Η ΕΛΛΑΔΑ ΩΣ ΠΡΟΤΕΚΤΟΡΑΤΟ ΤΗΣ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΗΣ ΕΛΙΤ
Η ανάγκη για άμεση έξοδο από την ΕΕ και για μια αυτοδύναμη Οικονομία
εκδόσεις Γόρδιος, Νοέμβριος 2010, σελ. 412, ISBN: 960-6826-18-Χ, ISBN 13: 978-960-6826-18-4
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ
Η μεταπολεμική ενσωμάτωση στην παγκόσμια αγορά ως η απώτερη αιτία της σημερινής χρεοκοπίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
●
Ο ΣΥΣΤΗΜΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Η κρίση στην Ελλάδα, όπως άλλωστε και σε κάθε χώρα ενσωματωμένη στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, που συμπληρώνεται στο πολιτικό επίπεδο από την αντιπροσωπευτική «δημοκρατία», είναι πολυδιάστατη. Οι κοινωνικές μάλιστα εκρήξεις που εκδηλώνονται όλο και συχνότερα τα τελευταία χρόνια, είτε με αφορμή γεγονότα στο πολιτικό επίπεδο (η εν ψυχρώ δολοφονία ενός 15ετους μαθητή το 2008) είτε, όπως σήμερα, με αφορμή γεγονότα στο οικονομικό επίπεδο (η επιβαλλόμενη από την υπερεθνική ελίτ, σε συνεργασία με την εγχώρια ελίτ, μακροπρόθεσμη ριζική αλλαγή των εργασιακών και συνταξιοδοτικών σχέσεων, η συρρίκνωση του δημοσίου τομέα και το συνακόλουθο ξεπούλημα του κοινωνικού πλούτου, το πετσόκομμα των εισοδημάτων κλ.π.) έχουν κάνει κατάφωρη τη συνεχή χειροτέρευση της πολυδιάστατης κρίσης. Η κρίση επομένως είναι οικονομική αλλά και πολιτική, κοινωνική αλλά και οικολογική και τέλος είναι πολιτισμική κρίση με την ευρύτερη έννοια, δηλαδή κρίση αξιών.
Η Οικονομική κρίση
Η κρίση είναι πρωταρχικά οικονομική, όπως άλλωστε και σε κάθε άλλη χώρα που έχει περάσει από τη διαδικασία του ανοίγματος και της απελευθέρωσης των αγορών της, και είναι συνέπεια της ενσωμάτωσής της στην διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, αλλά και των ειδικών συνθηκών που επικρατούν στην Ελλάδα σήμερα με την ουσιαστική χρεοκοπία της.
Έχει όμως υπάρξει τέτοια σύγχυση (είτε κατευθυνόμενη από τις ελίτ και τα «παπαγαλάκια» τους, είτε όχι), για τα αίτια της σημερινής κρίσης, ώστε θα άξιζε ν’ αρχίζαμε την εξέταση του θέματος με το τι ΔΕΝ είναι η σημερινή κρίση. Περιληπτικά, η σημερινή ουσιαστική, μολονότι όχι (ακόμη!) και τυπική, χρεοκοπία της Ελληνικής οικονομίας :
ΔΕΝ είναι ούτε ξαφνική, ούτε απλό αποτέλεσμα των «κακών» πολιτικών που εφάρμοσε η προηγούμενη ΝεοΔημοκρατική κυβέρνηση, όπως ισχυρίζονται οι εξειδικευμένοι στην εξαπάτηση του Ελληνικού λαού επαγγελματίες πολιτικοί του ΠΑΣΟΚ ή, αντίστροφα, των κακών χειρισμών της Πασοκικής κυβέρνησης, όπως ισχυρίζονται οι συνάδελφοι τους (και στην εξαπάτηση, μολονότι όχι με την ίδια δεξιοτεχνία) επαγγελματίες πολιτικοί της ΝΔ.
ΔΕΝ είναι αποτέλεσμα του «μεταπολιτευτικού μοντέλου ανάπτυξης» και των δήθεν «διαρθρωτικών προβλημάτων» με την έννοια της μαζικής επέκτασης του δημοσίου τομέα, των κλειστών επαγγελμάτων, των ανελαστικών εργατικών σχέσεων, της αδιαφάνειας και της διαφθοράς κ.λπ., όπως ισχυρίζεται σήμερα η σοσιαλφιλελεύθερη κοινοβουλευτική χούντα, με την υποστήριξη νεοφιλελεύθερων κ.ά. Όλα αυτά είναι «διαρθρωτικά» προβλήματα μόνο στο πλαίσιο της λογικής της ανταγωνιστικότητας και της νεοφιλελεύθερης διεθνοποίησης της οικονομίας της αγοράς, δηλαδή στο πλαίσιο ενός «μοντέλου» ανάπτυξης που έχει οδηγήσει σε μια πρωτόγνωρη ανισότητα και ανισόμερη κατανομή της οικονομικής και συνακόλουθα της πολιτικής και κοινωνικής δύναμης, τόσο στο εσωτερικό της κάθε ενσωματωμένης χώρας όσο και μεταξύ κρατών-εθνών.
