημιουργώντας τα θεμέλια για την εισαγωγή του καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς σε ολόκληρη την περιοχή, προϋποθέτουν ότι η μετακατοχική κυβέρνηση που θα εγκατασταθεί στο τέλος του μήνα δεν θα τις ανατρέψει. Το Αγγλοαμερικανικό τμήμα της υπερεθνικής ελίτ δεν έχει παρά να εξασφαλίσει ότι το καθεστώς που θα επιβληθεί θα είναι ένα ασθενές καθεστώς που, χάρη και στις ιστορικές ενδο-Ιρακινές αντιθέσεις, θα ελέγχει μόνο μερικές μεγάλες πόλεις (κάτι σαν το Αφγανιστάν) και δεν θα διαθέτει τη δύναμη (ακόμη και αν διέθετε τη βούληση) ν ανατρέψει το ξεπούλημα του Ιράκ από την κατοχική κυβέρνηση. Η συνεχής παρουσία της πελώριας στρατιωτικής μηχανής που έχει εγκατασταθεί σε βάσεις διάσπαρτες σε όλη τη χώρα, με τον Αμερικανικό στόλο σε απόσταση βολής, θεωρητικά, εξασφαλίζει την προϋπόθεση αυτή. 

 

Στην πράξη, όμως, καμία παρόμοια προϋπόθεση δεν θα μπορέσει να αποτρέψει την κατάρρευση του δυτικού προτεκτοράτου που στήθηκε στο Ιράκ, εάν η Ιρακινή αντίσταση επιτύχει να ενοποιηθεί και να καταφέρει καίρια πλήγματα σε αυτό και τους προστάτες του, οδηγώντας σε επανάκτηση του πλούτου της χώρας από τον ίδιο τον Ιρακινό λαό,  αντί για τις ξένες και ντόπιες ελίτ. Την αντίσταση αυτή βέβαια δεν πρόκειται να την ενισχύσει κανένα από τα τμήματα της υπερεθνικής ελίτ, ακόμη και τα «προοδευτικά» που υποστηρίζει η ρεφορμιστική Αριστερά. Απόκειται επομένως στα διεθνή αντισυστημικά κινήματα να υποστηρίξουν τον αγώνα αυτό για την απελευθέρωση του Ιράκ, εφόσον τυχόν επικράτηση του προτεκτοράτου που στήνεται εκεί δημιουργεί δυσοίωνες προβλέψεις για το μέλλον κάθε λαού που αγωνίζεται να αποφύγει την ενσωμάτωση του στη Νέα Τάξη.