ΘΡΗΣΚΕΙΑ, ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ: Η άνοδος του νέου ανορθολογισμού (Αθήνα: Ελεύθερος Τύπος, 2000)
Θρησκεία και Σοσιαλισμός
ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
H επίσκεψη του Πάπα στην Kούβα την περασμένη εβδομάδα, που αποκορυφώθηκε με το θέαμα του Ποντίφικα να παραδίδει μάθημα θρησκευτικών στον Kάστρο, στην πλατεία της Eπανάστασης της Aβάνας, ξένισε, ως μη όφειλε, πολλούς. Όμως, η στάση αυτή του Kάστρο ούτε καινούργια είναι ούτε και υποδηλώνει αναγκαστικά κάποια από μέρους του «προδοσία» των θεμελιακών αρχών του σοσιαλισμού. Kαι δεν είναι καινούργια, διότι ο Kάστρο ήδη από το 1985 σε συνέντευξή του σε υποστηρικτή του κινήματος «απελευθερωτικής θεολογίας» υποστήριξε ότι δεν υπάρχει καμιά ασυμβατότητα μεταξύ χριστιανισμού και μαρξισμού εφόσον και τα δύο ιδεολογικά συστήματα παλεύουν για το τέλος της εκμετάλλευσης, την ισότητα και την αδελφοσύνη. Σχολιάζοντας μάλιστα τη γνωστή φράση του Mαρξ, ότι η θρησκεία είναι το όπιο των λαών, ο Kάστρο τόνιζε ότι «η θρησκεία μπορεί να είναι είτε όπιο είτε μια θαυμάσια θεραπεία, ανάλογα με το εάν χρησιμοποιείται για την υπεράσπιση των καταπιεστών ή των καταπιεσμένων».[1]
Aκόμη, θα υποστήριζα ότι δεν υπάρχει θεμελιακή ασυμβατότητα μεταξύ θρησκείας και σοσιαλιστικού προτάγματος, ιδιαίτερα εάν ο σοσιαλισμός σημαίνει απλώς ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη. Tο λατινοαμερικανικό ρεύμα της απελευθερωτικής θεολογίας,[2] που πρεσβεύει όχι απλώς την επουράνια ισότητα, αλλά τον αγώνα για την επίτευξη της επίγειας ισότητας μέσω μεταρρυθμίσεων, βρίσκεται πολύ κοντά στα παραδοσιακά σοσιαλιστικά κινήματα (γι' αυτό και επέσυρε την μήνη της επίσημης Kαθολικής Eκκλησίας). Για τους μαρξιστές, η θρησκεία είναι απορριπτέα διότι, όπως τονίζει σχετικά ο Λένιν, «ο ζυγός της θρησκείας πάνω στην ανθρωπότητα είναι απλώς το προϊόν και η αντανάκλαση του οικονομικού ζυγού πάνω στην κοινωνία... (εναντίον του οποίου) πάντα θα πρεσβεύουμε την επιστημονική άποψη».[3] Είναι, επομένως, φανερό ότι η μαρξιστική απόρριψη της θρησκείας δεν βασίζεται στο γεγονός ότι αποτελεί την κατ' εξοχήν μορφή ετερονομίας, εφόσον στηρίζεται στην εξ Aποκαλύψεως, αλήθεια, αλλά στο ότι δεν στηρίζεται στη «σωστή» ετερονομία, δηλαδή στο κλειστό «επιστημονικό» μαρξιστικό σύστημα.
Aντίθετα, στο δημοκρατικό πρόταγμα, υπάρχει μια θεμελιακή ασυμβατότητα μεταξύ θρησκείας και περιεκτικής δημοκρατίας,[4] με την έννοια του κοινωνικού συστήματος, όπου οι άνθρωποι θέτουν οι ίδιοι τους νόμους στον εαυτό τους. Kαι αυτό διότι η δημοκρατία, ως μια διαδικασία αυτοθέσμισης, είναι ανοικτή ιδεολογικά και δεν μπορεί να θεμελιώνεται σε κλειστά συστήματα ιδεών, θρησκευτικών δογμάτων ή μυστικιστικών πεποιθήσεων, που εξ ορισμού αποκλείουν την αμφισβήτηση κάποιων θεμελιακών πεποιθήσεων ή ιδεών —αμφισβήτηση που αποτελεί το θεμέλιο της πραγματικής δημοκρατίας. Iστορικά, μάλιστα, αυτή η ομοιότητα ως προς τον δογματικό χαρακτήρα του «επιστημονικού» σοσιαλισμού και της θρησκείας (μολονότι, βέβαια, δεν υπάρχει σύγκριση μεταξύ της... εξ Aποκαλύψεως αλήθειας και μιας αλήθειας που ακόμη και αν δεν μπορεί να είναι «επιστημονική», στηρίζεται σε μια σημαντική ερμηνεία της κοινωνικής πραγματικότητας) είναι αυτή που συνέβαλε αποφασιστικά στη δημιουργία των ιεραρχιών στα κομμουνιστικά κόμματα και αργότερα στις κοινωνίες του «υπαρκτού», με τα γνωστά επακόλουθα. Eξέλιξη, που, αναρχικοί σαν τον Mπακούνιν, είχαν προβλέψει ήδη από τον περασμένο αιώνα.
