Κυριακάτικος Ριζοσπάστης (02/02/2003)
Η θλιβερή «Αριστερά»
ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ*
Με την ευκαιρία της ίδρυσης του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ (ΕΚΦ), σαν «εθνικής συνιστώσας» του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ (ΠΚΦ), που συνέρχεται κάθε χρόνο στο Πόρτο Αλέγκρε, με τη συμμετοχή σύμπασας της διεθνούς ρεφορμιστικής Αριστεράς και μερικών «εισοδιστικών» αντισυστημικών ρευμάτων, τα εδώ παρακλάδια της ρεφορμιστικής Αριστεράς (με προεξάρχοντα τον ΣΥΝ, την ΑΚΟΑ κ.λπ. και τα έντυπα ή ηλεκτρονικά όργανά της «Αυγή», «Εποχή», «Ιντιμίντια» κ.ά.), καθώς και σημαντικό τμήμα των ΜΜΕ, ξεκίνησαν μια μαζική εκστρατεία προβολής του.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Τάσος Τρίκκας (Τ.Τ.) εξαπέλυσε στην «Αυγή» της 26/1 λυσσώδη επίθεση κατά του ΚΚΕ και του υπογράφοντος για το άρθρο του στην «Ελευθεροτυπία» της 11/1, που αναδημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη» της 15/1, όπου προσπαθούσα να δείξω το ρεφορμιστικό χαρακτήρα του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ, όπως προκύπτει από τα επίσημα κείμενά του, που δεσμεύουν όλα τα Κοινωνικά Φόρα - μέλη ανά τον κόσμο. Όμως, ο καθαρά ρεφορμιστικός χαρακτήρας του Κοινωνικού Φόρουμ δεν προκύπτει μόνο από τα κείμενα του ΠΚΦ, που μιλούν για νεοφιλελεύθερο «μοντέλο» και όχι για νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό (πράγμα που σημαίνει ότι μια καλή σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση θα μπορούσε ν' αλλάξει μοντέλο διαχείρισης) και για την ανάγκη καθιέρωσης της «εκλογικής» και «συμμετοχικής Δημοκρατίας σε όλο τον κόσμο» (ακριβώς όπως υποστηρίζει και η υπερεθνική ελίτ, δηλαδή οι ελίτ των ΗΠΑ, ΕΕ και Ιαπωνίας) παρά τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες που καθιερώνονται στην εσωτερική οργάνωσή του. Ο ρεφορμιστικός χαρακτήρας των Κοινωνικών Φόρα προκύπτει αβίαστα και από τους χρηματοδότες τους, τη σύνθεσή τους, τα αιτήματά τους και τη μέχρι τούδε δράση τους.
Όσον αφορά πρώτα στους χρηματοδότες: Εκτός από τα γνωστά «αντιιμπεριαλιστικά» όργανα «Μοντ Ντιπλοματίκ» και Ίδρυμα Φορντ, που χρηματοδότησαν την πρώτη σύνοδο στο Πόρτο Αλέγκρε το 2001 και έπαιξαν καθοριστικό ρόλο (ιδιαίτερα η «Μοντ») για το στήσιμο του ΠΚΦ, όπως ακόμη και συμπαθούντες το ΠΚΦ ομολογούν, «το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ χρηματοδοτείται εμμέσως (μέσω των Inter Press Services) και από τα υπουργεία Εξωτερικών της Ολλανδίας, της Δανίας, της Φινλανδίας, της Ιταλίας και της Νορβηγίας, από την Κομισιόν, από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικής Ανάπτυξης, από την Ομάδα των G77 καθώς και από τρία μεγάλα αμερικανικά ιδιωτικά ιδρύματα» (Γιώργος Καλπαδάκης, Εποχή, 26/1). Το γεγονός, βέβαια, ότι γραφειοκρατικές ηγεσίες συνδικαλιστικών οργάνων συμβάλλουν στη χρηματοδότηση των Κοινωνικών Φόρα δεν αλλάζει την εικόνα. Η θεωρία, άλλωστε, που υποστηρίζουν τα επίσημα κείμενα του ΠΚΦ είναι της αταξικής «κοινωνίας των πολιτών», στην οποία μετέχουν όλοι, εργάτες και εργοδότες (εναντίον ποιού άραγε;) που θ αγωνιστεί για «ένα διαφορετικό κόσμο» (που προφανώς μας ήρθε από το Διάστημα!) Παρ' όλα αυτά ο Τ.Τ. δε διστάζει να μιλά για σκοινί στο σπίτι του κρεμασμένου και να γράφει ότι τα Κοινωνικά Φόρα «υλοποιούν την αναζωπύρωση της ταξικής και κοινωνικής πάλης»!
