Ομιλία του Τάκη Φωτόπουλου στον καταληφθέντα Δήμο Χαλανδρίου (19/12/2008)


Η Κρίση και η ανάγκη για ένα νέο κίνημα

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Το φάσμα των εξεγέρσεων

Αρχικά θέλω να εκφράσω την αμέριστη συμπαράσταση μου στην κατάληψη σας που σήμερα αποτελεί όχι μόνο την έκφραση της συσσωρεμένης οργής, σπίθα για την οποία ήταν η κρατική εν ψυχρώ δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, αλλά και την ελπίδα για μια άλλη απελευθερωμένη κοινωνία. Όχι μόνο στην χώρα μας αλλά και διεθνώς. Τη στιγμή αυτή ένα φάσμα πλανιέται πάνω από τον κόσμο: το φάσμα των μαζικών εξεγέρσεων που οι κατά τόπους ελίτ και η υπερεθνική ελίτ τρέμουν ότι δημιουργεί η συσσώρευση οργής στα μη προνομιούχα στρώματα. Της οργής, που προκάλεσε όλα αυτά τα χρόνια η εξαπάτηση τους ότι με τη σκληρή δουλειά (και κάποτε εξοντωτική, όπως π.χ. σε χώρες «θαύματα» ― Κίνα, Ινδία κ.λπ.) και τη συσσώρευση πτυχίων θα έβλεπαν μια συνεχή βελτίωση του οικονομικού (δηλαδή του καταναλωτικού τους) επίπεδου, όταν σήμερα διαπιστώνουν την έκταση των ψευδαισθήσεων βλέποντας ότι η αγωνιώδης αυτή προσπάθεια οδήγησε μεν σε μια εξάπλωση των μεσαίων στρωμάτων, ιδιαίτερα στον Βορρά, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού ζει στην οικονομική ανασφάλεια και ένα τεράστιο τμήμα ζει στην φτώχεια και την εξαθλίωση. Παράλληλα, βλέπουν την συνεχή χειροτέρευση της ποιότητας ζωής τους, και κάποτε την ίδια την ζωή τους, ν’ απειλείται για χάρη της οικονομικής «ανάπτυξης», η οποία δίνει την μερίδα του λέοντος του κοινωνικού πλούτου στις ελίτ και τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα, καθώς και τους γόνους τους, ενώ τα ψίχουλα της μοιράζονται στους υπόλοιπους για να εξαγοράζεται η ανοχή τους.

Τι είναι η κρίση που αντιμετωπίζουμε;