ΔΕΝ είναι καν μόνο αποτέλεσμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, και των «κακών» πολιτικών της Ευρωζώνης και κυρίως της Γερμανίας, όπως ισχυρίζονται ανιστόρητοι οικονομολόγοι της αντισυστημικής ή της ρεφορμιστικής Αριστεράς.[1] Στη πραγματικότητα, όπως θα δούμε στη συνέχεια, η παγκόσμια κρίση, αλλά και οι πολιτικές της Ευρωζώνης, λειτούργησαν απλώς ως καταλύτες για την τωρινή κρίση και όχι ως αιτία της.
ΔΕΝ είναι το απλό αποτέλεσμα της κλοπής δημοσίου χρήματος από τους φοροφυγάδες, μιζαδόρους κ.λπ. στα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα, όπως υποστηρίζει η κατεστημένη άποψη προς αποπροσανατολισμό από τον συστημικό χαρακτήρα της κρίσης ―μολονότι βέβαια συνέβαλαν και αυτοί το κατά δύναμη στην έκρηξή της. Και, φυσικά, η κρίση
ΔΕΝ οφείλεται στην ηθική του Νεοέλληνα, που δεχόταν (αλλά και ήταν πρόθυμος να πληρώσει) το «φακελάκι», κοίταζε πώς να κλέψει ο ένας τον άλλο και όλοι μαζί το δημόσιο «για τη πάρτη τους» κ.λπ., όπως υποστηρίζουν πολλοί στην ανανεωτική «Αριστερά» αλλά και Καστοριαδικοί κ.ά. Οι ηθικές συμπεριφορές των κοινωνικών ατόμων δεν δημιουργούνται στο κενό, όπως έμμεσα υποστηρίζουν παρόμοιες αποπροσανατολιστικές απόψεις, οι οποίες προσπαθούν να ξεπεράσουν τον αντικειμενικό ορθολογισμό καταφεύγοντας σε ένα υποκειμενικό ορθολογισμό που βασίζεται στον ψευτο-αντικειμενισμό της ψυχανάλυσης.[2] Οι ηθικές συμπεριφορές διαμορφώνονται πάντοτε στο πλαίσιο κοινωνικών θεσμών και συνακόλουθων αξιών, οι οποίες δεν γεννώνται γενικά και αόριστα από κάποιο «κοινωνικό» φαντασιακό αλλά από τα φαντασιακά των ελίτ και των προνομιούχων κοινωνικών στρωμάτων που έχουν την πραγματική δύναμη να διαμορφώνουν θεσμούς και συνακόλουθες αξίες.
Η σημερινή οικονομική κρίση ΕΙΝΑΙ, όπως θα προσπαθήσω να δείξω, απώτερη συνέπεια του εξωστρεφούς μεταπολεμικού μοντέλου ανάπτυξης που εισάχθηκε στην Ελλάδα στην μεταπολεμική περίοδο, σε συνέπεια με τις γενικότερες φάσεις της διαδικασίας αγοραιοποίησης της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς που περιέγραψα αλλού.[3] Με άλλα λόγια, το σκάσιμο της «φούσκας», που αποτελούσε το μεταπολιτευτικό μοντέλο ανάπτυξης, μπορεί να εξηγηθεί επαρκώς μόνο εάν αναχθούμε σε ολόκληρο το μεταπολεμικό μοντέλο ανάπτυξης που θεμελιώθηκε στο πλαίσιο της ενσωμάτωσης της Ελληνικής οικονομίας στην (συνεχώς διεθνοποιούμενη κατά την περίοδο αυτή) παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία της αγοράς, και την συνακόλουθη εξωστρέφεια, η οποία έφθασε στο αποκορύφωμά της με την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ/ΕΕ και αργότερα την Ευρωζώνη.
Η σημερινή, επομένως, δραματική επιδείνωση της ελληνικής oικoνoμικής κρίσης δεν απoτελεί παρά τo επιστέγασμα της μόνιμης κρίσης της oικoνoμίας μας, σαν απoτέλεσμα των δoμών πoυ δημιoύργησε o μη «αυτοδύναμος» χαρακτήρας της μεταπoλεμικής oικoνoμικής ανάπτυξης. Σε τελική ανάλυση, η σημερινή κρίση είναι σαφώς συστημική και ανάγεται στις δομές, οικονομικές αλλά και πολιτικές και κοινωνικές, που δημιούργησε στη χώρα μας το σημερινό σύστημα της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς και το πολιτικό συμπλήρωμά του στην αντιπροσωπευτική «δημοκρατία»[4] που εγγενώς αποκλείουν την οικονομική αυτοδυναμία ―η οποία θα πρέπει να διακρίνεται σαφώς από την οικονομική αυτάρκεια που δεν είναι ούτε εφικτή αλλά ούτε και επιθυμητή.
