Τάκης Φωτόπουλος, Ο Καπιταλισμός του Τσόμσκι, Ο Μετακαπιταλισμός του Άλμπερτ και η Περιεκτική Δημοκρατία

(εκδ. Γόρδιος, Αθήνα 2004)


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Ο Τσόμσκι, η παγκοσμιοποίηση και το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ

 

Αντισυστημικά οράματα, αντισυστημικά κινήματα και ο Τσόμσκι

Με βάση το παραπάνω αναλυτικό πλαίσιο, είναι φανερό πως είναι αδύνατον να ελεγχθεί η διαδικασία αύξησης της συγκέντρωσης οικονομικής εξουσίας μέσα στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και της οικονομίας της αγοράς. Η διαδικασία αυτή συνεχίζεται από τότε που πρωτοεμφανίστηκε το σύστημα της οικονομίας της αγοράς — εδώ και σχεδόν δύο αιώνες — και καμία σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση ή λαϊκό κίνημα δεν κατόρθωσε να την σταματήσει ή έστω να την επιβραδύνει, παρά μόνο για σύντομα χρονικά διαστήματα. Ακόμη και η λαϊκή "νίκη" ενάντια στις προτάσεις για την ΜΑΙ, που χαιρέτισε ο Τσόμσκι, είναι αμφίβολο εάν θα είχε επιτευχθεί εάν οι οικονομικές ελίτ δεν ήταν σοβαρά διχασμένες. Άλλωστε, έχουν ήδη αρχίσει να φαίνονται σημάδια ότι η ίδια η "νίκη" ήταν κούφια, αφού είναι πλέον σαφές ότι η συμφωνία της ΜΑΙ δεν παραμερίστηκε αλλά απλώς εισάγεται σήμερα "με δόσεις", από την "πίσω πόρτα" του ΔΝΤ[30] και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Ο βασικός λόγος που παρόμοιες μάχες είναι καταδικασμένες, είναι ότι δεν αποτελούν ενιαίο τμήμα ενός περιεκτικού πολιτικού προγράμματος που θα αντικαταστήσει το ιδιο το θεσμικό πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς, και, σαν τέτοιες, είναι εύκολο να περιθωριοποιούνται ή να οδηγούν σε απλές (και εύκολα αντιστρέψιμες) μεταρρυθμίσεις.

Με βάση, όμως, τις παραπάνω θέσεις του Τσόμσκι για την δημοκρατία, δεν είναι περίεργο ότι όταν σε συνέντευξη που του είχε πάρει ο υπογράφων πριν δέκα περίπου χρόνια[31] τέθηκε το ερώτημα εάν βλέπει το ξεπέρασμα των εθνικών αντιθέσεων μέσω της ίδρυσης υπέρ-εθνικών ομοσπονδιακών κρατών βασισμένων στις καπιταλιστικές δομές της αγοράς, όπως υποστηρίζουν οι σοσιαλδημοκράτες η, αντίθετα, αν το βλέπει μέσα από τον αγωνα για τη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας των κοινοτήτων βασισμένη στην άμεση και οικονομική δημοκρατία, η απάντηση του επιβεβαίωσε τόσο τις παραπάνω αστήρικτες απόψεις του για τον καπιταλισμό όσο και την απομάκρυνση του από κάθε αντισυστημικο όραμα.