Η κρίση ΔΕΝ είναι απλώς ένα ξέσπασμα οργής που προκάλεσε ένα «μεμονωμένο περιστατικό» όπως υποστηρίζουν οι ελίτ και τα ΜΜΕ «ξεχνώντας» ότι δεν είναι παρά άλλος ένας κρίκος μιας μακράς αλυσίδας δολοφονιών και αστυνομικών        βιαιοπραγιών που χαρακτήριζε όλη την μετεμφυλιακή περίοδο, συμπεριλαμβανομένης της «μεταπολίτευσης». Ούτε όμως είναι, όπως υποστηρίζει η ρεφορμιστική Αριστερά στην αντιπολίτευση το ξέσπασμα της οργής των νέων των οποίων το μέλλον υποθηκεύεται από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επιβάλλει η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση. Γι’ αυτούς, το ξεπέρασμα της κρίσης είναι απλώς θέμα αλλαγής πολιτικής με βάση τον μύθο ότι ο νεοφιλελευθερισμός και η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση μπορούν ν’ ανατραπούν μέσα στο υπάρχον σύστημα της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς και αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» ―έκφραση της οποίας στον χώρο μας είναι η Ε.Ε.― αρκεί η κοινωνία των πολιτών και τα ρεφορμιστικά κόμματα (που παίρνουν δεδομένη την Ε.Ε. αλλά μιλούν για ένα άλλο κόσμο που είναι εφικτός (ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κ.λπ.)) να το απαιτήσουν! Έτσι, οι πολίτες που διαβλέπουν μεν την απατηλή παγίδα του σοσιαλφιλελεύθερου ΠΑ.ΣΟ.Κ. ―ότι δήθεν μπορεί κάπως να συνδυάσει την κοινωνική δικαιοσύνη με τις ανοικτές και απελευθερωμένες αγορές και τις πολυεθνικές εταιρείες― και, συνακόλουθα, μετακομίζουν από αυτό, πέφτουν στη συνέχεια στην ακόμη μεγαλύτερη απατηλή παγίδα της ρεφορμιστικής Αριστεράς  και Οικολογίας. Δηλαδή στην παγίδα ότι δήθεν μπορεί να ξαναγυρίσουμε ακόμη και σε ένα κοινωνικό κράτος σαν αυτό που γνωρίσαμε μέχρι πριν 20 χρόνια, το οποίο θα μπορούσε ν’ αποτρέψει ακόμη και την οικολογική κρίση, αρκεί να θεμελιωνόταν η νέα αυτή σοσιαλδημοκρατική Αριστερά και Οικολογία σε διεθνή βάση αντί για την σημερινή εθνική. Και αυτό, «ξεχνώντας» ότι η τεράστια ανισότητα μεταξύ και ανάμεσα στους λαούς που έχει δημιουργήσει το σημερινό σύστημα κάνει αδύνατο οποιαδήποτε τέτοιο εγχείρημα σε διεθνές επίπεδο.

Αντίθετα, σύμφωνα την αντίληψη που υποστηρίζει το πρόταγμα της Περιεκτικής Δημοκρατίας σήμερα έχουμε μια κρίση που αφορά όχι μόνο τους οικονομικούς θεσμούς και κυρίως την καπιταλιστική οικονομία της αγοράς στη σημερινή φάση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, αλλά και αυτό που περνά για «δημοκρατία» και «πολιτική» σήμερα, δηλαδή την αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» και την «πολιτική» των επαγγελματιών πολιτικών όλων των παρατάξεων. Τέλος, είναι μια κρίση που δεν αφορά μόνο θεσμούς αλλά ―και κυρίως― τις ίδιες τις αξίες που στηρίζουν αυτούς τους θεσμούς, δηλαδή τις ατομιστικές αξίες του ανταγωνισμού και της «αρπαχτής», του εγωισμού και του καταναλωτισμού, συνοπτικά, τις αξίες της ετερονομίας, δηλαδή του ετεροκαθορισμού των πολιτών, είτε αυτός ο ετεροκαθορισμός θεμελιώνεται στους πολιτικούς, οικονομικούς και γενικότερα κοινωνικούς θεσμούς, είτε στον πνευματικό ετεροκαθορισμό που επιβάλλει ο θρησκευτικός ανορθολογισμός. Είναι μια κρίση επομένως συστημική που μπορεί να δειχτεί ότι τα απώτερα αίτια της είναι η συγκέντρωση δύναμης στο οικονομικό επίπεδο που δημιούργησε η δυναμική της οικονομίας της αγοράς, καθώς και η αντίστοιχη συγκέντρωση δύναμης στο πολιτικό επίπεδο που δημιούργησε η αντιπροσωπευτική «δημοκρατία». Αυτές είναι και οι βασικές αιτίες της σημερινής πολυδιάστατης κρίσης.