Η Κρίση Πολιτικής
Όμως, η σημερινή κρίση δεν αφορά μόνο τους οικονομικούς θεσμούς, δηλαδή, την καπιταλιστική οικονομία της αγοράς στην τωρινή της φάση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, αλλά και σε ό,τι περνά σήμερα ως «δημοκρατία» και «πολιτική», δηλαδή, την αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» και την «πολιτική», όπως αυτές υλοποιούνται από τους επαγγελματίες πολιτικούς. Το γεγονός άλλωστε ότι δεν είναι πια μόνο οι συνήθεις «γνωστοί άγνωστοι» των ΜΜΕ, αλλά χιλιάδες διαδηλωτές που σήμερα φωνάζουν έξω από το υποτιθέμενο ιερό της δημοκρατίας «να κάψουμε την Βουλή», είναι ενδεικτικό. Τέτοια γεγονότα έβλεπαν τρομοκρατημένες οι ξένες ελίτ τον Μάη του 2010 ―τα οποία τους έβαλαν σε αμφιβολίες για το εαν η κυβέρνηση των «σοσιαλιστών», παρά τον έλεγχο που ασκεί στα κομματοκρατούμενα συνδικάτα, έχει τη δύναμη να επιβάλλει τελικά τα ληστρικά μέτρα― και αντέδρασαν ανάλογα στις αγορές. Και όχι γιατί, όπως έλεγαν οι δικοί μας Γκεμπελίσκοι και τα κανάλια τους, επειδή ήθελαν από «κακία» οι κερδοσκόποι να κτυπήσουν το Ευρώ και άλλα παραμύθια, τα οποία ξεκινούν από τον αρχιπαραμυθά πρωθυπουργό (ή σωστότερα τους πολυπληθείς συμβουλάτορές του). Φυσικά και όπου βρουν «ψητό» οι κερδοσκόποι θα κτυπήσουν, και εκείνη τη στιγμή το «ψητό» ήταν οι χώρες της Ευρωζώνης στον Νότο για τις οποίες η ένταξη —αναπόφευκτα κατά τη γνώμη μου για λόγους που θα εξηγήσω στη συνέχεια— σήμαινε συνεχή απόκλιση αντί για σύγκλιση, ανεξάρτητα από τους χειρισμούς των ελίτ που απλώς ανέβαλλαν τη συνέχιση της κρίσης (μέσω του Μηχανισμού Στήριξης) αλλά δεν την ματαίωσαν, ενόσο διαιωνίζονται οι δομικές αποκλίσεις.
Δεν είναι άλλωστε περίεργο ότι οι αγορές και οι κερδοσκόποι δεν ησυχάσαν, όπως υποστηρίζει η προπαγάνδα των ελίτ, εξαιτίας της συμφωνίας για τον Μηχανισμό Στήριξης, αλλά, σε σημαντικό βαθμό, εξαιτίας ενός «εξωγενούς» γεγονότος, μετά από το οποίο το λαϊκό κίνημα κατά των μέτρων έχασε τη δυναμική του και περιορίστηκε σε συνεχώς φθίνουσες απεργίες και κινητοποιήσεις, οι οποίες βέβαια κάθε άλλο παρά ανησυχούσαν τις ελίτ: της σαφώς ύποπτης, σήμερα, δολοφονίας τριών υπάλληλων της Marfin ως προϊόντος παρακρατικής προβοκάτσιας, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι ουδεμιά αντιεξουσιαστική κίνηση ή μπλοκ ανέλαβε την ευθύνη γι’ αυτήν (αντίθετα οι περισσότερες την καταδίκασαν), αλλά και από το γεγονός ότι ενώ το περιστατικό συνέβη στο κέντρο της Αθήνας που είναι περικυκλωμένο από κάμερες ποτέ δεν αναγνωρίστηκε κανένας από τους ενόχους, ούτε συνελήφθη κανείς από τον σοσιαλφασίστα Υπουργό «Προστασίας του Πολίτη» που ειδικεύεται στην σύλληψη «τρομοκρατών».
