(Ελευθεροτυπία, 15 Μαρτίου 2008)
Απεργίες και «δημοκρατία» των δικαιωμάτων
ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Η πολιτική και οικονομική ελίτ, μετά από επανειλημμένες απόπειρες να «εκσυγχρονίσει» την Ελλάδα σύμφωνα με τις προδιαγραφές της καπιταλιστικής νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που στον χώρο μας επιβάλλει η Ε.Ε., έκρινε ότι ήλθε η στιγμή για να επιβάλλει τους στόχους της και στο ασφαλιστικό, πέρα από τις ιδιωτικοποιήσεις , τα φορολογικά μέτρα υπέρ των προνομιούχων στρωμάτων κλπ. Η εξέλιξη αυτή βέβαια ήταν αναμενόμενη εφόσον σήμερα η κυβέρνηση, αναβαπτισμένη από τον «λαό» (δηλαδή από το 30% των εγγεγραμμένων στους καταλόγους που ψήφισαν το κυβερνόν κόμμα, χωρίς βέβαια να έχουν ιδέα για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο!) θα μπορούσε να επιβάλλει τις απόψεις των ντόπιων ελίτ και αυτών της Ε.Ε., παρά τις οποιεσδήποτε αντιδράσεις. Έτσι, οι πολίτες βρίσκονται σήμερα αντιμέτωποι με ένα νομοσχέδιο που περικόπτει δραστικά τα δικαιώματα, ακόμη και κεκτημένα, πολλών συνταξιούχων, το οποίο οι ελίτ σύντομα περιμένουν να το κάνουν νόμο του κράτους με δεδομένη την υπερψήφιση του από τον Νεοδημοκρατικό «λόχο» ―όπως βέβαια θα συνέβαινε αν στη θέση του ήταν ο ΠΑΣΟΚικος λόχος που, με βάση τις δεσμεύσεις του στην Ε.Ε. και τις ελίτ, θα πέρναγε ένα πανομοιότυπο νόμο.
Εάν όμως τα παραπάνω είναι κοινός τόπος για τον τρόπο λειτουργίας της σημερινής αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» γενικά, στην Ελλάδα δεν λειτουργεί ούτε η συνακόλουθη «δημοκρατία» των δικαιωμάτων, όπως γι’ άλλη μια φορά έδειξε ο τρόπος με τον οποίο συστηματικά υπονομεύεται το δήθεν «ιερό» δικαίωμα της απεργίας. Έτσι, μόλις οι απεργίες άρχισαν να γίνονται ενοχλητικές για τις ελίτ, ο υπουργός Οικονομίας δήλωνε «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το δικαίωμα της απεργίας είναι ιερό, αλλά είναι ιερό και το δικαίωμα του ελληνικού λαού να απολαμβάνει των βασικών υπηρεσιών που δικαιούται», για να συμπληρώσει ο υπουργός Εσωτερικών «δεν μπορεί συντεχνιακές αντιλήψεις να υπερακοντίζουν το δημόσιο συμφέρον» και από πίσω ν ακολουθήσει η «ανεξάρτητη» δικαιοσύνη, δηλώνοντας δια του Εισαγγελέως του Άρειου Πάγου, «αν όμως είναι αναφαίρετο το δικαίωμα της απεργίας μεμονωμένων ομάδων ή τάξεων, είναι εξίσου αναφαίρετο το δικαίωμα του κοινωνικού συνόλου να μπορεί να ικανοποιεί τις βασικές του ανάγκες και να απολαμβάνει των κοινωνικών αγαθών, τα οποία είναι υποχρεωμένες να προσφέρουν σε αυτό οι επιχειρήσεις με δημόσιο χαρακτήρα και ειδικότερα της κοινής ωφέλειας». Στη συνέχεια, και ενώ τα «παπαγαλάκια» των ελίτ στα ΜΜΕ ωρύονταν για το «δημόσιο συμφέρον», τα Επιμελητήρια, καθώς και οι συνοδοιπορούσες απαραίτητες ΜΚΟ των καταναλωτών κ.λπ., απείλησαν να πάρουν την δικαστική οδό για να χρεοκοπήσουν τους απεργούς. Παράλληλα, για την περίπτωση που όλα τα παραπάνω θ’ αποδεικνύονταν τελικά ανίσχυρα να τους νουθετήσουν, η “φιλελεύθερη” κυβέρνηση επέσειε την απειλή επιστράτευσης...
Είναι όμως χαρακτηριστικό του θράσους των ελίτ και των συνοδοιπόρων τους ότι ακόμη και ο πρόεδρος της ΔΕΗ δεν δίστασε να δηλώσει «λυπάμαι και ντρέπομαι γιατί δεν είμαστε σε θέση να παρέχουμε στον κόσμο το κοινωνικό αγαθό που δικαιούται» και ο ανεκδιήγητος Υπουργός Οικονομίας συμπλήρωσε «όταν πληρώνει μια επιχείρηση, έχει την απαίτηση να έχει ρεύμα». Και αυτό, όταν δεν έχει κλείσει ακόμη ούτε χρόνος από τότε που η ΔΕΗ με υπαιτιότητα δική της και του ίδιου Υπουργού δεν είχε κάνει τα απαραίτητα έργα υποδομής, παρά τους αναμενόμενους καύσωνες, με αποτέλεσμα να υπάρξουν εκτεταμένες διακοπές ρεύματος που ταλαιπώρησαν εκατοντάδες χιλιάδες καταναλωτών, ζημίωσαν χιλιάδες επιχειρηματιών κ.λπ., χωρίς όμως να κινηθεί τότε κατά της ΔΕΗ και της κυβέρνησης κανένας από τους λαλίστατους σήμερα διώκτες των απεργών!
