Ελευθεροτυπία (29 Απριλίου 2006)
Ιράν: Ο επόμενος στόχος
Η νέα φάση του σχεδίου αναδιάταξης της Μέσης Ανατολής
ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Τις τελευταίες μέρες ξαναφούντωσε η συζήτηση σχετικά με μια πιθανή επίθεση της υπερεθνικής ελίτ κατά του Ιράν. Κάποιοι[1] μιλούν για μπλόφες (τόσο των Άγγλο-Αμερικανών σε σχέση με σχεδιαζόμενη νέα επίθεση, όσο και των Ιρανών σε σχέση με το πρόγραμμα τους για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων) που σκοπεύουν απλώς σε καλύτερες διαπραγματευτικές θέσεις. Άλλοι[2] μιλούν για πράγματι σχεδιαζόμενη Αμερικανική επίθεση με στόχο την ενίσχυση των Ρεπουμπλικάνων στις προσεχείς εκλογές του Κογκρέσου! Τέλος, η ρεφορμιστική Αριστερά, όπως συνήθως, βάζει στο ίδιο τσουβάλι θύτες και θύματα, παίζοντας σαφώς το ιδεολογικό παιχνίδι της υπερεθνικής ελίτ. Όπως, όμως, θα προσπαθήσω συνοπτικά να δείξω, το κτύπημα στο Ιράν, με πραγματικό στόχο την αλλαγή καθεστώτος, είναι μόνο θέμα χρόνου. Και αυτό, επειδή δεν αποτελεί παρά την επόμενη φάση του στρατηγικού σχεδίου ριζικής αναδιάταξης της Μέσης Ανατολής[3] που άρχισε να εφαρμόζεται από την υπερεθνική ελίτ στις αρχές της περασμένης δεκαετίας με τον πόλεμο του Κόλπου (το πρώτο στάδιο για την αλλαγή καθεστώτος στο Ιράκ), στη συνέχεια με την εισβολή και συνακόλουθη αλλαγή καθεστώτος στο Αφγανιστάν και τώρα με τη σχεδιαζόμενη αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν και συνακόλουθα στη Συρία, που αναμένεται να οδηγήσουν επίσης στην οριστική συντριβή του Παλαιστινιακού κινήματος ―τη τελική φάση του στρατηγικού σχεδίου.
Αν, επομένως, απορρίψουμε τις ρηχές αναλύσεις για «μπλόφες» και εκλογικά πλεονεκτήματα, οι βασικοί στόχοι της σχεδιαζόμενης επίθεσης στο Ιράν είναι, κατά τη γνώμη μου, οι εξής:
πρώτον, η πλήρης ενσωμάτωση στη Νέα Διεθνή Τάξη της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης ολόκληρης της περιοχής, ώστε να εξασφαλισθεί τόσο η στήριξη των μουσουλμανικών πελατειακών καθεστώτων που σήμερα κλονίζονται —από την Αίγυπτο μέχρι το Πακιστάν και την Ινδονησία— όσο και η εδραίωση των προτεκτοράτων στο Αφγανιστάν και το Ιράκ που καταρρέουν κάτω από την αντίσταση των λαών τους. Σήμερα, είναι πια φανερό ότι η μακροπρόθεσμη επιτυχία των εισβολών στο Ιράκ και το Αφγανιστάν εξαρτάται απόλυτα από την αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν. Η επίτευξη του στόχου αυτού θα σήμαινε επίσης, σύμφωνα με το σχέδιο της υπερεθνικής ελιτ, την αρχή του τέλους της μουσουλμανικής «τρομοκρατίας», ενώ θα εξασφάλιζε οριστικά την ελεύθερη ροή και σε τιμές ελεγχόμενες από τη διεθνή αγορά (δηλαδή την υπερεθνική ελιτ) του πετρελαίου.
δεύτερον, η δημιουργία των προϋποθέσεων για την τελική συντριβή του Παλαιστινιακού κινήματος με την εγκαθίδρυση κάποιου είδους Μπαντουστάν. Ένα τέτοιο καθεστώς επιδίωκαν η υπερεθνική ελίτ και οι Σιωνιστές από την αρχή της προηγούμενης δεκαετίας με τη συνθήκη του Όσλο, τον Οδικό Χάρτη κ.λπ. Η λύση όμως αυτή αποδείχθηκε ανέφικτη χωρίς την τελειωτική αναδιάταξη της Μ. Ανατολής που βασικά προϋπέθετε την αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν. Αντίθετα, η συνέχιση του σημερινού καθεστώτος στο Ιράν, το οποίο είναι θέμα χρόνου ν’ αποκτήσει πυρηνικά όπλα, θα διατάρασσε ολόκληρο τον σημερινό συσχετισμό δυνάμεων στη περιοχή, απειλώντας το πυρηνικό μονοπώλιο του Σιωνιστικού Ισραήλ το οποίο, στον νέο Χάρτη της Μέσης Ανατολής, προορίζεται να παίξει κρίσιμο ρόλο στη κατάπνιξη κάθε «τρομοκρατικού» (δηλαδή αντιστασιακού) κινήματος εναντίον της Νέας Τάξης.