Η κρίση αυτή της Πολιτικής εκδηλώνεται σήμερα με την απαξίωση της πολιτικής γενικά και όχι με την απαξίωση της μικροπολιτικής του ενός ή του άλλου κόμματος, ή του Α σε σχέση με τον Β επαγγελματία πολιτικό. Ούτε η κρίση αφορά μόνο στη διαφθορά και στα σκάνδαλα, που το ένα κόμμα εξουσίας τα ρίχνει στο άλλο προσπαθώντας να μετατρέψουν μια σαφή κρίση του πολιτικού συστήματος σε κρίση του ενός ή του άλλου κόμματος, ή το πολύ, του όλου «πολιτικού συστήματος» ―με το οποίο όμως απλά εννοούν το πελατειακό σύστημα και όχι το ίδιο βέβαια το σύστημα της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας». Όμως, το πελατειακό σύστημα είναι απλό σύμπτωμα του είδους «ανάπτυξης» μιας χώρας στην ημιπεριφέρεια όπως η Ελλάδα και είναι κοινό χαρακτηριστικό, σε διάφορους βέβαια βαθμούς, όλων των χωρών σε αυτή. Δεν προκαλεί επομένως έκπληξη το γεγονός ότι, πιθανώς, το κύριο χαρακτηριστικό της πρόσφατης κοινωνικής έκρηξης στην Ελλάδα είναι η επιβεβαίωση του γεγονότος ότι ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού, ιδιαίτερα των νέων που δεν έχουν ακόμη ενσωματωθεί στο πολιτικό και οικονομικό σύστημα ―και οι πιθανότητες των περισσοτέρων από τους οποίους να ενσωματωθούν στο μέλλον είναι σχεδόν ανύπαρκτες!― είναι ανεξέλεγκτο από τις πολιτικές ελίτ.
Η απαξίωση, όμως, αυτού που περνά για «πολιτική» και «δημοκρατία» δεν σημαίνει και γενικότερη απαξίωση της Πολιτικής, με την κλασική έννοια του όρου που εκφράζει την ατομική και συλλογική αυτονομία. Αυτό φανερώνει όχι μόνο η σημαντικά μεγαλύτερη ένταση της Κοινωνικής Πάλης στη χώρα μας σε σχέση με τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, αλλά ακόμη και μια σχετικά πρόσφατη έρευνα του Ε.Κ.Κ.Ε.[5] που δείχνει ότι σχεδόν το 60% του λαού θεωρεί την πολιτική ως σημαντική αξία στη ζωή (από μέτρια σημαντική, μέχρι πάρα πολύ), έναντι μόνο 42% στην Αγγλία.
Από την άλλη, όμως, μεριά, είναι προφανές ότι για κάθε επαγγελματία πολιτικό που έχει επενδυμένα συμφέροντα στην σημερινή «πολιτική», είναι αδιανόητη η διάκριση μεταξύ αυτού που περνά για πολιτική σήμερα (δηλαδή της μικροπολιτικής του ενός κόμματος ή επαγγελματία πολιτικού έναντι του άλλου), και της Πολιτικής με την κλασική έννοια, ως της έκφρασης της ατομικής και συλλογικής αυτονομίας (δηλαδή του καθορισμού των νόμων που τους κυβερνούν από τους ίδιους τους πολίτες, εφόσον η πολιτική βούληση δεν μπορεί να εκπροσωπηθεί, παρά να είναι μόνο αντικείμενο ειδικής εξουσιοδότησης). Είναι εξίσου, όμως, πιθανό ότι οι πολίτες, ακόμη και αν δεν έχουν συνειδητοποιήσει αυτή τη διάκριση, αντιλαμβάνονται, έστω υποσυνείδητα, την ασημαντότητα αυτού που θεωρείται πολιτική σήμερα, γι’ αυτό και το απαξιώνουν γενικά, και όχι γιατί...προτιμούν τα τανκς, όπως κάποιοι πολιτικοί της «Αριστεράς» δυσφημούν και διαστρεβλώνουν την κοινή συνείδηση. Και είναι αυτή ακριβώς η κοινή συνείδηση για την ασημαντότητα της «πολιτικής» που αποτελεί το θεμέλιο της πολιτικής κρίσης, δεδομένου ότι αυτοί που δεν ασχολούνται με την ασήμαντη μικρο-πολιτική, συνήθως, είναι οι ίδιοι που μετέχουν πρώτοι σε κοινωνικές εκρήξεις, όπως αυτές στην Ελλάδα, ή αντίστοιχες στην Ευρώπη και αλλού! Όταν όμως ο μέσος πολίτης βλέπει την περιφρόνηση με την οποία αντιμετωπίζεται η δική του βούληση από τις ελίτ, οι οποίες δεν διστάζουν να παίρνουν τα πιο βάρβαρα μέτρα εναντίον του, γκρεμίζοντας δικαιώματα που είχαν κατακτηθεί μετά από μακρούς και κάποτε αιματηρούς αγώνες ―χωρίς μάλιστα να διανοούνται καν να τον ρωτήσουν έστω με ένα δημοψήφισμα εκ των υστέρων― τότε πια συνειδητοποιεί ότι αυτό που περνά για δημοκρατία είναι στη πραγματικότητα μια παρωδία «δημοκρατίας», αν όχι μια φάρσα!
