(Ελευθεροτυπία, 10 Μαΐου 2008)
Η οικονομική διάσταση της σημερινής κρίσης
ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Σήμερα, είναι γενικά παραδεκτό ότι η σύγχρονη κοινωνία, που παίρνει παντού την μορφή της οικονομίας της αγοράς/ανάπτυξης, υποφέρει από μια βαθιά και εκτεταμένη κρίση.[1] Όσον αφορά ιδιαίτερα στην οικονομική διάσταση της κρίσης, ο Βορράς δεν έχει ακόμη συνέλθει από την οικονομική κρίση που ξέσπασε στα μέσα της δεκαετίας του 1970, εξαιτίας της βασικής αντίφασης που δημιουργούσε η συνεχιζόμενη επέκταση του κρατισμού ―με την έννοια του ενεργού κρατικού ελέγχου που στόχευε στον καθορισμό του επιπέδου της οικονομικής δραστηριότητας και του κράτους πρόνοιας― και η παράλληλη διεθνοποίηση της οικονομίας της αγοράς. Η θεμελιακή αυτή αντίφαση, που οδήγησε παντού στη συρρίκνωση των κοινωνικών ελέγχων πάνω στην οικονομία της αγοράς, μέσω της συρρίκνωσης του οικονομικού ρόλου του κράτους, αποτελεί βασική αιτία της οικονομικής κρίσης και των σημερινών εκφάνσεών της, όπως η πιστωτική και η επισιτιστική κρίση.
Τη στιγμή αυτή και ως αποτέλεσμα της διεθνοποίησης της οικονομίας της αγοράς, έχει δημιουργηθεί ένας διπολικός κόσμος ο οποίος συνίσταται από:
Ένα πόλο που περιλαμβάνει τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα τα οποία δημιούργησε η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, είτε στον Βορρά είτε στον Νότο («Νέος Βορράς), και
Έναν δεύτερο πόλο που έχει μείνει απέξω από τα υποτιθέμενα «καθολικά» ευεργετήματα της παγκοσμιοποίησης αυτής και περιλαμβάνει την περιθωριοποιημένη πλειονότητα του παγκόσμιου πληθυσμού, είτε στον Βορρά, είτε στον Νότο («Νέος Νότος»)
Είναι λοιπόν φανερό ότι ο νέος αυτός διπολικός κόσμος που ανέτειλε με την παγκοσμιοποίηση, δεν καθορίζεται από γεωγραφικά, αλλά από κοινωνικά και οικονομικά, όρια ―όπως άλλωστε ακριβώς συμβαίνει και με την υπερεθνική ελίτ που επίσης δεν έχει εδαφικό κέντρο εξουσίας. Ο διπολισμός αυτός, σε συνδυασμό με την αντίφαση, που προανέφερα, δημιουργούν το σημερινό εκρηκτικό μίγμα που απειλεί την διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς. Με άλλα λόγια, η κρίση δεν προκαλείται από τον διπολισμό καθεαυτό, αλλά από το γεγονός ότι η ίδια η διεθνοποίηση οδηγεί στην συνεχή επέκταση του διπολισμού αυτού, δηλαδή του ανοίγματος μεταξύ του «Νέου Βορρά» και του «Νέου Νότου», ενώ το πολιτικό σύστημα είναι ουσιαστικά ανίσχυρο να επέμβει αποτελεσματικά για τον περιορισμό του διευρυνόμενου αυτού ανοίγματος. Έτσι, ενώ στο πλαίσιο του κράτους-έθνους, που συμπλήρωνε την οικονομία της αγοράς, ήταν δυνατή η λήψη αποτελεσματικών μέτρων από το κράτος ―με αποκορύφωμα την σοσιαλδημοκρατία στην Δύση― για την μείωση του ανοίγματος μεταξύ προνομιούχων και μη κοινωνικών στρωμάτων, όταν αυτό έπαιρνε εκρηκτικές διαστάσεις, σήμερα ο ίδιος ο διεθνοποιημένος χαρακτήρας της οικονομίας αποκλείει την λήψη παρομοίων μέτρων, όχι μόνο στο εθνικό ή το ηπειρωτικό επίπεδο, αλλά ακόμη και στο παγκόσμιο επίπεδο, λόγω των εγγενών ανισοτήτων μεταξύ γεωγραφικού Βορρά και Νότου που έχει δημιουργήσει ιστορικά η καπιταλιστική οικονομία αγοράς/ανάπτυξης.