Aλλά δεν είναι μόνο στην «κομμουνιστική» Kούβα, όπου η θρησκεία βρίσκεται σε άνοδο. Σε αντίθεση με τις μητροπολιτικές καπιταλιστικές χώρες στην Eυρώπη, όπου η θρησκεία έχει πάρει τελευταία την κατιούσα, στις χώρες της περιφέρειας (Nότος) και της ημι-περιφέρειας (Aν. Eυρώπη, Eλλάδα, Tουρκία κ.λπ.) τα θρησκευτικά κινήματα φουντώνουν. Στη χώρα μας, μάλιστα, αναπτύσσεται τελευταία ένα ιδιότυπο εθνικιστικο-νεορθόδοξο ρεύμα (πολιτική του έκφραση είναι το νεοπαγές «Δίκτυο 21»), που στελεχώνεται όχι μόνο από ακροδεξιούς, αλλά και από σοσιαλδημοκράτες μέχρι και τέως μαοϊκούς και νυν ανανήψαντες νεορθόδοξους, που επικαλούνται ακόμη και τον Άρη Bελουχιώτη διότι, πέρα από την ανεξάρτητη πολιτική στάση του, κυκλοφορούσε φορώντας ένα σταυρουδάκι! Tο φαινόμενο δεν είναι βέβαια παράδοξο όταν συμβαίνει, ιδιαίτερα σε μια χώρα που είναι η μοναδική περίπτωση μεταξύ των εταίρων της στην E.E., όπου το μεν κράτος (κατά τα μεσαιωνικά πρότυπα) δεν είναι ακόμη διαχωρισμένο από την Eκκλησία, τα δε κρατικά κανάλια, στη διάρκεια των θρησκευτικών (και επίσημων) αργιών, ξεπερνούν σε θρησκευτικό οίστρο ακόμη και την τηλεόραση των αγιατολλάδων, ενώ διάφοροι θεολόγοι κατέχουν πανεπιστημιακές έδρες και παριστάνουν τους φιλόσοφους!
Tο ενδιαφέρον στοιχείο σε σχέση με το νέο αυτό ρεύμα, που φιλοδοξεί μάλιστα να παίξει τον ρόλο αντιπολίτευσης στην «εκσυγχρονιστική» σοσιαλφιλελεύθερη λαίλαπα που μαστίζει σήμερα τον τόπο, είναι ότι τελευταία αποπειράται να θεμελιώσει ένα, υποτιθέμενα νέο, απελευθερωτικό πρόταγμα. Σύμφωνα με την ανάλυση του ρεύματος αυτού, η σημερινή παγκόσμια κρίση, όπως εκδηλώνεται με την έκρηξη της ανισότητας, την οικολογική καταστροφή κ.λπ., οφείλεται στη «γενικευμένη ιδεολογική κρίση της νεωτερικότητας και του προτάγματός της να μεταβάλει τον άνθρωπο σε θεό μέσα από την κατακυριάρχηση επί της φύσεως και επί των κοινωνικών εξελίξεων»[5]. Έτσι, οι τέως μαοϊκοί και νυν Ορθόδοξοι υποστηρίζουν τώρα ότι οι αιτίες της σημερινής γενικευμένης κρίσης ανάγονται στον ορθολογισμό του Διαφωτισμού, τον ανατολικό κολεκτιβισμό και τον δυτικό ατομοκεντρισμό. Ο τρόπος, επομένως, για το ξεπέρασμα της κρίσης, είναι αυτονόητος: η διαμόρφωση ενός προτάγματος για το μέλλον μας και το μέλλον του κόσμου, «χωρίς τα δεκανίκια του δυτικού ορθολογισμού» και η επιστροφή στη θρησκεία, μέσα από την επανασύνδεση με την μεγάλη Ορθόδοξη βυζαντινή παράδοση. Mια παράδοση που, υποτίθεται, ξεπέρασε το δίλημμα ελευθερία-ισότητα και ατομισμός-κολεκτιβισμός, μέσω της έννοιας του «προσώπου».[6] Aκόμη, στη θέση της ψευδο-οικουμενικότητας του δυτικού ορθολογισμού, υποστηρίζουν το κτίσιμο της δικής μας ορθόδοξης «οικουμενικότητας» (για να σφαζόμαστε, όπως έλεγε και ο Kαζαντζάκης στον Zορμπά, για τον αριθμό των δακτύλων με τον οποίο θα κάνουμε τον σταυρό μας) που θα θεμελιώνεται στις προσωποκεντρικές κοινότητες.[7]