Στο πλαίσιο αυτό, οι σημερινές αποκαλύψεις για την σήψη του πολιτικού μας συστήματος δεν αποτελούν ούτε νέο αλλά ούτε και πρωτόγνωρο φαινόμενο. Η σήψη της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» και η γενικότερη κρίση της πολιτικής αποτελούν βασικά συστατικά στοιχεία της σημερινής πολυδιάστατης κρίσης που εκτείνεται από το πολιτικό στο οικονομικό πεδίο και από το ευρύτερα κοινωνικό στο οικολογικό. Γι’ αυτό, άλλωστε, και φαινόμενα ανάλογα με το «σκάνδαλο Siemens» είναι τα τελευταία, ιδιαίτερα, χρόνια συνήθη σε κάθε αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» και οικονομία της αγοράς: από τις ΗΠΑ μέχρι την Ιταλία και από την Γαλλία μέχρι την Βρετανία. Και, φυσικά, όσο χαμηλότερο το επίπεδο οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης και όσο, επομένως, λιγότερο τηρούνται κάποια προσχήματα διαφάνειας, τόσο περισσότερο σκανδαλώδης ο χαρακτήρας των φαινομένων αυτών, αλλά και τόσο μεγαλύτερη η διάχυσή τους σε ολόκληρη την κοινωνία, με βάση την λαϊκή ρήση «το ψάρι βρομάει από το κεφάλι» που βρίσκει ιδιαίτερη εφαρμογή στη χώρα μας.
Στη πραγματικότητα, τα «σκάνδαλα» τύπου Siemens αποτελούν απλώς αναπόφευκτα συμπτώματα ενός συστήματος που εγγενώς καθιερώνει την συναλλαγή μεταξύ των οικονομικών και πολιτικών ελίτ και το οποίο θα μπορούσε να ονομαστεί «συναλλακτική δημοκρατία». Είναι δε σαφές ότι στο σημερινό επίπεδο διαπλοκής μεταξύ των οικονομικών και πολιτικών ελίτ και των ΜΜΕ, κανένα σύστημα διαφάνειας δεν μπορεί να εξαφανίσει την «συναλλακτική δημοκρατία», η οποία αποτελεί το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της δυναμικής της οικονομίας της αγοράς και της διαπλεκόμενης αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας».
Η κοινωνική κρίση
Πέρα όμως από την οικονομική και πολιτική της διάσταση, η κρίση είναι, επίσης, και βαθιά κοινωνική, όπως έχουν δείξει οι περασμένες εκρήξεις του φοιτητικού κινήματος σχετικά με τις προσπάθειες των νεοφιλελευθέρων και σοσιαλφιλελευθέρων να εφαρμόσουν τις εντολές της ΕΕ για «αγοραιοποίηση» της εκπαίδευσης. Οι σχετικές μάλιστα πιέσεις εντείνονται σήμερα, με τον «Νομο-πλαίσιο» για τη παιδεία να βάζει ρυθμίσεις που έχουν σαφή άμεσο στόχο τη δημιουργία ‘εσωτερικής αγοράς’ στα ΑΕΙ και ΤΕΙ και απώτερο στόχο την πλήρη αγοραιοποίηση τους (βλ. κεφ.8). Ανάλογα θα ενταθούν κοινωνικά φαινόμενα όπως η κατάχρηση ναρκωτικών,[6] όπου η σοσιαλφιλελεύθερη κυβέρνηση αναμένεται να εισαγάγει πολιτική ουσιαστικής νομιμοποίησης τους, με απώτερο πολιτικό στόχο να σπρωχτούν ακόμη περισσότεροι νέοι στις ατομικές «λύσεις» των προβλημάτων τους, ακριβώς όπως έκαναν οι αντίστοιχες σοσιαλφιλελεύθερες κυβερνήσεις στη Βρετανία. Δεν είναι τυχαίο επομένως που οι φοιτητές στη Βρετανία και άλλες δυτικές χώρες έχουν πάψει από καιρό να αγωνίζονται μαζικά ακόμη και ενάντια στον σφαγιασμό των δικαιωμάτων τους από την επιβολή υψηλών διδάκτρων, τον εξαναγκασμό τους σε επαχθή δανεισμό για να καλύψουν τα έξοδα των σπουδών τους κ.λπ.. Το ίδιο αναμένεται να πάρει έξαρση η εγκληματικότητα, ιδιαίτερα κατά της περιουσίας, που είναι κοινωνικό φαινόμενο το οποίο, όπως και τα «ναρκωτικά», σαφώς οφείλεται στην οξυνόμενη πολυδιάστατη κρίση που όσο εντείνεται θα το κάνει ακόμη σοβαρότερο.
