(Ελευθεροτυπία, 01 Μαρτίου 2008)
Η εικονική “δημοκρατία” του ιντερνέτ
ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Στη σημερινή εποχή της εικονικότητας που ζούμε ήταν αναπόφευκτο ότι η ηγεμονική σοσιαλ-φιλελεύθερη ιδεολογία θα εξευτέλιζε ακόμη και την θεμελιακή έννοια της δημοκρατίας. Έτσι, τώρα αποκτήσαμε και την εικονική “δημοκρατία” του ιντερνέτ, η οποία ήλθε στο προσκήνιο στη χώρα μας με το σκάνδαλο των μπλόγκερς. Γνωστοί φιλελεύθεροι συγγραφείς και μπλογκερς, σε αγαστή σύμπνοια με σοσιαλιστές εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ, εκθειάζουν τα μπλογκς και το ιντερνέτ γενικότερα ως τη “μεγαλύτερη δημοκρατική κατάκτηση στην ιστορία” που φέρνει ένα πραγματικό εκδημοκρατισμό “από τα κάτω” των μέσων επικοινωνίας, δεδομένου ότι κάθε άνθρωπος μπορεί τώρα να γίνει εκδότης του εαυτού του. Όλη αυτή η μυθολογία είναι απόλυτα συμβατή με τη σημερινή σοσιαλ-φιλελεύθερη ιδεολογία των “δικαιωμάτων” που δεν έχει βέβαια καμία σχέση με τον κοινωνικό αυτοκαθορισμό, την ατομική και συλλογική αυτονομία και την πραγματική δημοκρατία. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι το όργανο του Αμερικανικού κατεστημένου, το περιοδικό Time, όρισε πέρυσι ως “πρόσωπο της χρονιάς” τον ανώνυμο χρήστη του ιντερνέτ, ενώ εφέτος η υπερεθνική ελίτ, που είχε συγκεντρωθεί γα την ετήσια άτυπη συνάντηση της στο Νταβός, εκθείαζε την “δημοκρατία” του ιντερνέτ![1] Έτσι, σύμφωνα με την σοσιαλ-φιλελεύθερη ιδεολογία, το ιντερνέτ έφερε μια μετατόπιση από τους θεσμούς στα άτομα, που αναδύονται ως οι πολίτες της νέας ψηφιακής δημοκρατίας. Στη πραγματικότητα όμως, όπως παρατηρεί και ο γνωστός κοινωνιολόγος Slavoj Zizek, “αυτή η μαζική διαφήμιση (hype) για την ελευθερία στο ιντερνέτ συγκαλύπτει τόσο τις ανισότητες δύναμης, όσο και τους κινδύνους σύγχυσης πραγματικών και εικονικών ταυτοτήτων”.[2]
Αρχικά, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ιντερνέτ είναι ένα γρήγορο και σχετικά φτηνό μέσο επικοινωνίας που παρέχει το θεωρητικό “δικαίωμα” σε όλους να είναι εκδότες του εαυτού τους. Στη πραγματικότητα, βέβαια, αυτό αφορά μόνο το ένα περίπου δισεκατομμύριο από τα 6,5 δισεκατομμύρια κατοίκους του πλανήτη που έχουν πρόσβαση στο ιντερνέτ. Και αυτό δεν είναι θέμα χρόνου να ξεπεραστεί, παρά την δυναμική της αύξησης των χρηστών πρόσφατα, αλλά θέμα “συστημικό”. Όσο δηλαδή υπάρχουν φτώχεια και οικονομική και κοινωνική ανισότητα, που είναι εγγενή φαινόμενα σε ένα σύστημα οικονομίας της αγοράς και αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, θα αναπαράγεται και η εικονική δημοκρατία του ιντερνέτ. Έτσι, η οικονομική ανισότητα σημαίνει ότι δισεκατομμύρια στον πλανήτη δεν μπορούν να αναλάβουν τα έξοδα αγοράς του μηχανικού εξοπλισμού και του λογισμικού καθώς και τα έξοδα σύνδεσης με το ιντερνέτ. Ακόμη, υπάρχει η εξίσου σημαντική κοινωνική ανισότητα, δηλαδή οι διάφοροι κοινωνικοί παράγοντες που απωθούν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού από το ιντερνέτ (πολιτιστικοί λόγοι, εκπαίδευση κ.λπ.). Γι αυτό, ακόμη και σε χώρες όπως η Βρετανία, όπου η χρήση του ιντερνέτ είναι ευρέως διαδεδομένη, κάπου 9 εκατομμύρια, αρνούνται την χρήση του ―ανεξάρτητα από το οικονομικό τους υπόβαθρο. Η συνέπεια είναι οτι στους σημερινούς κοινωνικούς αποκλεισμούς προστέθηκε σήμερα «ο ψηφιακός διαχωρισμός»!