Έτσι, κατά τον Τσόμσκι, «πρέπει πρώτα από όλα ν αναγνωρίσουμε ότι η συζήτηση για ‘καπιταλιστική αγορά’ είναι βασικά παραπλανητική…δεν υπάρχει κίνδυνος ότι οι Ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα αποδεχτούν ποτέ κανόνες ελεύθερης αγοράς». Και αυτά λεγόντουσαν όταν είχε ήδη υιοθετηθεί η Ενιαία Αγορά μέσα στην ΕΟΚ η οποία καθιέρωνε ακριβώς τη κυριαρχία των κανόνων της ελεύθερης αγοράς –διαδικασία που ολοκληρώθηκε κατόπιν με τις συνθήκες Μάαστριχτ, Άμστερνταμ κλπ που εισήγαγαν τις ελαστικές αγορές εργασίας και τις πλήρως απελευθερωμένες αγορές! Είναι προφανές ότι ο Τσόμσκι αδυνατεί να αντιληφθεί ότι, ακομη και σε ένα θεσμικό πλαίσιο ελεύθερων αγορών, το κράτος μπορει πραγματι να επεμβαίνει προσωρινά και να επιβάλλει δασμούς η να χορηγεί επιδοτήσεις, μέχρις ότου ανδρωθούν οι αντίστοιχοι κλάδοι και να είναι σε θέση να επιπλεύσουν στον διεθνή ανταγωνισμό χωρίς οποιαδήποτε κρατική προστασία. Η προσωρινή αυτή προστασία δεν αναιρεί βέβαια στο παραμικρό τον γενικό χαρακτήρα της ελεύθερης καπιταλιστικής αγοράς. Ο Τσόμσκι, μη διαθέτοντας μια ριζοσπαστική ιστορική ανάλυση της νεωτερικότητας, δεν είναι σε θέση να ερμηνεύσει το γεγονός ότι ενώ στο παρελθόν, τόσο στη πρώτη φάση της φιλελεύθερης νεωτερικοτητας όσο και στη δεύτερη φάση της κρατικιστικής νεωτερικότητας, το κράτος πραγματι έπαιξε καθοριστικό ρολο στην προστασία από τον ανταγωνισμό των επιχειρήσεων μέσα στα σύνορα του, στη σημερινή φάση της νεοφιλελεύθερης νεωτερικοτητας, όπου οι κύριοι φορείς του παγκόσμιου εμπορίου και των επενδύσεων είναι οι πολυεθνικές, παρόμοια προστασία δεν χρειάζεται πια παρά μόνο για ελάχιστους κλάδους που δεν εχουν ακομη αποκτήσει τα οργανωτικά, τεχνολογικά και οικονομικά συγκριτικά πλεονεκτήματα για να μπορούν να επιβιώνουν στον διεθνή ανταγωνισμό χωρίς κρατική προστασία. (πχ η Αμερικανική βιομηχανία χάλυβα ή η Ευρωπαική γεωργία)

Με βάση, επομένως, την παραπάνω φιλελεύθερη αντίληψη της Ιστορίας που υιοθετεί ο Τσόμσκι και τις συνακόλουθες θέσεις του για τον ρολο του Κράτους, δεν είναι περίεργο ότι παραπέμπει (ρητά και με την πράξη του) τα ελευθεριακά αντισυστημικα οράματα και κινήματα στις…Ελληνικές καλένδες. Είναι αποκαλυπτική η θέση που διατύπωσε σχετικά στην συνέντευξη που ανάφερα παραπάνω :

Θα μπορούσε φυσικά κάποιος να φανταστεί πιο ελευθεριακές και δημοκρατικές εναλλακτικές λύσεις που διαβρώνουν τόσο τη κρατική και τη κορπορατιστικη δύναμη, όσο και τα καταπιεστικά συστήματα που επιβάλλουν –συμπεριλαμβανόμενων των αγορών του κρατικού καπιταλισμού και τα αναδυόμενα υπερεθνικά ομόλογα τους. Αυτά είναι σημαντικά οράματα για το μέλλον, που θα έπρεπε να εμψυχώνουν αυτους που επιδιώκουν την ελευθερία και την δικαιοσύνη, καθως και τα κοινωνικά κινήματα που δημιουργούν η συμμετέχουν. Αλλα αυτές είναι ακομη απόμακρες προοπτικές (remote prospects), για τις οποιες δεν έχει γίνει η προκαταρκτική εργασία (δική μου έμφαση)

Τη στιγμή, δηλαδή, που, για παράδειγμα, το αντισυστημικο ελευθεριακο κίνημα της Κοινωνικής Οικολογίας είχε ήδη δέκα χρόνια ύπαρξης και οι ριζοσπάστες Πράσινοι στη Γερμανία και αλλού ακόμη αγωνιζόντουσαν για τη δημιουργία ενός αντισυστημικου οικολογικού κινήματος (πριν να επικρατήσουν τελικά οι ρεφορμιστές στο Πράσινο κίνημα) ο Τσόμσκι έμμεσα απέρριπτε τις σχετικές προσπάθειες ως ρομαντικές! Όταν επομένως πρόσφατα υιοθέτησε και το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ του Πόρτο Αλέγκρε ήταν απόλυτα συνεπής, τόσο σε σχέση με τη θέση του για τον χαρακτήρα της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, όσο και σε σχέση με την αντίληψη του για αντισυστημικα οράματα και αγώνες.