Τέλος, το πρόβλημα της μετανάστευσης αναμένεται να γίνει πολύ πιο «καυτό» τώρα με την επιδείνωση της κρίσης στην Ελλάδα, δεδομένου ότι οι εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες που κάπως απορροφούσε η οικονομία, έστω σε εποχιακές και περιστασιακές δουλειές, τώρα θα βρεθούν χωρίς ακόμη και αυτές, και φυσικά χωρίς την παραμικρή κοινωνική υποδομή, με αποτέλεσμα να καταφεύγουν περισσότερο στην παραβατικότητα για να επιβιώσουν, οδηγώντας σε ακόμη εντονότερες συγκρούσεις με φανερό ή λανθάνοντα ρατσιστικό χαρακτήρα ―ιδιαίτερα αν τα φαινόμενα ανάδυσης και μαζικής επέκτασης λαϊκιστικών ακροδεξιών και Ισλαμοφοβικών κομμάτων και κινήσεων επεκταθούν από τη βόρεια Ευρώπη και στη χώρα μας.
Όμως, μια άλλη συνέπεια της οικονομικής κρίσης στον κοινωνικό τομέα είναι η προβλεπόμενη σημαντική αύξηση της μετανάστευσης νέων από την Ελλάδα προς τον «Βορρά» και κυρίως τον Ευρωπαϊκό. Η μετανάστευση όμως αυτή δεν θα είναι του ίδιου χαρακτήρα όπως αυτή των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών που αποτελείτο βασικά από νέους ανειδίκευτους ή χαμηλής εξειδίκευσης, οι οποίοι επάνδρωναν την μεταπολεμική, βιομηχανική κυρίως, ανάπτυξη χωρών όπως η Γερμανία, η Γαλλία, το Βέλγιο, η Αυστραλία κ.λπ.. Η ανατέλλουσα «μεταβιομηχανική μετανάστευση» προς τον Ευρωπαϊκό Βορρά είναι αυτή που χαρακτηρίζεται ως «brain drain», η οποία αποτελεί ίσως την χειρότερη μορφή μετανάστευσης εργατικού δυναμικού από χώρες της περιφέρειας και της ημιπεριφέρειας. Και αυτό, διότι η νέα αυτή μετανάστευση στερεί τις χώρες αυτές από εξειδικευμένο προσωπικό, του οποίου τα έξοδα σπουδών έχει πληρώσει το κοινωνικό σύνολο των χωρών αυτών, προς όφελος άλλων χωρών στο κέντρο που έχουν τη δυνατότητα να το εκμεταλλεύονται, χωρίς να έχουν υποστεί σχεδόν κανένα κόστος για την εκπαίδευση του! Αυτού του είδους η μετανάστευση που συνιστά μια πνευματική αιμορραγία για τις χώρες αυτές, ιδιαίτερα σήμερα που η μεταβιομηχανική ανάπτυξη στο κέντρο βασίζεται στην εξειδικευμένη γνώση, θα γίνεται εντονότερη όσο γίνεται σαφέστερο ότι η Ελλάδα, στο πλαίσιο του νέου καταμερισμού εργασίας της ΕΕ, προορίζεται, όπως και οι άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού «Νότου», να αντιμετωπίσει χαμηλόρυθμη ανάπτυξη και απορροφητικότητα εργασίας που κυρίως θα συγκεντρώνεται στα «φυσικά πλεονεκτήματά» τους (στην Ελλάδα στον Τουρισμό), ενώ οι χώρες του Ευρωπαϊκού «Βορρά» αναμένονται να διατηρήσουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και απορροφητικότητας εργασίας (όχι βέβαια πλήρους απασχόλησης!) εξαιτίας της συγκέντρωσης του κεφάλαιου και, συνακόλουθα, της υψηλής έρευνας και τεχνολογίας σε αυτές.
Η Οικολογική Κρίση
Και φυσικά, η κρίση είναι και οικολογική, όπως φανερώνει η δραματική υποβάθμιση της ποιότητας ζωής σε τερατουπόλεις όπως η Αθήνα και στις «μικρές Αθήνες» που δημιουργούνται κατ’ εικόνα και ομοίωση στην υπόλοιπη επικράτεια. Η οικολογική κρίση έγινε τραγικά φανερή το καλοκαίρι του 2007, όταν πολλοί φτωχοί αγρότες έχασαν τη ζωή τους στις πυρκαγιές, ως αποτέλεσμα του συνδυασμού της κλιματικής αλλαγής, της διαφθοράς και της κοινωνικής αναλγησίας της εγκληματικής ελίτ. Περιττό βέβαια να προστεθεί ότι, όσο το σημερινό σύστημα αναπαράγεται, η οικολογική κρίση θα επιδεινώνεται, με ακόμη μεγαλύτερες αρνητικές συνέπειες στις χώρες της περιφέρειας και της ημιπεριφέρειας όπως η Ελλάδα, και ιδιαίτερα στα φτωχότερα στρώματα σε αυτές.[7] Και αυτό, διότι η απώτερη αιτία της οικολογικής κρίσης, όπως άλλωστε και κάθε άλλης διάστασης της κρίσης, μπορεί να δειχθεί ότι είναι η συγκέντρωση εξουσίας/δύναμης που επιφέρει η δυναμική των κύριων συστημικών θεσμών: της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς και του πολιτικού της συμπληρώματος στην αντιπροσωπευτική «δημοκρατία».