Ένας συχνά επαναλαμβανόμενος μύθος για τον εκδημοκρατισμό των ΜΜΕ που δήθεν φέρνει το ιντερνέτ είναι ότι τα μπλογκς κατάργησαν τη διάκριση παραγωγών και καταναλωτών πληροφοριών έτσι ώστε σήμερα όλοι μπορούμε να είμαστε παραγωγοί.[3] Όμως αυτό είναι άλλο ένα θεωρητικό δικαίωμα και όχι πραγματικότητα στο σημερινό σύστημα. Τη στιγμή αυτή υπάρχουν δεκάδες εκατομμύρια μπλογκς στον κόσμο άλλα στη πραγματικότητα τα περισσότερα είναι ανενεργά (π.χ. στην Ελλάδα από 9.000 μπλογκς τα 300 μόνο ανανεώνονται). Αντίστοιχα, υπάρχουν εκατομμύρια ιστοσελίδες, αλλά, στη πραγματικότητα, ελάχιστες συγκεντρώνουν καθημερινά σημαντικό αριθμό επισκεπτών (όπως συμβαίνει και με τα μπλογκς). Ο λόγος δεν είναι βέβαια μόνο ότι αυτά είναι τα ενδιαφέροντα μπλογκς και ιστοσελίδες που προσελκύουν πολλούς επισκέπτες, όπως υποστηρίζει παραπλανητικά η σοσιαλ-φιλελεύθερη ιδεολογία του ανταγωνισμού, άλλα και ότι το στήσιμο και προπαντός η συνεχής ανανέωση ενός μπλογκ η ιστοσελίδας ―απαραίτητο στοιχείο υψηλής επισκεψιμότητας― απαιτεί όχι μόνο κάποια έξοδα άλλα προπαντός άφθονο χρόνο που βέβαια μεταφράζεται πάλι σε χρήμα στη σημερινή κοινωνία. Ένα καλοστημένο και συνεχώς ανανεούμενο μπλογκ ή ιστοσελίδα απαιτεί είτε συνεργεία διαχειριστών σε πλήρη απασχόληση, είτε μπλογκερς που έχουν την άνεση χρόνου (και επομένως την οικονομική άνεση) για να το κάνουν ―δεν μιλώ φυσικά για ιστοσελίδες και μπλογκς που συντηρούνται εθελοντικά απο ομάδες πολιτικών ακτιβιστών. Στη πραγματικότητα, δηλαδή, οι παραγωγοί πληροφοριών είναι μια ελάχιστη μειονότητα οι οποίοι κατά κανόνα, όπως παρατηρεί ο Glenn Reynolds, συγγραφέας μελέτης για την έκρηξη του ιντερνέτ, είναι «σε καλή οικονομική κατάσταση, έχουν καλή εκπαίδευση και το πιο σημαντικό, έχουν καλές δουλειές». Γιαυτό και, όπως βρέθηκε στην ίδια μελέτη, πάνω από τους μισούς χρήστες είναι «παθητικοί» (δηλαδή απλοί καταναλωτές) και δεν συνεισφέρουν τίποτα στο ιντερνέτ, ενώ, από τους υπόλοιπους, το 23% απλώς απαντά όταν προκαλείται.[4] Στην χώρα μας μάλιστα, πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι μόνο 2 στους 10 Έλληνες σερφάρουν στο ιντερνέτ και το 90% από αυτούς βασικά επισκέπτεται πορνογραφικές σελίδες![5]
