Τάκης Φωτόπουλος, Ο Καπιταλισμός του Τσόμσκι, Ο Μετακαπιταλισμός του Άλμπερτ και η Περιεκτική Δημοκρατία
(εκδ. Γόρδιος, Αθήνα 2004)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
Τα κυριότερα χαρακτηριστικά του Parecon και της Περιεκτικής Δημοκρατίας
Εισαγωγή
Μολονότι ο Michael Albert γνωρίζει καλά την ύπαρξη του προτάγματος της Περιεκτικής Δημοκρατίας (ΠΔ), εντούτοις, στο νέο του βιβλίο Parecon, η ζωή μετά τον καπιταλισμό[43] (Par) προτιμά να αγνοεί την ύπαρξή του και να ακολουθεί τον εύκολο δρόμο της σύγκρισης του μοντέλου Parecon με το αποτυχημένο σύστημα του κεντρικού σχεδιασμού και με τον στενά οικολογικό Βιορετζιοναλισμό (Bioregionalism), (ή, αλλού,[44] με τον ελευθεριακο κοινοτισμό της κοινωνικής οικολογίας που δεν προσφέρει καν ένα μηχανισμό για την κατανομή των πόρων εφόσον βασίζεται σε μία ουτοπική ηθική οικονομία μετά-σπάνεως. Ωστόσο, ακόμα και αν αποτελεί βολική τακτική το να καταδεικνύεις την «υπεροχή» μιας πρότασης με το να αποφεύγεις τον διάλογο με άλλες εφαρμόσιμες εναλλακτικές προτάσεις,[45] αυτό σίγουρα δεν βοηθά την πρόοδο της αναγκαίας σήμερα συζήτησης πάνω σε εναλλακτικές προτάσεις κοινωνικής οργάνωσης. Στόχος, επομένως, του παρόντος κειμένου είναι να καλύψει το κενό αυτό και να συγκρίνει/αντιπαραβάλλει το πρόταγμα της ΠΔ με το μοντέλο Parecon. Δεδομένου ότι θεωρώ τις δυο αυτές προτάσεις ως τις κύριες συστημικές προτάσεις που αναπτύχθηκαν πρόσφατα για μια εναλλακτική οικονομία, η αντιπαραβολή αυτή θα δώσει την ευκαιρία στους αναγνώστες να διαμορφώσουν από μόνοι τους άποψη γι αυτές.
Θα ξεκινήσω με μία συζήτηση για τη γενική φύση των δύο προτάσεων και θα συνεχίσω με τα κυριότερα χαρακτηριστικά του μοντέλου Parecon, τα οποία θα συζητήσω με λεπτομέρεια στη συνέχεια, συγκρίνοντάς τα με τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά του προτάγματος της ΠΔ.
Η φύση του μοντέλου Parecon και του προτάγματος της ΠΔ
Αρχικά, θα πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι το μοντέλο Parecon, αντίθετα με το πρόταγμα της ΠΔ, δεν αποτελεί ένα πολιτικό πρόταγμα για μία εναλλακτική κοινωνία, με τη δική του ανάλυση της σημερινής κοινωνίας, ένα γενικότερο όραμα της μελλοντικής κοινωνίας και την στρατηγική και τακτική που θα μας οδηγήσει εκεί. Με άλλα λόγια, το Parecon δεν είναι ένα γενικότερο μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης αλλά απλά ένα οικονομικό μοντέλο για μια εναλλακτική οικονομία. Πράγμα που εξηγεί γιατι πολιτικοί, πολιτισμικοί και ευρύτεροι κοινωνικοί θεσμοί απουσιάζουν παντελώς από την πρόταση του μοντέλου Parecon. Η εξήγηση που δίνεται γι’ αυτό είναι ότι «τα μοντέλα γύρω από τέτοιους θεσμούς βρίσκονται ακόμα σε στάδιο ανάπτυξης» (Par 288). Ωστόσο, με δεδομένο ότι το μοντέλο Parecon εξελίχθηκε εδώ και πάνω από μία δεκαετία, δύσκολα μπορεί κανείς να δεχτεί την εξήγηση αυτή.