Όσον αφορά στη σύνθεσή τους: Μια ματιά στη σύνθεση του ΕΚΦ αποδείχνει τον καθαρά ρεφορμιστικό χαρακτήρα του: ΣΥΝ, ΚΕΔΑ, ΑΚΟΑ, Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, ΑΔΕΔΥ, ΕΛΜΕ, ΟΤΟΕ, Δίκτυο Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών, Νεολαία ενάντια στο Ρατσισμό, ΑΡΣΙΣ, Φίλοι της Γης, Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης, Α/συνέχεια, ΟΚΔΕ (Σπάρτακος, Εργατική Πάλη), Πρωτοβουλία για την παγκόσμια πορεία γυναικών κ.ά. Είναι φανερό ότι εκτός από ελάχιστες οργανώσεις ανάμεσα σε αυτές που θέτουν θέμα ανατροπής του συστήματος, η συντριπτική πλειοψηφία τους αποτελείται από «μονοθεματικά» ρεύματα (αντιρατσιστικά, φεμινιστικά, οικολογικά κ.λπ.) και συνδικαλιστικές ηγεσίες, σε μια μεταμοντέρνα «σούπα», χωρίς συνολικό στόχο και στρατηγική που ονομάζεται το «κίνημα των κινημάτων»!
Όσον αφορά στα αιτήματά τους: Τα βασικά αιτήματά τους είναι ο γνωστός «επαναστατικός» φόρος Τόμπιν πάνω στις διεθνείς χρηματιστηριακές συναλλαγές, η κατάργηση του χρέους των φτωχών χωρών στο Νότο, ενώ τάσσονται γενικά κατά των νεοφιλελεύθερων ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ για τις ιδιωτικοποιήσεις, την Κοινωνική Ασφάλιση, την ανεργία κ.λπ., χωρίς όμως να θέτουν αιτήματα που θίγουν τις γενεσιουργές αιτίες αυτών των πολιτικών και αφορούν στο ίδιο το σύστημα της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς. Έτσι, όχι μόνο τα αιτήματα που θέτουν, εφόσον δεν αποτελούν τμήμα ενός αντισυστημικού προγράμματος, λειτουργούν ως ρεφορμιστικά, αλλά και από τη φύση τους είναι ρεφορμιστικά. Δεν είδαμε, για παράδειγμα, τα Κοινωνικά Φόρα να εγείρουν αιτήματα για τον πραγματικό κοινωνικό έλεγχο των αγορών εργασίας, κεφαλαίου και εμπορευμάτων (και όχι τα «μερεμέτια» και γενικολογίες που υποστηρίζουν), πράγμα που προϋποθέτει αγώνα εναντίον των ελεύθερων και ελαστικών αγορών, οι οποίες αποτελούν την πεμπτουσία της παγκοσμιοποίησης, εναντίον της οποίας όμως υποτίθεται ότι μάχονται. Ούτε ακόμη τα είδαμε να απαιτούν να κοινωνικοποιηθούν όλες οι ιδιωτικοποιηθείσες επιχειρήσεις και φυσικά όλες οι κοινωνικές υπηρεσίες (Υγεία, Εκπαίδευση κ.λπ.) σαν πρώτο βήμα για το «διαφορετικό κόσμο», που επαγγέλλονται.
Τέλος, η μέχρι τούδε δράση τους είναι ενδεικτική του ρόλου που θέλουν να παίξουν. Οι διαδηλώσεις που οργανώνουν παίρνουν απλώς τη μορφή συμβολικών διαμαρτυριών και όχι συστηματικής προσπάθειας να εμποδίσουν τις ελίτ να αποφασίζουν το μέλλον μας (αντίθετα με τις πρώτες διαδηλώσεις στο Σιάτλ, τη Γένοβα κ.λπ.). Σήμερα, αντί να οργανώσουν μαζικές διαδηλώσεις για τον αποκλεισμό των στρατιωτικών βάσεων και των δρόμων από όπου τη στιγμή αυτή ξεκινά η φοβερή πολεμική μηχανή που ετοιμάζεται να αιματοκυλήσει το Ιράκ, οργανώνουν ανώδυνες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας.