Αντίθετα, με βάση την προβληματική της ΠΔ, μόνον ο αγώνας για την οικοδόμηση ενός νέου μαζικού κινήματος που θα αγωνιστεί "από απέξω" (και όχι ‘από μέσα’, δηλ. με μεταρρυθμίσεις) για την δημιουργία ενός νέου θεσμικού πλαισίου, και την ανάπτυξη της αντίστοιχης κουλτούρας και κοινωνικού παραδείγματος, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία νέα κοινωνία η οποία θα χαρακτηριζόταν από την ισοκατανομή (δηλαδή την αναίρεση) της εξουσίας.[32]

Η παγκοσμιοποίηση[33], η ρεφορμιστική Αριστερά και ο Τσόμσκι

Η ανεπιφύλακτη, επομένως, υιοθέτηση από τον Τσόμσκι του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ, σε αντίθεση με τη γενικότερη εχθρική στάση του αναρχικού κινήματος και της ριζοσπαστικής Αριστεράς προς αυτό, δεν είναι ούτε τυχαία, ούτε εκπληκτική. Η θέση αυτή είναι σε απόλυτη συνέπεια με τις θέσεις του Τσόμσκι για τον καπιταλισμό γενικότερα και τη φύση της σημερινής διεθνοποίησης της οικονομίας της αγοράς ειδικότερα. Όπως προσπάθησα να δείξω αλλού,[34] οι θέσεις των σοσιαλδημοκρατών και της ρεφορμιστικής Αριστεράς[35] ότι η διεθνοποίηση και συνακόλουθα ο νεοφιλελευθερισμός αντιπροσωπεύουν απλώς μια ανατρέψιμη αλλαγή πολιτικής, αν όχι το αποτέλεσμα συνομωσιών των αρχουσων ελίτ, όπως υποστηρίζει ο Τσόμσκι, είναι αβάσιμη και ανιστόρητη. Τόσο η διεθνοποίηση της οικονομίας της αγοράς όσο και η νεοφιλελεύθερη συναίνεση, όπως εκφράζεται από τις πολιτικές των νεοφιλελεύθερων (Θάτσερ, Ρέιγκαν κλπ) που συνεχίζουν οι σοσιαλφιλελευθεροι (Μπλερ, Σρεντερ, Γιωργάκης) αντιπροσωπεύουν δομικές αλλαγές στην οικονομία της αγοράς οι οποίες είναι μη ανατρέψιμες στο πλαίσιο του συστήματος αυτού. Και αυτό, διότι, όπως μπορεί να δείξει τόσο η ορθόδοξη όσο και η ριζοσπαστική οικονομική θεωρία, το βασικό στοιχείο που χαρακτηρίζει τη δυναμική της οικονομίας της αγοράς, ο ανταγωνισμός, αναπόφευκτα οδηγεί στη συγκέντρωση οικονομικής δύναμης, στη δημιουργία τεράστιων εθνικών και αργότερα πολυεθνικών επιχειρήσεων που ελέγχουν την οικονομία της αγοράς. Εάν λοιπόν για ένα μικρό σχετικά τμήμα της ιστορίας της οικονομίας της αγοράς (μέσα δεκαετίας του 1930 — μέσα δεκαετίας του 1970), ήταν δυνατή η επιβολή σχετικά αποτελεσματικών κρατικών ελέγχων πάνω στην οικονομία της αγοράς σε εθνικό επίπεδο, η μεταπολεμική ανάπτυξη της διεθνοποίησης έκανε ασύμβατους τους έλεγχους αυτούς με τον θεμελιακό στόχο της οικονομίας της αγοράς για οικονομική αποτελεσματικότητα και οδήγησε στην έκλειψη τους.