Μία περισσότερο αληθοφανής εξήγηση είναι ότι το θέμα των πολιτικών και των άλλων θεσμών και ιδιαίτερα το κρίσιμο ζήτημα αν το μοντέλο Parecon είναι συμβατό με το κράτος (έστω και αν αυτό είναι κάποιου τύπου «εργατικό κράτος») έχει αφεθεί σκόπιμα ασαφές, με την ελπίδα να στηριχτεί το μοντέλο από την ευρύτερη Αριστερά: από τους οπαδούς του κρατικιστικου σοσιαλισμού μέχρι τους ελευθεριακούς σοσιαλιστές και από τους αναρχικούς μέχρι τους υποστηρικτές των νέων κοινωνικών κινημάτων (Πράσινοι, φεμινιστές, ομοφυλόφιλοι κ.ο.κ). Εντούτοις, το γεγονός ότι στο μοντέλο Parecon δεν γίνεται καμία μνεία για τον ρόλο του κράτους κάθε άλλο παρά δικαιολογεί τον ισχυρισμό του συγγραφέα ότι «το μοντέλο Parecon είναι βασικά ένα αναρχικό οικονομικό όραμα το οποίο εξαλείφει την παγιωμένη ιεραρχία και επιτυγχάνει την αυτοδιεύθυνση» (Par 263). Πέρα από την αμφιλεγόμενη εγκυρότητα του συγκεκριμένου ισχυρισμού ακόμα και όσον αφορά τους οικονομικούς θεσμούς, όπως θα προσπαθήσω να δείξω παρακάτω, μία κοινωνία δεν μπορει να λέγεται ελευθεριακη εάν δεν είναι σαφώς α-κρατική –όπως είναι εκείνη που προτείνει το πρόταγμα της ΠΔ. Όμως, ο μοναδικός όρος που τίθεται από τον Albert σχετικά με τη φύση των μη οικονομικών θεσμών που πρόκειται να αναπτυχθούν στο μέλλον είναι ότι θα πρέπει να είναι συμβατοί με τους θεσμούς του μοντέλου Parecon:
οι θεσμοί που θα λειτουργούν παράλληλα με ένα μοντέλο Parecon θα πρέπει να είναι συμβατοί με τα «εξισορροπημένα συμπλέγματα εργασιών» (balanced job complexes), την αμοιβή με βάση την προσπάθεια, και την αυτοδιεύθυνση και...θα πρέπει να εχουν διασυνδέσεις με τον συμμετοχικό σχεδιασμό (Par 287).
Ωστόσο, αυτός ο τόσο γενικός όρος συμβατότητας θα μπορούσε εύκολα να γίνει αποδεκτός σχεδόν από κάθε σοσιαλιστή, αναρχικό και υποστηρικτή των νέων κοινωνικών κινημάτων.[46]
Δεδομένου του χαρακτήρα του μοντέλου Parecon ως καθαρά οικονομικού μοντέλου, δεν αποτελεί έκπληξη ότι τα κύρια συλλογικά όργανα αποφάσεων σε αυτό καθορίζονται στο οικονομικό πεδίο. Έτσι, η έννοια του πολίτη απουσιάζει παντελώς από το μοντέλο Parecon και αντικαθίσταται από τις έννοιες του εργαζόμενου και του καταναλωτή. Δεν είναι επομένως εκπληκτικό ότι το μοντέλο καταλήγει σε μία διαστρέβλωση της έννοιας της άμεσης δημοκρατίας, η οποία δεν νοείται ως ένα καθεστώς αλλά απλά ως μία διαδικασία[47] που χρησιμοποιείται όποτε υπάρχει ανάγκη και η οποία μπορεί εύκολα να αντικαθίσταται από το αντίθετό της, δηλαδή την αντιπροσώπευση όποτε η άμεση δημοκρατία δεν είναι βολική! Θα επανέλθω παρακάτω στο κρίσιμο ζήτημα για το κατά πόσο σε μία πραγματική δημοκρατία οι σημαντικές οικονομικές αποφάσεις θα μπορούσαν να αφήνονται στους εργαζόμενους και τους καταναλωτές αντί για τους πολίτες, αλλά προς το παρόν, αξίζει τον κόπο να συζητήσουμε εν συντομία τη διαστρεβλωμένη ιδέα της δημοκρατίας που προτείνεται από το μοντέλο Parecon.
