ΠΡΙΝ (09 Φεβρουαρίου 2003) 


Το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης και η Αριστερά

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Με την ευκαιρία της ίδρυσης του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ (ΕΚΦ), δηλαδή της εγχώριας συνιστώσας του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ (ΠΚΦ), φούντωσε η συζήτηση μέσα στην Ελληνική Αριστερά, τόσο τη ρεφορμιστική όσο και την αντισυστημική, για τη θέση που θα έπρεπε να τηρηθεί απέναντι σε αυτό το νέο «κίνημα» που επικαλείται τον τίτλο μίας νέας Αριστεράς,  αν όχι ενός κινήματος που υποτίθεται ξεπερνά τη διάκριση Αριστερά-Δεξιά, όπως υποστηρίζουν μερικά από τα «νέα κινήματα» (Πράσινοι κ.λπ.) στους κόλπους του.  Γενικότερα, η στάση απέναντι στο ΕΚΦ έθεσε το ευρύτερο θέμα των πολιτικών συμμαχιών εφόσον στο Φόρουμ μετέχουν όχι μόνο όλες σχεδόν οι οργανωσεις και κόμματα της ρεφορμιστικής Αριστεράς (ΣΥΝ, ΑΚΟΑ, Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα κ.λπ.), αλλα και ΜΚΟ που λόγω του «μονοθεματικού» χαρακτήρα τους είναι από τη φύση τους ρεφορμιστικές (Φίλοι της Γης, Δίκτυο Υποστήριξης προσφύγων και Μεταναστών κ.λπ.), οι κομματοκρατουμενες γραφειοκρατικές ηγεσίες συνδικάτων (ΑΔΕΔΥ κ.λπ.), αλλά και μερικά αντισυστημικά ρεύματα όπως η Α/Συνεχεια, ΟΚΔΕ κ.λπ.

Θα μπορούσαμε λοιπόν να κατατάξουμε ως εξής τις θέσεις που διαμορφώθηκαν μέσα στην Αριστερά σχετικά με το ΕΚΦ. Πρώτον, η θέση της ρεφορμιστικής Αριστεράς που το υποστηρίζει με τα προσκείμενα σε αυτη ΜΜΕ (συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών-Ιντιμιντια) χωρίς κανένα δισταγμό, είτε συμμετέχει σε αυτό, είτε όχι. Δεύτερον, υπάρχουν δυο τάσεις όσον αφορά την αντισυστημική Αριστερά, δηλαδή την Αριστερά που θεωρεί ότι η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση είναι μη αντιστρέψιμη μέσα στο συστημα της οικονομίας της αγοράς, πράγμα που σημαίνει ότι  ένα κίνημα κατά της σημερινής παγκοσμιοποίησης έχει νόημα μόνο αν στρέφεται κατά του ίδιου του συστήματος αυτού και του πολιτικού του συμπληρώματος της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας». Η μια τάση συμμετέχει στο ΕΚΦ για λόγους τακτικής, ενώ η επικρατούσα τάση θεωρεί ότι ο δεδηλωμένος ρεφορμιστικός χαρακτήρας των Κοινωνικών Φόρα επιβάλλει είτε την απλή συνεργασία σε συγκεκριμένες κοινές  εκδηλώσεις (σε αντιδιαστολή με τη συμμετοχή), είτε τη δημιουργία αντικαπιταλιστικού Φόρουμ κατά της παγκοσμιοποίησης. Ο ρεφορμιστικός χαρακτήρας του ΠΚΦ (και επομένως και του ΕΚΦ) προκύπτει όχι μόνο από τα καταστατικά κείμενα του ΠΚΦ που δεσμεύουν και τα τοπικά, δηλαδή τον «Χάρτη των Αρχών» του ΠΚΦ και την «Έκκληση των Κινημάτων».[1] Ο χαρακτήρας αυτός προκύπτει επίσης, όπως υποστήριξα αλλού,[2] από τις πηγές χρηματοδότησης του που περιλαμβάνουν τα «προοδευτικά» τμήματα της υπερεθνικής ελίτ στις κυβερνήσεις της ΕΕ, την μέχρι τούδε δράση και αιτήματα του και τέλος την ίδια τη σύνθεση των μελών του που αποτελεί μια μεταμοντέρνα «σούπα», χωρίς κανένα συνολικό στόχο και στρατηγική. Θα άξιζε λοιπόν να δούμε αναλυτικότερα τις τάσεις αυτές ― κάτι που διευκολύνει η συντονισμένη επίθεση της ρεφορμιστικής Αριστεράς, αλλα και η κριτική της αντισυστημικής Αριστεράς που μετέχει στο ΕΚΦ, η οποία ασκήθηκε με αφορμή το άρθρο μου στην Ελευθεροτυπία.