Για τους αντίθετους λόγους, το Ισλαμικό καθεστώς στο Ιράν έχει κάθε λόγο να αναπτύξει πυρηνικό εξοπλισμό, ξέροντας πολύ καλά ότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αποφύγει τον αφανισμό του. Ήταν άλλωστε διδακτικό σχετικά το παράδειγμα της Βόρειου Κορέας, την οποία έπαυσε να απειλεί η Αμερικανική ηγεσία της υπερεθνικής ελιτ μόλις διαπίστωσε ότι ήδη είχε τη δυνατότητα να δημιουργήσει σοβαρό κίνδυνο στα συμφέροντα της στην Άπω Ανατολή. Και φυσικά, το Ιράν όχι μόνο έχει κάθε νομικό δικαίωμα να προχωρήσει στον εμπλουτισμό ουράνιου για ειρηνικούς σκοπούς[4], αλλά και κάθε «ηθικό» δικαίωμα να αναπτύξει πυρηνικό εξοπλισμό, όταν συνορεύει με δυο κράτη υπό κατοχή από εχθρικές πυρηνικές δυνάμεις, ενώ πολύ κοντά στα σύνορα του, βρίσκεται το επεκτατικό ―επίσης πυρηνικά εξοπλισμένο― Σιωνιστικό Ισραήλ!
Όσον αφορά τη μορφή που θα πάρει η επίθεση, είναι αδιανόητο ότι θα είναι μια νέα εισβολή τύπου Ιράκ. Ούτε οι ΗΠΑ, ούτε τα άλλα μέλη της υπερεθνικής ελίτ που πιθανώς θα συμμετέχουν στη νέα επίθεση, έχουν τη δύναμη ή την επιθυμία να αναλάβουν παρόμοιο εγχείρημα, ιδιαίτερα όταν γνωρίζουν ότι το Ιράν είναι πολύ ισχυρότερο από το Ιράκ για να την αντιμετωπίσει. Το πιθανότερο επομένως είναι ότι η επίθεση θα πάρει αρχικά οικονομική μορφή, με ένα αυστηρό εμπάργκο από τα κυριότερα μέλη της υπερεθνικής ελιτ και στόχο το οικονομικό γονάτισμα του καθεστώτος (που ήδη αντιμετωπίζει 16-20% ανεργία[5]) και τη δημιουργία οικονομικής κρίσης που θα έστρεφε την άκρως καταναλωτική[6] αστική τάξη του Ιράν (τους «εκσυγχρονιστές») κατά των Ισλαμιστών. Στη περίπτωση που το εμπάργκο θα οδηγούσε στη κατάρρευση του Ισλαμικού καθεστώτος, η υπερεθνική ελίτ θα μπορούσε κατόπιν ν’ αναλάβει την οικονομική «ανοικοδόμηση» της χώρας, υπό τον όρο ότι το νέο πελατειακό καθεστώς θα σταματούσε κάθε προσπάθεια πυρηνικού εξοπλισμού του. Εάν όμως πιθανές διαφωνίες μεταξύ των μελών της υπερεθνικής ελίτ περιόριζαν την αποτελεσματικότητα του εμπάργκο, θα μπορούσε να αναληφθεί (από το Σιωνιστικό καθεστώς, ή άμεσα από μέλη της υπερεθνικής ελίτ) μια εκστρατεία αεροπορικών «χειρουργικών επεμβάσεων», με στόχο τις πυρηνικές εγκαταστάσεις και απώτερο στόχο την αντικατάσταση του καθεστώτος από την εκσυγχρονιστική ελίτ.
Είναι φανερό λοιπόν από τα παραπάνω ότι η έκβαση της νέας επίθεσης στο Ιράν ενέχει τεράστιους κίνδυνους για την υπερεθνική ελίτ, εφόσον τυχόν αποτυχία της θα οδηγήσει στην τελική κατάρρευση τόσο του Ιράκ και του Αφγανιστάν, όσο και πιθανώς σειράς πελατειακών καθεστώτων —πέρα από την αναπόφευκτη ένταση της «τρομοκρατίας». Όμως, τόσο οι Ιρανοί φονταμενταλιστες όσο και η υπερεθνική ελιτ δεν έχουν άλλη επιλογή. Ιδιαίτερα, όταν η υπερεθνική ελίτ ούτε καν συζητά την μόνη βραχυπρόθεσμη λύση στο πρόβλημα των πυρηνικών εξοπλισμών: τον γενικό πυρηνικό αφοπλισμό, με πρώτο στάδιο τον πυρηνικό αφοπλισμό ολόκληρης της Μέσης Ανατολής συμπεριλαμβανόμενου του Σιωνιστικού Ισραήλ.
[1] Gaby Hinsliff, The Guardian (16/4/2006).
[2] Paul Krugman, The Guardian (11/4/2006).
[3] Βλ. Τ. Φωτόπουλος, Ο Πόλεμος κατά της Τρομοκρατίας, (Γόρδιος, 2003)