Όπως ελπίζω ότι ξεκαθάρισα στο βιβλίο Περιεκτική Δημοκρατία[48], σε μία πραγματική δημοκρατία οι πολίτες λαμβάνουν άμεσα όλες τις σημαντικές πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αποφάσεις στις δημοτικές συνελεύσεις, οι οποίες είναι τα ανώτατα σώματα που αποφασίζουν για τη διαμόρφωση πολιτικών. Οπουδήποτε πρέπει να λαμβάνονται αποφάσεις σε υψηλότερο επίπεδο (περιφερειακό, συνομοσπονδιακό), συνελεύσεις αποτελούμενες από ανακλητούς εντολοδόχους με συγκεκριμένες εντολές συντονίζουν και εκτελούν/υλοποιούν τις τοπικές αποφάσεις στο περιφερειακό και συνομοσπονδιακό επίπεδο. Αυτό σημαίνει ότι οι περιφερειακές και συνομοσπονδιακές συνελεύσεις είναι απλώς εκτελεστικά συμβούλια και όχι σώματα διαμόρφωσης πολιτικών –όπως είναι όλα τα αντιπροσωπευτικά σώματα. Ωστόσο, η γενική εντύπωση που σχηματίζει κάποιος διαβάζοντας το Parecon είναι ότι πολλά (αν όχι τα περισσότερα) από τα σώματα λήψης αποφάσεων στο σχήμα αυτό είναι σώματα διαμόρφωσης πολιτικών από αντιπροσώπους και όχι από εκτελεστικά συμβούλια εντολοδόχων. Αυτή είναι η εντύπωση που διαμορφώνει κανείς από δηλώσεις όπως η ακόλουθη:
τα εργατικά συμβούλια θα θέσουν σε λειτουργία δομές λήψης αποφάσεων και τρόπους εξουσιοδότησης της ευθύνης (δική μου η έμφαση) που θα είναι σύμφωνες με την αυτοδιεύθυνση και αντίθετες με τις άδικες εξουσιαστικές ιεραρχίες (Par 93).
Σε ένα άλλο εδάφιο ο Albert μιλά ακόμα και για εξουσιοδότηση «της εξουσίας και της αυτονομίας σε άλλους" (Par 178) –μία ξεκάθαρη αντίφαση, η οποία προδίδει άγνοια της έννοιας της αυτονομίας που, προφανώς, δεν μπορεί ποτέ να εξουσιοδοτηθεί σε άλλους. Είναι φανερό ότι το μοντέλο Parecon χαρακτηρίζεται πρωτίστως από μία φανερή έλλειψη κατανόησης της έννοιας της ατομικής και κοινωνικής αυτονομίας και, επομένως, της ασυμβατότητας της αντιπροσώπευσης (σε αντίθεση με την εξουσιοδότηση) με τη δημοκρατία[49].