Το γνωστό διάτρητο επιχείρημα που χρησιμοποιούν οι ελίτ για να επιτεθούν κατά των απεργών είναι ότι, ως εκ της θέσης τους στην κοινωνία, η αποχή τους από την εργασία θέτει σε κίνδυνο το «κοινωνικό σύνολο», τη δημόσια υγεία, η την «Εθνική Οικονομία». Όμως, όσον αφορά τον κίνδυνο στη δημόσια υγεία, πάντοτε σε ανάλογες περιστάσεις, οι απεργοί φροντίζουν και παίρνουν τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της. Όσον αφορά στα νεφελώδη περί «δημόσιου συμφέροντος» και «Εθνικής οικονομίας», όπως είναι γνωστό, σε μια ταξικά διαιρεμένη κοινωνία (ανεξάρτητα πώς ακριβώς θα ορίσουμε τις τάξεις), όπως είναι κάθε κοινωνία σε μια καπιταλιστική οικονομία της αγοράς και αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» όπου οικονομικές και πολιτικές ελίτ συγκεντρώνουν την οικονομική και πολιτική εξουσία αντίστοιχα, δεν είναι δυνατό να υπάρξει ένα ενιαίο δημόσιο συμφέρον, και μια «Οικονομία». Άλλα είναι τα συμφέροντα των εργαζομένων στις Τράπεζες και άλλα των Τραπεζιτών. Και άλλα τα συμφέροντα των συνταξιούχων του ΙΚΑ και άλλα των επαγγελματιών πολιτικών στην Βουλή που έχουν καθιερώσει για τους εαυτούς τους δικαίωμα πλουσιοπάροχης σύνταξης, πέρα από το δικαίωμα για οποιαδήποτε άλλη σύνταξη έχουν εξασφαλίσει στο μεταξύ(!), ακόμη και με μερικά φεγγάρια θητείας —ρύθμιση που στη Βουλή, μόνο το ΚΚΕ, σε συνέπεια με τις αρχές της Αριστεράς, πρότεινε να καταργηθεί και έχει επίσης καθιερώσει ότι ολόκληρη η αποζημίωση επιστρέφεται στο κόμμα και οι βουλευτές του αμείβονται με κομματικό μισθό ανειδίκευτου εργάτη (1,000 Ευρώ), σε αντίθεση με τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που επιστρέφουν στο κόμμα το 20%, δηλ. 1,500 Ευρώ, της παχυλής τους βουλευτικής αποζημίωσης.
Όμως, σε εργαζόμενους στους τομείς παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών που καλύπτουν βασικές ανάγκες (κοινωνικής ωφέλειας, υγείας, εκπαίδευσης, δημόσια μέσα μεταφοράς κ.λπ.), παρόλο που πιθανώς είναι η πλειοψηφία των εργαζομένων, σύμφωνα με την λογική του «δημόσιου συμφέροντος», μπορεί ν απαγορευθεί το «ιερό» δικαίωμα της απεργίας, ακόμη και με το στρατιωτικό μέτρο της επιστράτευσης —όταν η δράση τους είναι αρκούντως ενοχλητική για τις ελίτ. Αλλά αυτό ήταν αδιανόητο ακόμη και για τις συντηρητικές κυβερνήσεις στη Βρετανία που καθιέρωσαν την νεοφιλελευθερισμό. Για εβδομάδες οι ανθρακωρύχοι το 1972 είχαν μπλοκάρει τα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικού για να μην κάνουν παραλαβές άνθρακα, με αποτέλεσμα να μειώσουν την παραγωγή ρεύματος στο 25% και ν αναγκάσουν την κυβέρνηση Χηθ να επιβάλλει διακοπές ρεύματος μέχρι και 9 ωρών. Επιστράτευση όμως των εργατών ούτε έγινε ούτε μπορούσε να γίνει. Ακόμη και η Θάτσερ, που μετά 10 περίπου χρόνια είχε οργανώσει συστηματικά την επίθεση των ελίτ για να συντρίψουν τους ανθρακωρύχους που απεργούσαν για μήνες, επίσης, δεν χρησιμοποίησε έκτακτα μέτρα που ουσιαστικά καταργούν το δικαίωμα της απεργίας. Ακόμη και σήμερα, μετά από δεκαετίες διακυβέρνησης από τους νεοφιλελεύθερους Συντηρητικούς και τους σοσιαλφιλελεύθερους Εργατικούς, που σε αγαστή σύμπνοια πετσόκοψαν με κάθε δυνατό τρόπο το δικαίωμα της απεργίας, μόνο όταν δεν τηρηθούν κάποιες αυστηρά οριζόμενες προϋποθέσεις μπορεί να κηρυχτεί μια απεργία παράνομη.
Στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από το αν θα χρειαστούν οι ελίτ σήμερα την επιστράτευση, έχουν προβλέψει και την απαγόρευση της απεργίας ως “καταχρηστικής” —πράγμα που ουσιαστικά αφήνεται στην διακριτική ευχέρεια του δικαστού. Είναι λοιπόν φανερό ότι στην Ελλάδα (όπως και σε χώρες ανάλογης ανάπτυξης) ούτε η “δημοκρατία” των δικαιωμάτων —στην οποία περιορίζεται τώρα η ρεφορμιστική Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ κ.λπ. μετά την από μέρους της εγκατάλειψη κάθε οράματος για «συστημική» αλλαγή— μπορεί να υπάρξει!