Mολονοτι, επομένως, είναι αλήθεια ότι δεν υπάρχουν ‘ιστορικοί’ η ‘φυσικοί’ νόμοι που καθορίζουν την κοινωνική εξέλιξη, αυτό δεν σημαίνει ότι ‘όλα είναι δυνατά’ μέσα στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο, όπως φαίνεται να υποθέτει ο Τσόμσκι. Το θεσμικό πλαίσιο πάντοτε θέτει τις παραμέτρους μέσα στις οποιες μπορει να λάβει χώρα η κοινωνική πάλη. Αυτό σημαίνει ότι τόσο η φύση όσο και η δυναμική της κοινωνικής πάλης δεν μπορει να ξεπεράσει αυτές τις παραμέτρους — εκτός βέβαια αν ρητά επιδιώκει την αλλαγή του ίδιου του θεσμικού πλαισίου. Όπως ανάφερα παραπάνω, η νεοφιλελεύθερη συναίνεση δεν ήταν απλώς μια αλλαγή πολιτικής, όπως πιστεύουν οι σοσιαλδημοκράτες και η ρεφορμιστική Αριστερά αλλα μια δομική αλλαγή που επιβλήθηκε από τις ανάγκες της διεθνοποίησης της οικονομίας της αγοράς.

Αυτό σημαίνει ότι τα βασικά στοιχεία της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης και ιδιαίτερα οι ευέλικτες αγορές και η ελαχιστοποίηση των κοινωνικών ελέγχων πάνω στις αγορές που στοχεύουν στην προστασία της εργασίας και του περιβάλλοντος δεν πρόκειται να εξαφανιστούν όσο υπάρχει η οικονομία της αγοράς. Και όσο υπάρχει οικονομία της αγοράς μπορει να είναι μόνο διεθνοποιημένη σήμερα, εφόσον η ανάπτυξη (και επομένως η κερδοφορία) των πολυεθνικών που ελέγχουν την οικονομία της αγοράς εξαρτάται από τη παγκόσμια διεύρυνση των αγορών τους. Όμως, όσο η οικονομία της αγοράς πρέπει να είναι διεθνοποιημένη , οι αγορές πρέπει επίσης να είναι, κατά το μέγιστο δυνατό, ανοικτές και απελευθερωμένες (‘εύκαμπτες’) .

Όλα αυτά σημαίνουν ότι όσο το συστημα της οικονομίας της αγοράς και της αντιπροσωπευτικής ‘δημοκρατίας’ αναπαράγεται, οποιεσδήποτε μεταρρυθμίσεις εισάγονται κάτω από λαϊκή πίεση, αντί να κάνουν τον κόσμο ‘ένα καλύτερο μέρος’, όπως υποστηρίζει ο Τσόμσκι υιοθετώντας το ρεφορμιστικό επιχείρημα, μπορει απλώς να οδηγήσουν σε προσωρινές νίκες και αντιστρέψιμες κοινωνικές κατακτήσεις, σαν αυτές για παράδειγμα που επιτεύχθηκαν τη περίοδο της σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης που τωρα ξηλώνονται συστηματικά από νεοφιλελεύθερους και σοσιαλφιλελευθερους σε αγαστή σύμπνοια.

Σήμερα, ο μόνος τρόπος για την αποτελεσματική επιβολή κοινωνικών ελέγχων σαν αυτούς που ονειρεύονται οι σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι συνοδοιπόροι τους, καθως και η ρεφορμιστική Αριστερά και ο Τσόμσκι, θα ήταν είτε η επιστροφή σε κάποιο είδος προστατευτισμού σε εθνικό η ηπειρωτικό επίπεδο, είτε η επιβολή ενός διεθνούς Κευνσιανισμου. Όμως ο μεν προστατευτισμός είναι ασύμβατος με τη σημερινή διαπλοκή δραστηριοτήτων των πολυεθνικών που ελέγχουν την παγκόσμια οικονομία, ο δε παγκόσμιος Κευνσιανισμος (ιδιαίτερα για την επίτευξη οικολογικών στόχων) θα σήμαινε τον περιορισμό της αναπτυξιακής δυναμικής του συστήματος και θα ήταν ασύμβατος με την 'οικονομική ‘αποτελεσματικότητα'’ που υποτίθεται εξασφαλίζει η αυτό-ρυθμιζόμενη αγορά.