Δεύτερον, όπως επίσης τόνισα στο Περιεκτική Δημοκρατία, το μοντέλο Parecon συνεπάγεται μία ιδιαιτέρως γραφειοκρατική δομή (όχι με την έννοια της ιεραρχίας αλλά με την έννοια των πολύπλοκων γραφειοκρατικών διαδικασιών) η οποία χαρακτηρίστηκε εύστοχα από έναν οξύνου ελευθεριακό κριτικό του περιοδικού Anarchist Studies, ως «συμμετοχική γραφειοκρατία» που, σε συνδυασμό με τους πολυάριθμους ελέγχους που προτείνονται προκειμένου να περιοριστεί το δικαίωμα στην κατανάλωση, «θα προετοίμαζε το έδαφος για τη διαιώνιση ή την επανεμφάνιση του κράτους».[50]
Τέλος, όπως θα προσπαθήσω να δείξω παρακάτω, το μοντέλο Parecon συνεπάγεται επίσης έναν σοβαρό περιορισμό γενικά της ατομικής αυτονομίας και ειδικότερα της ελευθερίας επιλογής, δηλαδή της ίδιας της αυτοδιεύθυνσης, κυρίως ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι στηρίζεται αποκλειστικά στον οικονομικό σχεδιασμό για την κατανομή των πόρων.[51]
Κυριότερα χαρακτηριστικά του μοντέλου Parecon
Ο Albert περιγράφει ως εξής τα κυριότερα χαρακτηριστικά του μοντέλου του που τα ονομάζει «οι κεντρικές θεσμικές και οργανωτικές συνιστώσες του μοντέλου Parecon» (Par 84) :
1. Μη ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής.
2. Εργατικά συμβούλια και συμβούλια καταναλωτών ως τα κύρια σώματα λήψης των αποφάσεων.
3. Υποχρέωση εργαζόμενων να προσφέρουν την «μέση» εργάσιμη ημέρα σε εξισορροπημένα συμπλέγματα εργασιών.
4. Αμοιβή των εργαζόμενων ανάλογη της προσπάθειας τους.
5. Συμμετοχικός σχεδιασμός και οικονομική αυτοδιεύθυνση.
Κυριότερα στοιχεία της ΠΔ
Τα βασικά στοιχεία της ΠΔ όσον αφορά την οικονομική δημοκρατία, η όποια νοείται ως μία οικονομία χωρίς κράτος, χρήμα και αγορά, ορίζονται ως ακολούθως:
1. Τα μέσα παραγωγής ανήκουν στην κάθε τοπική κοινότητα (την «εκκλησια του δημου») και παραχωρούνται στους εργαζόμενους της κάθε παραγωγικής μονάδας μέσω ενός μακροπρόθεσμου συμβολαίου.
2. Το ανώτατο σώμα που αποφασίζει για τη διαμόρφωση πολιτικών σε κάθε αυτοδύναμη τοπική κοινότητα είναι η δημοτική συνέλευση –η κλασική Αθηναϊκή εκκλησία του δήμου– και οι κοινότητες (δήμοι) συντονίζονται διαμέσω των περιφερειακών και συνομοσπονδιακών εκτελεστικών συμβουλίων που αποτελούνται από ανακλητούς και κυκλικά εναλλασσόμενους εντολοδόχους με συγκεκριμένες εντολές από τις περιφερειακές και συνομοσπονδιακές συνελεύσεις.
3. Στόχος της παραγωγής δεν είναι η ανάπτυξη αλλά η ικανοποίηση των βασικών αναγκών (που ορίζονται με δημοκρατικό τρόπο) όλων των πολιτών –για τις οποίες καθένας που είναι ικανός να εργαστεί οφείλει να προσφέρει μία ελάχιστη ποσότητα εργασίας– καθώς και η ικανοποίηση εκείνων των μη βασικών αναγκών τις οποίες επιθυμούν να καλύψουν τα μέλη της κοινότητας και είναι πρόθυμα να εργαστούν επιπλέον γι’ αυτές.
4. Αμοιβή ‘σύμφωνα με τις ανάγκες’, όσον αφορά τις βασικές ανάγκες, και ‘σύμφωνα με την προσφερόμενη εργασία’, όσον αφορά τις μη βασικές ανάγκες.