Συγκεκριμένα, η οικολογική κρίση οφείλεται στην «οικονομία ανάπτυξης» την οποία αναπόφευκτα δημιουργεί η δυναμική της οικονομίας της αγοράς. Τόσο η αστική συγκέντρωση που οδηγεί στις τερατουπόλεις, όσο και η οικονομία ανάπτυξης που είναι η κύρια αιτία για την οικονομική συγκέντρωση και την καταναλωτική κοινωνία, οφείλονται σε αυτή τη δυναμική. Και, φυσικά, η «πράσινη ανάπτυξη» που διαφημίζουν οι Οικολόγοι Πράσινοι (τα γνωστά τσιράκια της ΕΕ) και το ΠΑΣΟΚ δεν λύνει το πρόβλημα του θερμοκηπίου, όπως έχει δειχθεί από πολλές μελέτες,[8] ακόμη και αν γεμίσουμε την Ελλάδα με κτηνώδεις Γερμανικές ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά, αλλά απλώς ενισχύει την παραγωγή και τις εξαγωγές χωρών με πράσινη τεχνολογία και προϊόντα (κυρίως της Γερμανίας). Γι’ αυτό και οι ελίτ σε χώρες σαν τη Γερμανία (και μαζί τους βέβαια και οι Γερμανοί Πράσινοι) αγωνίζονται για την πράσινη ανάπτυξη, επειδή τη θεωρούν ότι όχι μόνο βοηθά στο ξεπέρασμα της οικολογικής κρίσης αλλά το κυριότερο γιατί είναι και μεγάλη «μπίζνα». Χώρες όμως στην περιφέρεια της ΟΝΕ σαν την Ελλάδα, που εισάγουν σχεδόν τα πάντα, όχι μόνο δεν πρόκειται να ενισχύσουν την παραγωγική τους ικανότητα υιοθετώντας μια διαδικασία πράσινης ανάπτυξης, αλλά, αντίθετα, θα χειροτερεύσουν ακόμη περισσότερο τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας τους και ιδιαίτερα το Ισοζύγιο Πληρωμών και το εξωτερικό χρέος. Το μόνο δηλαδή όφελος για την Ελλάδα από την πράσινη ανάπτυξη θα προερχόταν, βασικά, από τη μεριά της κατανάλωσης (χαμηλότερο κόστος για την ενέργεια) και μόνο έμμεσα για την παραγωγή και την απασχόληση, κυρίως από τη δημιουργία κάποιων θέσεων εργασίας στο εμπόριο πράσινων προϊόντων και την εγκατάσταση και συντήρηση ανεμογεννητριών, φωτοβολταϊκών κ.λπ..
Η Κρίση αξιών
Τέλος, η κρίση δεν είναι μόνο θεσμική, που αφορά στους κύριους οικονομικούς και πολιτικούς θεσμούς, αλλά επίσης ―και κυρίως― μια κρίση αξιών, ιδεών αλλά και κουλτούρας. Είναι δηλαδή και μια κρίση πολιτισμική, με τη ευρύτερη έννοια. Στην Ελλάδα μάλιστα υπάρχει η ιδιοτυπία ότι ο χαρακτήρας της Ελληνικής πολιτισμικής κρίσης είναι διφυής και θεμελιώνεται τόσο στο κυρίαρχο κοινωνικό παράδειγμα, που επιβάλλει η ιδεολογική παγκοσμιοποίηση («συστημικό» στοιχείο), όσο και στο στενότερο πολιτισμικό («παραδοσιακό» στοιχείο) που ξεκίνησε με τη γένεση του σύγχρονου Ελληνικού κράτους, εκφράζοντας μια εγγενή ιδεολογική κρίση, η οποία εκδηλώνεται ιστορικά με τη σύγκρουση μεταξύ «εκσυγχρονιστών» και παραδοσιακών. Φυσικά, τα δύο στοιχεία της κρίσης διαπλέκονται ποικιλοτρόπως και στη σημερινή πολιτισμική κρίση στην Ελλάδα η σύγκρουση συχνά εμφανίζεται ως μια σύγκρουση μεταξύ «Ευρωφρόνων» και «Ελληνοφρόνων».