Ένας άλλος μύθος είναι η ελευθερία πρόσβασης στις γνώσεις που δήθεν παρέχει η δωρεάν πρόσβαση στο ιντερνετ, ενώ άλλοι το βλέπουν σαν αντιεξουσιαστικο μέσο που μπορεί ν' ασκεί πίεση στην εξουσία. Όμως οι δύο αυτές λειτουργίες, επίσης, είναι βασικά εικονικές. Η πρώτη φαλκιδεύεται αποφασιστικά από την ανωνυμία του μέσου. Οι πληροφορίες που παρέχονται ανώνυμα, είτε είναι ανεύθυνες και πιθανώς αναξιόπιστες, είτε είναι και ύποπτες, όπως έχει δειχτεί με την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια wikipedia, όπου έχουν σημειωθεί επανειλημμένες επεμβάσεις από κρατικές και μυστικές υπηρεσίες σε λήμματα πολιτικού και κοινωνικό-οικονομικού περιεχομένου, με στόχο τη διαστρέβλωση των γεγονότων.[6] Όσον αφορά στη λειτουργία του ιντερνετ ως αντιεξουσιαστικου μέσου, με την έννοια ότι επιτρέπει την κριτική των ιθυνόντων (πράγμα που υποτίθεται δικαιολογεί και την ανωνυμία), στη πραγματικότητα, όπως έδειξαν π.χ. στην Ελλάδα τα ιντιμίντια τα πρώτα κυρίως χρόνια της λειτουργίας τους, η ανωνυμία χρησιμοποιείτο από διαφόρους λασπολόγους και συκοφάντες (πιθανώς και όργανα υπηρεσιών) για να χυδαιολογούν εναντίον «επωνύμων» (ακόμη και αντιεξουσιαστών!) αναλυτών κ.λπ. Φυσικά, οι διαχειριστές των μπλογκς ή των φόρουμ μπορούν να πάρουν, εάν θέλουν, μέτρα εναντίον αυτής της κατάχρησης της ανωνυμίας (όπως ήδη φαίνεται κάνουν στο Αθηναϊκό ιντιμίντια).
Σε κάθε περίπτωση, η λύση δεν είναι βέβαια κάποιοι αυταρχικοί έλεγχοι στη ροή των πληροφοριών, πράγμα που μας ξαναφέρνει στο θέμα της εικονικής δημοκρατίας του μέσου και στο γεγονός ότι πραγματική δημοκρατία δεν είναι νοητή παρά μόνο στο συλλογικό επίπεδο των πρόσωπο-με-πρόσωπο συνελεύσεων και όχι στο ατομικό επίπεδο των χρηστών. Ίσως μια παρόμοια συνέλευση διαχειριστών και χρηστών να μπορούσε να συναποφασίσει ένα κώδικα δεοντολογίας του μέσου και μεθόδους εφαρμογής του που θα έκανε περιττή την σχεδιαζόμενη αυταρχική επέμβαση.
[1] Jackie Ashley, “Beware the powerful when they hail the new democracy”, Guardian, 29/1/07
[2] Slavoj Zizek, “Is this digital democracy, or a new tyranny of cyberspace?”, Guardian, 30/12/06
[3] Βλ. π.χ. συνέντευξη Ιωαννίδη, καθηγητού Πληροφορικής στο Παν. Αθηνών, “Ε”, 23/12/2006
[4] Bobbie Johnson, “Ignore bloggers at your peril, say researchers”, Guardian, 18/4/06
[5] “Τελευταίοι στο διαδίκτυο, πρώτοι στα πορνό”, “Ε, 03/02/2007
[6] Robert Verkaik, “Wikipedia and the art of censorship”, Independent,18/08/07