5. Οι οικονομικές αποφάσεις των πολιτών, οι οποίες λαμβάνονται είτε συλλογικά είτε ατομικά, υλοποιούνται μέσω ενός συστήματος που συνδυάζει τον δημοκρατικό οικονομικό σχεδιασμό (βασικές ανάγκες) και μια τεχνητή «αγορά», όπου οι πολίτες χρησιμοποιούν προσωπικές διατακτικές για την κάλυψη των μη βασικών αναγκών και για να επιλέγουν τα μέσα ικανοποίησης των βασικών.
6. Αυτοδιεύθυνση σε όλους τους κοινωνικούς τομείς.
Ας εξετάσουμε, όμως, λεπτομερέστερα τα βασικά στοιχεία των δύο προτάσεων
[43] Michael Albert, Parecon, Life After Capitalism (London: Verso, 2003).
[44] Βλ. την ανταλλαγή του με τον Peter Staudenmaier στο http://www.zmag.org/debatelibmuni.htm
[45] Δεν προκαλεί έκπληξη επομένως ότι όταν, σε αλληλογραφια με τον 'Αλμπερτ για δημοσίευση άρθρου του στο D&N, του πρότεινα μία παρόμοια ανταλλαγή στο παρελθόν αρνήθηκε επίμονα να συμμετάσχει σε οτιδήποτε εκτός από μία συζήτηση αποκλειστικά για το μοντέλο Parecon ενώ ήταν πρόθυμος να συμμετάσχει σε συζητήσεις με εύκολους αντίπαλους στόχους, όπως οι υποστηρικτές της Κοιν. Οικολογίας !
[46] Δεν είναι περίεργο ότι μία προφανώς επιφανειακή ανάγνωση των προτάσεων του μοντέλου Parecon οδήγησε τον οικονομολόγο της Κοιν. Οικολογίας να συμπεράνει (χωρίς να ασχοληθεί με την τεκμηρίωση των ισχυρισμών του!): «παραμένω βασικά συμπαθών της συνολικής προσέγγισης του μοντέλου Parecon για τον δημοκρατικό σχεδιασμό...το προτιμώ από αρκετές σημαντικές σκοπιές ακομη και από το μοντέλο «περιεκτικής δημοκρατίας» του Τάκη Φωτόπουλου, που είναι εμπνευσμένο μερικώς από τον ελευθεριακό κοινοτισμό»! βλ. Peter Staudenmaier στην ανταλλαγή του με τον Michael Albert στο http://www.zmag.org/debatelibmuni.htm
[47] Βλ. για την κρίσιμη διάκριση μεταξύ της δημοκρατίας ως καθεστώτος και ως διαδικασίας, Κ. Καστοριάδης, Η άνοδος της ασημαντότητας (Αθηνά, Ύψιλον, 2000), σελ 261-88.
[48] Βλ. Τ. Φωτόπουλου, Περιεκτική Δημοκρατία, (Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1999—κυκλοφορεί σε επανέκδοση).
[49] Αυτό είναι εμφανές από αποσπάσματα όπως τα ακόλουθα: «Δεν είμαι σίγουρος, για παράδειγμα, γιατί ο ελευθεριακος κοινοτισμός αισθάνεται ότι δεν μπορεί ποτέ να σχεδιαστούν μέσα αντιπροσώπευσης τα οποια είναι συμβατά με λαϊκές συνελεύσεις, διατηρούν τη δημοκρατία, αλλα λειτουργούν καλύτερα σε καταστάσεις που ξεπερνούν τις μικρές ομάδες», βλ. http://www.zmag.org/lm.htm.
[50] John Crump, “Markets, Money and Social Change”, Anarchist Studies, Vol. 3, No. 1 (Άνοιξη 1995), σελ. 72-73.
[51] Βλ. Περιεκτική Δημοκρατία, σελ. 453.