Η κρίση, επομένως, στην Ελλάδα σήμερα  δεν είναι μόνο οικονομική που αφορά το πελώριο και συνεχώς διογκούμενο άνοιγμα μεταξύ αφενός των ελίτ και των προνομιούχων κοινωνικών στρωμάτων που δρέπουν τα οφέλη της καπιταλιστικής νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, και αφετέρου του υπόλοιπου πληθυσμού το οποίο εισπράττει την ανασφάλεια της εργασίας, την ανεργία ―ιδιαίτερα ενδημική ανάμεσα στους νέους― και την φτώχεια στην οποία καταδικάζεται πάνω από το 20% του πληθυσμού. Ούτε είναι μόνο πολιτική που αφορά την απαξίωση των κομμάτων εξουσίας (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) που διακρίνονται για την διαφθορά τους και την καλλιέργεια σχέσεων εξάρτησης στους πολίτες για να εξασφαλίζουν οι επαγγελματίες πολιτικοί την επανεκλογή τους, με τα συνακόλουθα οικονομικά και κοινωνικά ωφέλη. Το κυριότερο ίσως χαρακτηριστικό της σημερινής κοινωνικής έκρηξης είναι το γεγονός ότι επιβεβαίωσε πως ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού έγινε πια ανεξέλεγκτο από τους κομματικούς μηχανισμούς, όχι μόνο των κομμάτων εξουσίας άλλα και των κομμάτων της παραδοσιακής Αριστεράς και Οικολογίας, που απεγνωσμένα ελίσσονται (και ανταγωνίζονται!) για να επανακτήσουν τον έλεγχο του. Και αυτό δεν είναι καινούριο στοιχείο. Για παράδειγμα, η διαχρονική εξέλιξη της αποχής/άκυρου/λευκού δείχνει μια σταθερή ανοδική τάση τα τελευταία 10 περίπου χρόνια, που μόνον ως ένδειξη βαθειάς και εντεινόμενης κρίσης αυτού που περνά για «πολιτική» σήμερα μπορεί να ερμηνευθεί. Το γεγονός είναι ιδιαίτερα σημαντικό διότι στον βαθμό που εκφράζει απογοήτευση, ή έστω συνειδητή αδιαφορία, σε σχέση με την σημερινή «δημοκρατική» διαδικασία, αυτό σημαίνει άμεση ή έμμεση άρνηση συμμετοχής στην «πολιτική» που καθιερώνει η αντιπροσωπευτική «δημοκρατία», η οποία βέβαια δεν έχει καμιά σχέση με την κλασική έννοια της Πολιτικής ως της διαδικασίας αυτοκαθορισμού. Ενός αυτοκαθορισμού, ο οποίος μόνο σε μια άμεση δημοκρατία, που επεκτείνεται και σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, είναι εφικτός. Και φυσικά οι δημοσκοπήσεις μετά τα γεγονότα δείχνουν ακόμη μεγαλύτερη αποξένωση των πολιτών από αυτό που περνά για πολιτική.

Υπάρχει διέξοδος από την κρίση που να οδηγεί σε μια κοινωνία αυτοκαθορισμού;

Αν δεχθούμε ότι η βασική αιτία της κρίσης είναι η συγκέντρωση δύναμης σε όλους τους τομείς, η διέξοδος από αυτήν την χρόνια και συνεχώς επιδεινούμενη κρίση είναι αυτονόητη: η δημιουργία νέων θεσμών ισοκατανομής κάθε μορφής δύναμης, δηλαδή η κατάργηση των εξουσιαστικών σχέσεων και δομών που θεμελιώνονται στους θεσμούς που αναπαράγουν την συγκέντρωση δύναμης. Όμως η δημιουργία μιας τέτοιας κοινωνίας δεν  αποτελεί απλώς τον μοναδικό τρόπο εξόδου από την κρίση αλλά και την εκπλήρωση του αιτήματος της ιστορικής παράδοσης της αυτονομίας, ατομικής και συλλογικής. Και η θέσμιση μιας τέτοιας κοινωνίας δεν μπορεί παρά να βασίζεται στην μόνη μορφή ισοκατανομής δύναμης που ανέπτυξε η ιστορική αυτή παράδοση ενάντια στην εναλλακτική ιστορική παράδοση της ετερονομίας που οδήγησε στην σημερινή πολυδιάστατη κρίση: την δημοκρατία. Και με αυτό δεν εννοώ βέβαια την παρωδία ολιγαρχίας σήμερα που οι ελίτ βαφτίζουν δημοκρατία αλλά την πραγματική δημοκρατία που από τον καιρό της σύλληψης της έννοιας αυτής στην κλασική Αθήνα θεμελιωνόταν στην άμεση δημοκρατία. Όμως η άμεση δημοκρατία, αν αφορά μόνο την πολιτική οργάνωση της κοινωνίας, είναι παραλογισμός με τη σημερινή συγκέντρωση οικονομικής δύναμης στην οποία οδηγεί το καπιταλιστικό σύστημα της οικονομίας της αγοράς. Πρέπει επομένως η άμεση δημοκρατία να επεκτείνεται και στο οικονομικό επίπεδο, με την ισοκατανομή της οικονομικής δύναμης που μπορεί να φέρει η συλλογική ιδιοκτησία και έλεγχος των μέσων παραγωγής από τις συνελεύσεις των πολιτών (οικονομική δημοκρατία), στο κοινωνικό επίπεδο, με την αυτοδιαχείριση των τόπων δουλειάς και εκπαίδευσης (δημοκρατία στο κοινωνικό πεδίο) και φυσικά στο οικολογικό επίπεδο, με την επανενσωμάτωση της Κοινωνίας στη Φύση (οικολογική δημοκρατία). Αυτή τη σύνθεση της πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής και οικολογικής δημοκρατίας ονομάζουμε Περιεκτική Δημοκρατία.