Επομένως, το βαρύ σφάλμα, αν όχι έγκλημα, που διαπράττει σήμερα η ρεφορμιστική Αριστερά είναι ότι υιοθετεί μια ‘μη συστημικη’ προσέγγιση στο θέμα της παγκοσμιοποίησης, η οποία την βολεύει μεν διότι δεν την φέρνει σε σύγκρουση με το συστημα αλλα συγχρόνως εγκλωβίζει τα λαϊκά στρώματα σε ψευδαισθήσεις και μάταιους αγώνες. Η προσέγγιση αυτή που υιοθετείται από μαρξιστές, όπως οι Amin, Wallerstein, Panitch κ.α., και από ελευθεριακούς όπως ο Noam Chomsky, βασίζεται στην υπόθεση ότι η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση είναι αντιστρέψιμη ακόμα και μέσα στο συστημα της οικονομίας της αγοράς και της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας». Η λογική συνέπεια μιας τέτοιας θέσης είναι η υιοθέτηση των στρατηγικών της άμεσης δράσης για «αντίσταση» στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, σαν να είναι δυνατό η τελευταία να αντιστραφεί μέσω τακτικών πολιτικής ανυπακοής, παρόμοιες με εκείνες που χρησιμοποιήθηκαν στο κίνημα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ! Όμως, όπως προσπάθησα να δείξω και αλλού,[36] η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση δεν είναι ζήτημα πολιτικής (όπως ήταν ο πόλεμος του Βιετνάμ), ή έστω ζήτημα επιλογής για τις ελίτ, και, επομένως, δεν είναι αντιστρέψιμη μέσα στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Όπως είδαμε και παραπάνω, μία οικονομία της αγοράς σήμερα δεν μπορεί παρά να είναι διεθνοποιημένη, λόγω του ότι η ανάπτυξη (και επομένως η κερδοφορία) των πολυεθνικών, οι οποίες ελέγχουν την διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, εξαρτάται από το παγκόσμιο άνοιγμα και απελευθέρωση των παγκόσμιων αγορών. Αυτό σημαίνει ότι σήμερα δεν είναι δυνατή ούτε και η εισαγωγή αποδοτικών κοινωνικών ελέγχων για την προστασία του περιβάλλοντος και της εργασίας πάνω στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς.

Όλοι εκείνοι επομένως που δειχνουν την αντιθεση τους στην παγκοσμιοποίηση με παρομοιους τροπους, το πολύ που μπορει να ελπίζουν ότι θα επιτύχουν με παρόμοια δράση είναι κάποιου είδους (ανώδυνες για τις ελίτ) μεταρρυθμίσεις, όπως ο φόρος Tobin, ή αντιστοιχες βελτιωσεις που επιδιώκονται από την ATTAC, το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ του Πόρτο Αλέγκρε κ.λ.π.): δηλαδή μία «παγκοσμιοποίηση με ανθρώπινο προσωπείο . 

Το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ και ο Τσόμσκι

 

Με βάση τις παραπάνω θέσεις του Τσόμσκι, δεν είναι περίεργη η ανεπιφύλακτη από μέρους του υποστήριξη του ΠΚΦ, που στα πρώτα του βήματα οργανώθηκε από την οργάνωση ATTAC — το πνευματικό παιδί της Le Monde Diplomatique — μαζί με Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (οι οποιες επιχορηγούνται άμεσα η έμμεσα από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ) και χρηματοδοτήθηκε — μεταξύ άλλων — από το ίδρυμα Φορντ. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν ο Τσόμσκι από καιρό, όπως είδαμε παραπάνω, έχει απομακρυνθεί από τα αντισυστημικα οράματα.