Ο Τ. Τρίκας[3] ξεκινά με την γνωστή λαθροχειρία που ταυτίζει το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης, όπως ξεκίνησε στο Βορρά ― με τις διαδηλώσεις στο Σιατλ, Πράγα, Γένοβα κ.λπ. ― με το ΠΚΦ. Όμως, το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης είχε ξεκινήσει πολύ πριν δημιουργηθεί το ΠΚΦ (βασικά με πρωτοβουλία της … αντισυστημικής Μοντ Ντιπλοματικ (le Monde diplomatique)) τη παρούσα δεκαετία. Οι τοπικοί αγώνες κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης (που είναι και οι σημαντικότεροι) είχαν φουντώσει στον Νότο και ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική ολόκληρη την προηγούμενη δεκαετία. Αλλά και το ιδιο το Σιατλ που σηματοδότησε το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης στον Βορρά έγινε ενάμισι χρόνο πριν το πρώτο Πόρτο Αλέγκρε. Πέρα όμως από αυτό, όπως ήδη ανάφερα,  πολλές αντισυστημικες οργανώσεις είτε μετέχουν μόνο σε κοινές εκδηλώσεις με το ΠΚΦ είτε αρνούνται κάθε συνεργασία. Η αιτία είναι ότι βλέπουν το ΠΚΦ και τα τοπικά φόρα ως τον Δούρειο ίππο της ρεφορμιστικής Αριστεράς αλλα και των «προοδευτικών» τμημάτων της υπερεθνικής ελίτ για να ελέγξουν το αυθόρμητο κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης που είχε ξεκινήσει με πολύ πιο ριζοσπαστικά αιτήματα και εκδηλώσεις από αυτά των Κοινωνικών Φόρα.  Με δεδομένο επομένως ότι το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης πραγματι σηματοδοτούσε την επάνοδο στην πολιτική δράση λαϊκών στρωμάτων, τα οποία μετά την πτώση του υπαρκτού  συνθλιβόντουσαν σχεδόν μοιρολατρικά κάτω από την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, το στοίχημα είναι το εξής: θα στραφεί το αυθόρμητο αυτό «κίνημα» προς την ρεφορμιστική Αριστερά υποθέτοντας, συνήθως υπορρητα, ότι η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είναι απλώς θέμα πολιτικής που θα μπορούσε να αντιστραφεί, ακόμη και μέσα στο συστημα, με την εκλογή  «καλών» κυβερνήσεων της ρεφορμιστικής Αριστεράς, ή αντίθετα θα προσπαθήσει να συγκροτήσει ένα αντικαπιταλιστικο Φόρουμ κατά της παγκοσμιοποίησης;

Η επόμενη λαθροχειρία της ρεφορμιστικής Αριστεράς είναι ο ισχυρισμός ότι η αντισυστημικη Αριστερά δεν βλέπει την ανάγκη ενδιάμεσων στόχων και συμμαχιών. Φυσικά, δεν νοείται στρατηγική χωρίς παρόμοιους στόχους και συμμαχίες. Το θέμα επομένως που διαστρεβλώνει η ρεφορμιστική Αριστερά είναι αν τόσο οι ενδιάμεσοι στόχοι όσο και οι συμμαχίες αποτελούν τμήμα ενός συνεκτικού προγράμματος για την ανατροπή του συστήματος της οικονομίας της αγοράς και της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας» που στηρίζουν την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, όπως υποστηρίζει η αντισυστημική Αριστερά. Ή αν, αντίθετα, ο ενδιάμεσος στόχος είναι είτε η  δημιουργία μιας δηθεν δυναμικής υπέρβασης του συστήματος όπως υποστηρίζουν εκλεπτυσμένες εκδοχές της ρεφορμιστικής άποψης, είτε,  στη πραγματικότητα, ο ενδιάμεσος στόχος είναι και ο τελικός, όπως υποστηρίζουν πιο χοντροκομμένες εκδοχές που βλέπουν ότι το πραγματικό δίλημμα είναι μεταξύ της «αδράνειας» της αντισυστημικής Αριστεράς και της ρεφορμιστικής …δράσης,[4] σε μια απόπειρα εξευτελισμού όλης της παράδοσης της αντισυστημικής Αριστεράς και αμαύρωσης των πολυαίμακτων αγώνων των ανθρώπων για συστημικές αλλαγές, δηλαδή για το κτύπημα των αιτιών της αδικίας και της εκμετάλλευσης και όχι απλώς για την επίτευξη κάποιων αντιστρέψιμων βελτιώσεων των συνθηκών. Όμως, όπως απέδειξε η κατάρρευση της σοσιαλδημοκρατίας και του κράτους πρόνοια που αποτελούσε το «επίτευγμα-ζωής» της ρεφορμιστικής Αριστεράς και άρχισε να γκρεμίζεται πολύ πιο πριν από τη πτώση του υπαρκτού (αρχές δεκαετίας του 1980), η ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών είναι πια αδύνατη μέσα στη σημερινή διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς. Ακόμη, όπως έδειξε η ιστορική πείρα, η διεκδίκηση ρεφορμιστικών αιτημάτων που δεν αποτελούν τμήμα αντισυστημικου προγράμματος δεν οδήγησε πουθενά σε αντισυστημική αλλαγή αλλά αντίθετα δημιούργησε τις συνθήκες για την ενσωμάτωση των καταπιεσμένων λαϊκών στρωμάτων και κυρίως της εργατικής τάξης, μέσω της δημιουργίας μιας ρεφορμιστικής συνειδητοποίησης η οποία δεν άλλαξε ακομη και όταν το συστημα ξεκίνησε μαζική επίθεση κατά των λαϊκών κατακτήσεων.

Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι ακριβώς ένα τέτοιο ρεφορμιστικό «κίνημα»  επιθυμεί αυτή τη στιγμή και το προοδευτικό τμήμα της υπερεθνικής ελίτ για την εκτόνωση της διογκούμενης λαϊκής οργής. Ένα κίνημα δηλαδή που δεν θα έθετε σε αμφισβήτηση το ίδιο το σύστημα που γέννησε την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση αλλά απλώς θα κτυπούσε τις «παρεκβάσεις» του π.χ. την μη γενίκευση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, κυρίως σε Αραβικές χώρες, γεγονός που αναφέρει άλλος επικριτής μου ως δηθεν στοιχείο που καταρρίπτει τη θέση ότι οι στόχοι του ΠΚΦ είναι και στόχοι των «προοδευτικών» ελίτ,[5] ή την απόλυτη φτώχεια στην Αφρική (εξ ου και το βασικό αίτημα του ΠΚΦ για την κατάργηση του χρέους των χωρών του Νότου), ή  το σταμάτημα της παραπέρα απελευθέρωσης των αγορών (όχι όμως και την επανακοινωνικοποιηση των ιδιωτικοποιηθεισων επιχειρήσεων ή την αντιστροφή της ήδη επιτευχθεισας «απελευθέρωσης» των αγορών), ή ακομη τον πόλεμο στο Ιράκ που το ανακοινωθέν του Πόρτο Αλεγκρε 2003 αποδίδει μόνο στην Αμερικανική ελίτ «και τους σύμμαχους της» αλλά όχι και στην ίδια την υπερεθνική ελίτ, η οποία αύριο πιθανότατα θα δώσει και το πράσινο φως γι αυτόν στον ΟΗΕ. Τέλος, θα ήταν ανούσιο να ασχοληθεί κανείς με τις προσωπικές  επιθέσεις της ρεφορμιστικής Αριστεράς που, «αγνοώντας» την ιστορία του καθενός, μιλά για διανοούμενους «του γραφείου»,[6] σε μια φανερή προσπάθεια απαξίωσης της αντισυστημικης άποψης.

Ο χώρος δεν μου επιτρέπει ν’ ασχοληθώ ιδιαίτερα με τις επικρίσεις του τμήματος της αντισυστημικης Αριστεράς που μετέχει στο Φόρουμ. Σημειώνω όμως ότι οι επικρίσεις αυτές επίσης θεμελιώνονται στην ίδια αθέμιτη ταύτιση του κινήματος αντιπαγκοσμιοποίησης με το ΠΚΦ[7] για να καταλήξουν ότι είναι κοντόφθαλμο να θεωρεί κανείς το ΕΚΦ δημιούργημα της σοσιαλδημοκρατίας. Όμως,  είναι φανερό ότι αυτό που είναι δημιούργημα της σοσιαλδημοκρατίας και της ρεφορμιστικής Αριστεράς γενικότερα είναι το ΠΚΦ και όχι το ιδιο το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης. Γι’ αυτό και στο επίμαχο άρθρο ρητά τόνιζα ότι το κίνημα αυτό είναι εν δυνάμει επικίνδυνο για το σύστημα. Αποτελεί όμως εθελοτυφλία της αντισυστημικης Αριστεράς να ισχυρίζεται ότι «είναι δυνατή η διατύπωση θέσεων που υπερβαίνουν τις διακηρύξεις των παγκόσμιων συναντήσεων και συντονιστικών του ΠΚΦ», τη στιγμή μάλιστα που το τελικό ανακοινωθέν της τελευταίας συνόδου στο Πόρτο Αλέγκρε το οποίο μόλις έληξε όχι μόνο επαναλαμβάνει τις ρεφορμιστικές θέσεις των προηγούμενων συνόδων αλλα και καταλήγει με την «παρότρυνση» προς «όλα τα δίκτυα, τα λαϊκά και κοινωνικά κινήματα να υπογράψουν αυτή τη διακήρυξη σε διάστημα δύο μηνών και να αποστείλουν τις υπογραφές» στο συντονιστικό όργανο!


 

[1] βλ άρθρο μου στην Ελευθεροτυπία (11/1/2003).

 

[2] Τ. Φωτόπουλος, Ριζοσπάστης (2/2/2003).

 

[3] Τ. Τρίκας, Αυγή (26/1/2003).

 

[4] Εποχή (2/2/2003).

 

[5] βλ. Γιώργο Καλπαδάκη, Εποχή (26/1/2003).

 

[6] βλ. π.χ. Γιάννης Πρωτονοτάριος, Αυγή (2/2/2003).

 

[7] βλ. π.χ. Σπύρος Παναγιώτου, Αριστερά! (25/1/2003).