Τι κάνουμε τώρα;

Οι σημερινές κοινωνικές εκρήξεις, είτε πρόκειται για την εξέγερση των προαστίων του Παρισιού πριν λίγα χρόνια, είτε για την σημερινή Ελληνική, δεν έχουν τα γνώριμα χαρακτηριστικά προηγούμενων «πολιτικοποιημένων» εξεγέρσεων, με αποκορύφωμα τον Μάη του ’68. Αυτό δημιουργεί και τα διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά τους, και κυρίως την «τυφλή βία», όπως χαρακτηρίζουν την λαϊκή αντιβία κατά της περιουσίας οι ελίτ και οι ιδεολόγοι του συστήματος ανάμεσα στους ακαδημαϊκούς και τα ΜΜΕ. Η βία αυτή δεν στρέφεται ποτέ κατά της ζωής ―σε αντίθεση με την συστημική βία που είναι πρόθυμη να την θυσιάσει, παρόλο που υποκριτικά την ανάγει σε «υπέρτατο αγαθό»― αλλά στρέφεται είτε κατά των συμβόλων της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας (τράπεζες, πολυεθνικές, υπουργεία, αστυνομικά τμήματα κ.λπ.) είτε κατά των συμβόλων του καταναλωτισμού. Οι στόχοι όμως αυτοί δεν καθορίζονται μέσα από κάποια συνειδητή δημοκρατική ή μη διαδικασία (όπως τον Μάη του ’68, από τις φοιτητικές συνελεύσεις ή τις διάφορες πολιτικές οργανώσεις) αλλά, κατ’ αρχήν, ατομικά και με βάση την υποσυνείδητη συνήθως απέχθεια για τους ίδιους τους θεσμούς και τις αξίες του συστήματος. Και φυσικά, όπως σε κάθε εξέγερση, μετέχουν και στοιχεία που μπορεί να μην κινούνται από παρόμοια κίνητρα αλλά από κίνητρα επιβίωσης (π.χ. κάποιοι εξαθλιωμένοι μετανάστες ή εξαρτημένοι από ναρκωτικά δηλαδή, αυτοί που κυρίως εισπράττουν την κοινωνική καταπίεση) ―για να μην αναφερθώ και στις τεκμηριωμένες περιπτώσεις τροφίμων των μυστικών υπηρεσιών που στοχεύουν στη δυσφήμηση της λαϊκής αντιβίας.