 

Έτσι, αυτοί που βλέπουν την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση σαν προϊόν κάποιας συνωμοσίας του κεφαλαίου όπως ο Τσόμσκι, η κάποιου κακού «μοντέλου» που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις σήμερα , δηλαδή όλοι αυτοί που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «ρεφορμιστική Αριστερά», μίλησαν για «ιστορική τομή» ενώ άλλοι, πιο σεμνά(!), χαρακτήρισαν το Φόρουμ ως «ελπίδα για ένα νέο κόσμο». Από την άλλη μεριά, η συντριπτική πλειοψηφία των ρευμάτων που ανήκουν στην «αντισυστημικη Αριστερά», τα οποία βλέπουν την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση ως το αποτέλεσμα της δυναμικής του συστήματος της οικονομίας της αγοράς και επομένως μη αντιστρέψιμη μέσα στο σύστημα αυτό,[37] διαχώρισαν σαφώς τη θέση τους από το Φόρουμ. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι τα σημαντικότερα τέτοια ρεύματα που μετείχαν στην Γένοβα και αλλού (PGA, RTS κ.α) — τις θυσίες των οποίων δεν παύει να επικαλείται η ρεφορμιστική Αριστερά — απέρριψαν την πρόταση συμμετοχής τους στο Πόρτο Αλεγκρε, ενώ μερικοί ανάλαβαν και ενεργό δράση με αντιδιαδηλώσεις στην ίδια την πόλη. Παράλληλα, σημαντικά Βραζιλιάνικα συνδικάτα[38] καταδίκασαν το Κοινωνικό Φόρουμ δημόσια  για την προσπάθεια του να δώσει ένα ανθρώπινο προσωπείο στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.

 

Αυτά βέβαια δεν ήταν εκπληκτικά αν πάρει κανένας υπόψη ότι το «Κάλεσμα Κινητοποίησης»[39] που υπογράφηκε από περίπου 200 οργανώσεις, έκανε ξεκάθαρο το ρεφορμιστικό χαρακτήρα του Φόρουμ όταν δήλωνε ότι στόχος δεν είναι η ίδια η οικονομία της αγοράς αλλά η «νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίησή» της, ούτε η ίδια η αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» αλλά η υπονόμευσή της από την παγκοσμιοποίηση, τον μιλιταρισμό κ.λπ., προχωρώντας μάλιστα και στη διατύπωση αντίστοιχων αιτημάτων: φόρος Τομπιν, «δίκαιο» εμπόριο, μη παρέμβαση από το ΔΝΤ, την ΠΤ, τον ΠΟΕ και το ΝΑΤΟ στη διαμόρφωση των εθνικών πολιτικών, αγροτική μεταρρύθμιση κ.ο.κ.

 

Η συλλογιστική του ΠΚΦ είναι ότι η «κοινωνία πολιτών» (μια έννοια που αγνοεί τις ταξικές διακρίσεις – γιαυτο και υποστηρίζεται ακόμη και από την διεθνή τράπεζα!) μπορεί να σχηματίσει κοινό μέτωπο και να παλέψει κατά της «λαίλαπας» του νεοφιλευθερισμου, η οποία προφανώς μας προέκυψε από το διάστημα και όχι ως συνέπεια της δυναμικής του ίδιου του συστήματος που δημιουργεί τις ταξικές διακρίσεις και ιεραρχικές δομές. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι η οργανωτική επιτροπή του Φόρουμ εκπροσωπούσε ακριβώς την «κοινωνία πολιτών». Έτσι, οι οργανώσεις που καθόρισαν τον χαρακτήρα του Φόρουμ διαμόρφωσαν μια ατζέντα που, μολονότι ρεφορμιστική, δεν παύει να έχει και ουτοπικό χαρακτήρα, εφόσον ούτε και τα αιτήματα που θέτουν είναι δυνατόν να επιτευχθούν μέσα στο πλαίσιο της σημερινής οικονομίας της αγοράς δεδομένου ότι οι πολυεθνικές και η υπερεθνική ελίτ (που την ελέγχουν) δεν πρόκειται ποτέ να δεχτούν αποτελεσματικούς έλεγχους στην κίνηση εμπορευμάτων και κεφαλαίων που όχι μόνο θα μείωναν τα κέρδη τους αλλά και θα επιβράδυναν την ανάπτυξη/μεγεθυνση που δικαιολογεί την ίδια την ύπαρξη της ελίτ αυτής.