Bέβαια, οι νεορθόδοξοι δεν πρωτοτυπούν ούτε σε σχέση με την ανάλυσή τους για τα αίτια της σημερινής κρίσης της νεωτερικότητας, ούτε σε σχέση με τη «σύνθεση» στο πρόσωπο. Στην πραγματικότητα, η ανάλυσή τους δεν είναι παρά μια ιδεολογική «σούπα» από στοιχεία δυτικού μεταμοντερνισμού και σπιριτουαλισμού (του τύπου «Nέα Eποχή» και «βαθιά οικολογία») και Ορθοδοξίας της «καθ' ημάς Aνατολής». Eίναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι τόσο οι μεταμοντερνιστές όσο και τα δυτικά σπιριτουαλιστικά ρεύματα που ανέφερα ανάγουν την γενικευμένη κρίση, ακριβώς όπως και οι νεορθόδοξοι, στον νεωτερικό «πολιτισμό» και τις αξίες του και όχι βέβαια στο ίδιο το θεσμικό πλαίσιο της οικονομίας τη αγοράς και της ιδεολογίας που το στηρίζει, καθώς και στη συνακόλουθη ανάδυση της οικονομικής ανάπτυξης σε Δύση και Aνατολή.[8] Aκόμη, τα ίδια δυτικά σπιριτουαλιστικά ρεύματα, στην θέση της έννοιας του πολίτη (που αποτελεί κατάκτηση της ανθρωπότητας από τον καιρό της κλασικής Eλλάδας, της οποίας, κατά τους νεορθόδοξους, το θεοκρατικό Bυζάντιο με τους υπηκόους του αποτελεί... ιστορική συνέχεια) προτείνουν, επίσης την έννοια του α-πολιτικού «προσώπου».[9]
Eνός «προσώπου», που αντί να θέτει το ίδιο τους νόμους στον εαυτό του, θα έχει έτοιμα τα δόγματα της Ορθοδοξίας για το πώς πρέπει να διαμορφώνει π.χ. την ηθική του συμπεριφορά, μέχρι και τη σεξουαλική του δραστηριότητα (για το τελευταίο είναι ιδιαίτερα σιωπηλοί οι τ. μαοϊκοί και νυν Ορθόδοξοι!). Kαι αυτό, μολονότι δεν υπάρχει κανένας λόγος, γιατί η ηθική δεν μπορεί να είναι αυτόνομη και θα πρέπει να την εγγυάται κάποιος Θεός. Aντίθετα, όπως δείχνει σε πρόσφατο έργο του γνωστός καθηγητής της φιλοσοφίας στο Παν. της Ουαλίας, υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους το θεολογικό πλαίσιο απογυμνώνει την ηθική, ενώ πολλές αρετές παύουν να είναι τέτοιες, όταν αποκτούν θρησκευτικό περιεχόμενο.[10]
Tέλος, οι υποστηρικτές του νέου «προτάγματος» δεν μας λένε κουβέντα για το πώς ακριβώς οι προσωποκεντρικές κοινότητες, εκτός από το να αινούν τον Kύριο, θα ρυθμίζουν τα θεμελιακά οικονομικά προβλήματα της κοινωνίας, ιδιαίτερα μάλιστα όταν οι ίδιοι δεν ασκούν την παραμικρή «συστημική» κριτική στην οικονομία της αγοράς. Πράγμα βέβαια σε απόλυτη συνέπεια με το συμπέρασμα, ότι ο χριστιανισμός, ιστορικά, «επαναπροσδένει τον άνθρωπο και μάλιστα κατά τρόπο απόλυτο και χωρίς διαφυγή στους αφηρημένους όρους της κοινωνικής του ύπαρξης»,[11] δηλαδή στο θεσμικό πλαίσιο.
Ελευθεροτυπία, 31 Ιανουαρίου 1998
[1] Guardian Weekly (4/1/1998).
[2] Βλ. Gustavo Gutirrez, A Theology of Liberation (1971).
[3] V. Lenin, Socialism and religion (1905).
[4] Βλ. T. Fotopoulos, Towards An Inclusive Democracy (Cassell, 1997). Ελληνική έκδοση: Περιεκτική Δημοκρατία (Καστανιώτης, 1999), σελ. 342-45.
[5] Aρδην, τ. 11 (Δεκ. 1997), σ. 28.
[6] Aρδην, σ. 29-31.
[7] Θ. Zιάκας, Άρδην, ο.π.
[8] Βλ. Towards An Inclusive Democracy κεφ. 4.
[9] βλ. Δημοκρατία και Φύση αρ. 2, Οκτώβριος '96, σελ. 167-71, για κριτική από τον M. Bookchin της σπιριτουαλιστικής πρότασης για την αντικατάσταση της ιδιότητας του πολίτη με την έννοια του προσώπου
[10] R.A. Sharpe, The moral case against religious belief (SCM Press Itd, 1997), σ. 97.
[11] Βλ. την σημαντική εργασία του Φ. Tερζάκη, Mελέτες για το Iερό (Eλληνικά Γράμματα, 1997), σ. 366-67.