Οι Ευρώφρονες (ή «εκσυγχρονιστές») είτε υιοθετούν αμιγώς την Νεοταξική ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης, που στηρίζεται στα ατομικά δικαιώματα και στις ατομικές ελευθερίες, είτε υιοθετούν ένα μίγμα Νεοταξικής και Ελληνο-ορθόδοξης ιδεολογίας που παντρεύει την ιδεολογία της πρώτης με τα φολκλορικά μόνο στοιχεία της δεύτερης. Αντίθετα, οι Ελληνόφρονες υιοθετούν μια ιδεολογία εθνικής ταυτότητας που στηρίζεται στο τερατώδες, αλλά και αντιφατικό, μίγμα του «Ελληνοχριστιανικού» πολιτισμού. Μολονότι, όμως, η σύγκρουση αυτή μεταξύ «Ευρωφρόνων» και «Ελληνοφρόνων» που θεμελιώνεται στην παραδοσιακή πολιτισμική σύγκρουση εκφράζεται σήμερα με όρους σύγχρονους που παραπέμπουν στη σημερινή παγκοσμιοποίηση, η πολιτισμική αυτή σύγκρουση δεν έχει συστημικό χαρακτήρα, εφόσον δεν αμφισβητεί την ίδια την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, αλλά απλά την ιδεολογική παγκοσμιοποίηση που αυτή επιβάλλει.
Κατά τη γνώμη μου, αυτός ο διφυής χαρακτήρας της Ελληνικής πολιτισμικής κρίσης μπορεί να εξηγήσει και τις γνωστές κοινωνικές αντιφάσεις στην Ελλάδα, τις οποίες δεν συναντά κανείς σε άλλες χώρες ενσωματωμένες στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς. Δηλαδή, το γεγονός ότι ακόμη και συντηρητικοί θεσμοί, όπως η Εκκλησία ή ο Στρατός, συντηρητικά κόμματα, καθώς και η μεγάλη πλειοψηφία του λαού μπορεί να στρέφονται μεν κατά της (ιδεολογικής) παγκοσμιοποίησης, της υπερεθνικής ελίτ και των πολέμων της, ενώ συγχρόνως εμπνέονται από τις βασικές αξίες της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και του κυρίαρχου κοινωνικού παραδείγματος! Η ίδια αντίφαση εξηγεί, όπως θα δούμε στη συνέχεια (βλ. κεφ. 13), το γεγονός ότι η «πατριωτική» Αριστερά[9] επιτίθεται μεν κατά της παγκοσμιοποίησης αλλά δεν διανοείται να θέσει θέμα έξοδου από την ΕΕ!
[1] Γ. Μηλιός, Κ. Λαπαβίτσας, Κ. Βεργόπουλος κ.α. (βλ. κεφ.13)
[2] Βλ. Τ. Φωτόπουλος, «Πρόσφατες θεωρητικές εξελίξεις στο πρόταγμα της Περιεκτικής Δημοκρατίας» στο βιβλίο Παγκοσμιοποιημένος Καπιταλισμός, Έκλειψη της Αριστεράς και Περιεκτική Δημοκρατία, επιμ. Steνen Best (Κουκκίδα, 2008).
[3] Βλ. Τάκης Φωτόπουλος, Περιεκτική Δημοκρατία: 10 Χρόνια Μετά (Ελεύθερος Τύπος, 2008).
[4] Βλ. Τάκης Φωτόπουλος, Η Παγκόσμια Κρίση, η Ελλάδα και το Αντισυστημικό Κίνημα (Κουκκίδα, 2009).
[5] ΕΚΚΕ, “Εuropean Social Surνey-ESS” (Νοέμβριος 2003).
[6] Βλ. Τάκης Φωτόπουλος, Ναρκωτικά: Πέρα από την δαιμονολογία της ποινικοποίησης και την «προοδευτική» μυθολογία της φιλελευθεροποίησης (Ελεύθερος Τύπος, 1999).
[7] Τάκης Φωτόπουλος, “The deadly fires in Greece: a "tragedy" or the ineνitable outcome of the criminal elites' actiνities?,” The International Journal of Inclusiνe Democracy, Νol. 3, No. 4 (October 2007) ― και μια συντομότερη εκδοχή υπάρχει εδώ: «Η "ανάπτυξη" και οι εγκληματικές ευθύνες των ελίτ», Ελευθεροτυπία (1 Σεπτεμβρίου 2007).
[8] Βλ. π.χ. την αρθρογραφία τoυ Ted Trainer στο διεθνές θεωρητικό περιοδικό The International Journal of Inclusiνe Democracy. http://www.inclusiνedemocracy.org/journal/
[9] Κυρίως, το περιοδικό Άρδην που εκδίδει ο Γ. Καραμπελιάς , αλλά σε διάφορους βαθμούς και οι γραφικοί «Ελληνορθόδοξοι» και δήθεν αιρετικοί «φιλόσοφοι» του κατεστημένου Σ. Ράμφος, Χρ. Γιανναράς κ.ά.