 

Όμως, από την άλλη μεριά, ο καθορισμός μιας παρόμοιας ρεφορμιστικής ατζέντας εγκλωβίζει και υγιή λαϊκά στρώματα σε ρεφορμιστικά αιτήματα και δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια ανάπτυξης μιας αντισυστημικης συνειδητοποίησης κατά της παγκοσμιοποίησης και αντίστοιχα το κτίσιμο ενός αντισυστημικου κινήματος εναντίον της. Παρόλα αυτά, μερικοί αμετανόητοι (συνήθως από την Τροτσκιστικη Αριστερά η οποία, με τη συμμετοχή της, ουσιαστικά έδωσε την ευκαιρία στο Φόρουμ να μιλά για την «μεγάλη διαφορετικότητα» του) υποστηρίζουν ότι η προβολή ρεφορμιστικών αιτημάτων που στο σημερινό σύστημα είναι ουτοπικά μπορεί να οδηγήσει σε αντισυστημικη συνειδητοποίηση. Είναι όμως φανερό ότι αυτοί που υποστηρίζουν παρόμοιες θέσεις δεν έχουν ακόμη πάρει το μάθημα της Ιστορίας για την παταγώδη αποτυχία αυτής της τακτικής που όχι μόνο δεν οδήγησε πουθενά στη δημιουργία μαζικής αντισυστημικης συνειδητοποίησης αλλά, αντίθετα, κατέληξε στην σημερινή ανατροπή της παλιάς σοσιαλδημοκρατίας και των περισσότερων κατακτήσεων της.

 

Είναι φανερό λοιπόν ότι το ΠΚΦ που υιοθέτησαν ενθουσιωδώς οι «ελευθεριακοι» Τσόμσκι, Albert κ.α. έχει καταντήσει σε αυτό που Γερμανική ελευθεριακή εφημερίδα χαρακτήρισε «ένα είδος Ελντοράντο για τους ρεφορμιστές σοσιαλιστές και τους ηθικιστές»[40]. Και είναι ακόμη πιθανότερο ότι, όσο δεν οργανώνεται ένα μαζικό αντισυστημικο κίνημα, η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση όχι μόνο δεν θα αντιστραφεί αλλα θα ενισχύεται κάθε χρόνο και περισσότερο — όπως ήδη συμβαίνει.

 

Έτσι, σήμερα, κάποιοι ελευθεριακοί θεωρητικοί, με προεξάρχον παράδειγμα τον Τσόμσκι, έχουν υιοθετήσει ένα είδος ‘πραγματιστικού’ αναρχισμού που δεν στοχεύει πια σε συστημικη αλλαγή αλλά απλώς σε ‘αντίσταση’. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι ο «αναρχικός» Τσόμσκι τελευταία υποστήριξε ακομη και την υποψηφιότητα του δημοκρατικού υποψήφιου Τζον Κέρι με βάση το επιχείρημα του ‘ελάσσονος κακού’![41] Αντίστοιχα αλλοι «πραγματιστές» αναρχικοι υιοθετούν το κτίσιμο εναλλακτικών μορφών κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης που δεν εντάσσονται όμως σε ένα πολιτικό πρόγραμμα και κίνημα για την συστημικη αλλαγή (Colin Ward, Ted Trainer κ.α).

 

Όσον αφορά τους ελευθεριακους ακτιβιστες, πολλοί μεν από αυτους, αντί να εκμεταλλευθούν την ιστορική ευκαιρία που παρουσιάζει η κατάρρευση του κρατικιστικου σοσιαλισμού και να ενώσουν τις δυνάμεις τους στο κτίσιμο ενός προγραμματικού ελευθεριακού κινήματος για μια αυτοδιευθυνομενη κοινωνία, (όπως προτείνει το προταγμα της Περιεκτικής Δημοκρατίας) — κάτι που ίσως, μετά τη κατάρρευση του σοσιαλιστικού προτάγματος, αποτελεί τη μόνη ελπίδα για ν’ αποτραπεί η συνεχής κατολίσθηση στη βαρβαρότητα — σπαταλούν την δική τους ενέργεια στην life-style αναρχία, τον πριμιτιβισμό και τον ανορθολογισμό που αποτελουν τον εύκολο δρόμο. Τέλος αλλοι, ακομη χειρότερα, καταλήγουν στη σημερινή ιδεολογία του συστήματος, τον μεταμοντερνισμο, που ανακατεύουν με αναρχικές ιδέες. Αυτό κάνουν για παράδειγμα πολλοί Αγγλοσάξονες αναρχικοί με προεξάρχον το Αμερικανικό Institute for Anarchist Studies.