Στον βαθμό όμως που η κοινωνία αναπαραγόταν και ο «Νέος Βορράς» των ωφελουμένων από την παγκοσμιοποίηση κοινωνικών στρωμάτων ευημερούσε, το σύστημα είχε βρει μια νέα ισορροπία που στηριζόταν στην εκμετάλλευση των τεχνολογικών πλεονεκτημάτων του Βορρά και στο χαμηλό κόστος παραγωγής του Νότου. Οι τελευταίες όμως εκφάνσεις της κρίσης, η εξελισσόμενη πιστωτική κρίση, σε συνδυασμό με την επισιτιστική κρίση, απειλούν τη στιγμή αυτή το ίδιο το σύστημα της οικονομίας της αγοράς με γενικότερη οικονομική κρίση. Τόσο η πιστωτική κρίση, που επηρεάζει κυρίως τον γεωγραφικό Βορρά, όσο και η επισιτιστική κρίση, που δημιουργεί εκρηκτικές καταστάσεις στον γεωγραφικό Νότο με τις αιματηρές διαδηλώσεις των πεινασμένων (Αϊτή, Αίγυπτος κ.λπ.), έχουν ως απώτερη αιτία την αυξανόμενη συγκέντρωση εισοδήματος, πλούτου και οικονομικής δύναμης που αναπόφευκτα επιφέρει ο διπολισμός αυτός.
Η πιστωτική κρίση, ειδικότερα, εύκολα μπορεί να δειχθεί ότι έχει ως απώτερη αιτία την συγκέντρωση εισοδήματος και πλούτου στην Αμερική σε συνδυασμό με την ιδεολογία του «Αμερικανικού ονείρου». Αντίστοιχα, η επισιτιστική κρίση είναι επίσης συνέπεια της διογκούμενης συγκέντρωσης οικονομικής δύναμης στον «Νέο Βορρά», λόγω της διεθνοποίησης της οικονομίας της αγοράς. Έτσι, από τη μια μεριά, η συγκέντρωση εισοδήματος στον Βορρά επιβάλλει ένα στρεβλό παγκόσμιο καταναλωτικό πρότυπο με βάση τις ανάγκες του 15% των κατοίκων του πλανήτη που ζουν στις πλουσιότερες χώρες (ακόμη και στα βιοκαύσιμα!). Από την άλλη, η διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς επιβάλλει ανάπτυξη που στηρίζεται στις εξαγωγές. Οι αγρότες στον Νότο, επομένως, εξαναγκάζονται σε μονοκαλλιέργειες και η αυτοδυναμία που είχαν πριν την διεθνοποίηση της οικονομίας της αγοράς σε πολλά βασικά για την διατροφή των κατοίκων του Νότου αγροτικά προϊόντα εξαφανίζεται και γίνονται έρμαια των δυνάμεων της αγοράς ακόμη και για την κάλυψη αναγκών σε βασικά τρόφιμα (ψωμί, ρύζι κ.λπ.). Σε μια παρόμοια διαδικασία έχει μπει και η Ελλάδα από τον καιρό της ένταξής της στην Ε.Ε. και της συνακόλουθης καταστροφής του γεωργικού τομέα της.
Το αποτέλεσμα των διαδικασιών αυτών είναι ότι ο «Νέος Νότος» ―τα κοινωνικά στρώματα που αποτελούν τα θύματα της παγκοσμιοποίησης, είτε μένουν στον γεωγραφικό Βορρά είτε στον γεωγραφικό Νότο― είναι αυτοί που κυρίως υφίστανται τις συνέπειες της επισιτιστικής κρίσης εφόσον, όχι μόνο δεν ωφελούνται από τις κερδοσκοπικές ανατιμήσεις των τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης (από τις οποίες ωφελούνται κερδοσκόποι και πολυεθνικές όπως η Mosanto που αυτή τη στιγμή έχουν κέρδη-ρεκόρ) αλλά και αδυνατούν, με τα γλίσχρα εισοδήματά τους (το 80% των οποίων δαπανάται σε τρόφιμα), να καλύψουν τις βασικές ανάγκες τους λόγω των πληθωρικών αυξήσεων των τιμών των τροφίμων, αλλά και της ενέργειας[2]. Δεδομένου, βέβαια, ότι τα κοινωνικά αυτά στρώματα, που είναι κάτοικοι του γεωγραφικού Νότου, ήταν πάντοτε σε μεγαλύτερο βαθμό περιθωριοποιημένα από τα αντίστοιχα στον Βορρά, είναι φυσικό η επισιτιστική κρίση που ανέβασε τις τιμές των τροφίμων κατά 83% στα τρία τελευταία χρόνια,[3] να παίρνει ιδιαίτερα εκρηκτικές διαστάσεις στον Νότο.
[1] Το κείμενο αυτό αποτελεί προδημοσίευση από το νέο βιβλίο «Περιεκτική Δημοκρατια -10 Χρόνια Μετά», Εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος, Μάης 2008