Και εδώ ερχόμαστε στην κατάφωρη λαθροχειρία, που κάνουν οι υποστηρικτές της ρεφορμιστικής Αριστεράς σαν τον Τ.Τ., που ταυτίζουν το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης με το Κοινωνικό Φόρουμ. Όμως, ούτε στο ΠΚΦ, ούτε βέβαια στο ΕΚΦ μετέχουν όλες οι δυνάμεις που πρωτοστάτησαν στις αρχικές διαδηλώσεις, ακριβώς γιατί διαπίστωσαν τη σαφή πρόθεση της ρεφορμιστικής Αριστεράς να καπελώσει το αυθόρμητο αρχικά «κίνημα». Για ποια ενότητα, λοιπόν, μιλά η ρεφορμιστική Αριστερά στη βάση «κοινών ενδιάμεσων στόχων που δε θα εξαρτούν τον αγώνα από την αντικαπιταλιστική στόχευση»; Όταν η μοναδική καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση που είναι δυνατή σήμερα είναι η νεοφιλελεύθερη, η οποία επομένως, όπως και οι πολιτικές που την υλοποιούν, δεν είναι αντιστρέψιμες, παρά με αντισυστημικό αγώνα, πώς είναι δυνατό να γίνουν συμμαχίες με δυνάμεις, που απλώς θέλουν να εξωραΐσουν το σύστημα και την παγκοσμιοποίηση, όπως ακριβώς επιθυμούν τα «προοδευτικά» τμήματα της υπερεθνικής ελίτ, που ουσιαστικά έστησαν τα Κοινωνικά Φόρα, για να αποπροσανατολίσουν και να ξεφουσκώσουν τη διογκούμενη λαϊκή αντίδραση;
Τέλος, αποτελεί θράσος να μιλά η ρεφορμιστική Αριστερά για ιδεολογική ένδεια και έλλειψη στρατηγικής, όταν η στρατηγική είναι προφανής και την υπονομεύει η ίδια με τη θλιβερή πρακτική της: Μια πλατιά αντισυστημική συμμαχία όπου θα μετέχουν όλα τα αντικαπιταλιστικά ρεύματα με κοινό ενδιάμεσο στόχο την ανατροπή της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης που στηρίζεται στην οικονομία της αγοράς και την αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» και με τελικούς στόχους αυτούς που θα προκύψουν από μέσα από τις συνιστώσες της. Ήδη προτείνονται εναλλακτικές λύσεις, τις οποίες βέβαια η ρεφορμιστική Αριστερά καταδικάζει ως δήθεν «ολοκληρωτικές» ή αντικομμουνιστικές με προφανή στόχο να τις δυσφημίσει και να στρέψει τα λαϊκά στρώματα που πληρώνουν την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση σε ρεφορμιστικούς αγώνες. Ο Τ.Τ. επέκρινε τον «Ριζοσπάστη» για την αναδημοσίευση, όπως έγραφε, του άρθρου «γνωστού πολέμιου του μαρξισμού και της "παραδοσιακής Αριστεράς", κήρυκα μιας αντικομμουνιστικής "περιεκτικής δημοκρατίας"». Όμως, το πρόταγμα της Περιεκτικής Δημοκρατίας είναι απλώς μια από τις προτάσεις που προβάλλονται σήμερα διεθνώς για μια εναλλακτική κοινωνία και σίγουρα δεν είναι ούτε αντικομμουνιστικό ούτε αντιμαρξιστικό όπως το παρουσιάζει ο Τ.Τ. Ο σοσιαλισμός, όπως τονίζεται σε αυτό, αποτελεί μια από τις βασικές συνιστώσες της σύνθεσης που επιχειρεί και σίγουρα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί αντικομμουνιστική μια πρόταση που προβλέπει την οικονομική και πολιτική ισότητα με την κοινωνικοποίηση (δημοτικοποίηση) των μέσων παραγωγής και την άμεση δημοκρατία, όπου οι πολίτες θα παίρνουν όλες τις σημαντικές αποφάσεις για τη ζωή τους.
* Ο Τάκης Φωτόπουλος είναι διευθυντής του διεθνούς περιοδικού Democracy & Nature και δίδασκε επί εικοσαετία στο North London University.