Ο «τυφλός» αυτός χαρακτήρας της σύγχρονης λαϊκής αντιβίας προσδίδει σε αυτήν  ένα αμφίσημο χαρακτήρα. Από τη μια μεριά, ένα θετικό χαρακτήρα που εκφράζει τον λαϊκό αυθορμητισμό που στηρίζεται σε μια υποσυνείδητη έστω αντίληψη των συστημικών αιτίων της κρίσης και στρέφει την οργή των φορέων του εναντίον των συμβόλων που την εκφράζουν. Από την άλλη μεριά, όμως, της προσδίδει ένα σαφώς αρνητικό χαρακτήρα γιατί ο ίδιος ο αυθορμητισμός αυτός, όταν δεν κινείται με κάποιο καθολικό πολιτικό πρόταγμα (δηλαδή μια στοιχειώδη ανάλυση των αιτίων της κρίσης και ένα έστω υποτυπώδη οραματισμό για την μορφή που πρέπει να πάρει μια εναλλακτική κοινωνία και την στρατηγική που οδηγεί σε αυτήν) είναι αδιέξοδος και αναπόφευκτα οδηγεί σε συνεχή κατάπνιξη των εξεγέρσεων αυτών, με τη χρήση όλο και ωμότερης βίας, ενώ η πλειοψηφία θα παραμένει ελέγξιμη από τους επαγγελματίες πολιτικούς και καθηλωμένη στους καναπέδες της. Είναι επομένως επιτακτική πια ανάγκη η ανάπτυξη ενός μαζικού κινήματος με βάση ένα νέο αντισυστημικό πρόταγμα που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια εναλλακτική πραγματικά άξια του ονόματος της δημοκρατία, μία Περιεκτική Δημοκρατία.

Οι καταλήψεις καθώς και άλλες μορφές άμεσης δράσης που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια (κίνημα για τα κοινά, μορφές οικονομικής αυτο-οργάνωσης όπως τα  σχήματα  άμεσης ανταλλαγής κ.α.) είναι πολύ χρήσιμες μορφές δράσης αλλά εντελώς ανεπαρκείς από μόνες τους για να οδηγήσουν σε αυτό το νέο μαζικό κίνημα που θα μπορούσε να καταργήσει το σημερινό σύστημα και να οδηγήσει σε μια άλλη απελευθερωτική κοινωνία. Και αυτό γιατί οι μορφές αυτές άμεσης δράσης δεν μπορούν από μόνες τους να δημιουργήσουν ούτε τις αντικειμενικές ούτε τις υποκειμενικές συνθήκες για την συστημική αλλαγή. Δεν μπορεί να δημιουργήσουν τις υποκειμενικές συνθήκες γιατί οι συνθήκες αυτές δεν δημιουργούνται ούτε δημιουργηθήκαν ποτέ δια του παραδείγματος. Αντίστοιχα, η σημερινή μεταμοντέρνα αναρχική αντίληψη ότι οι συνθήκες αυτές θα δημιουργηθούν μέσα από τις συνθήκες εξέγερσης είναι άλλος ένας μύθος που ούτε θεωρητικά ούτε ιστορικά έχει καμιά βάση.

Κατά τη γνώμη μας που μπορούμε να συζητήσουμε πιο λεπτομερειακά στη συνέχεια, μόνο αν η δημοκρατική αντισυστημική συνείδηση (που προϋποθέτει ένα καθολικό πρόταγμα) γίνει ηγεμονική ―δηλαδή υιοθετηθεί από την  πλειοψηφία του λαού που αποτελούν τα θύματα της σημερινής πολυδιάστατης κρίσης― αντί για μια πρωτοπορία, μπορεί να οδηγηθούμε σε μια νέα απελευθερωτική κοινωνία. Και για να γίνει αυτό πρέπει να κτίσουμε ένα νέο μαζικό κίνημα που θα αρχίσει να δημιουργεί εδώ και τώρα τους νέους θεσμούς μιας πραγματικά δημοκρατικής κοινωνίας, έτσι ώστε οι πολίτες, μέσα από την καθημερινή τους ζωή στο πλαίσιο των νέων θεσμών, υιοθετήσουν την νέα αυτή δημοκρατική συνείδηση.-