 

Η αναπόφευκτη συνέπεια όλων αυτων των τάσεων είναι η συνεχής περιθωριοποίηση του ελευθεριακού χώρου και γενικότερα η σημερινή κρίση και παρακμή του αναρχικού κινήματος[42]


 

[30] Όπως σημείωνε ο Will Hutton, η σύσκεψη της ‘Ομάδας των 7’ στο τέλος του Οκτώβρη 1998 (η οποία είχε συγκληθεί για ν' αντιμετωπίσει την τότε χρηματοπιστωτική κρίση) αποφάσισε ότι ‘όταν το ΔΝΤ οργανώνει τη διάσωση κρατών στο μέλλον, θ' απαιτεί από τα κράτη σε κρίση όχι μόνο να υιοθετούν το συνηθισμένο μίγμα μέτρων για την φιλελευθεροποίηση του εμπορίου και την κατάργηση των κυβερνητικών επιδοτήσεων, αλλά — ακομη πιο ανησυχητικά — ότι «θα μεταχειρίζονται παρόμοια τους ξένους και τους ντόπιους οφειλέτες» κάτι που ήταν βασικός όρος της MAI (Will Hutton, The Observer, 1/11/1998).

[31] Noam Chomsky, ‘Nationalism and the New World Order: an interview by Takis Fotopoulos (Democracy & Nature, Vol.2, No.2 (1994), pp. 1-7.

[32] βλ. T. Fotopoulos, ‘Transitional Strategies and the Inclusive Democracy Project’, Democracy & Nature, Vol.8, No.1 (Μάρτης 2002). Το άρθρο αυτό δημοσιεύεται και στα Ελληνικά στα τεύχη 6 και 7 του περιοδικού Περιεκτική Δημοκρατία (Γόρδιος, 2004).

[33] Ο όρος ‘παγκοσμιοποίηση’, όπως έχω δείξει αλλού (Παγκοσμιοποίηση, Αριστερά και Περιεκτική Δημοκρατία, Έλλην. Γράμματα, 2002), δεν είναι ο σωστός όρος για ν' αποδώσει το σημερινό φαινόμενο της διεθνοποίησης της οικονομίας της αγοράς και χρησιμοποιείται εδώ μόνο διότι έχει καθιερωθεί στη συνείδηση του κοινού από τα ΜΜΕ κλπ.

[34] βλ. για διεξοδική ανάλυση το ίδιο, κεφ. 1.

[35] Παράδειγμα της θέσης αυτής νεοκδοθέν βιβλιο για την παγκοσμιοποίηση ενός από τους πιο έμπιστους σύμβουλους του Γιωργάκη στο ΥΠΕΞ, του Νίκου Κοτζιά (Παγκοσμιοποίηση, Αθήνα, Καστανιώτης, 2003), που τον διαφημίζουν τα ΜΜΕ ότι «παίζει τους σύγχρονους στοχαστές στα δάχτυλα»! (‘Ελευθεροτυπία, 25/1/04). Ο κύριος αυτός, αδυνατώντας να κανει ουσιαστική κριτική στην αντισυστημικη προσέγγιση της παγκοσμιοποίησης την οποία προσπάθησα ν' αναπτύξω στο βιβλιο Παγκοσμιοποίηση, Αριστερά και Περιεκτική Δημοκρατία, δεν δίστασε, σε μια ‘επιστημονική’ (sic!), όπως την αποκαλεί, ανάλυση της παγκοσμιοποίησης, ν’ απορρίψει επί τροχάδην την αντίληψη της ΠΔ για την παγκοσμιοποίηση ως ‘βαθιά αντιφατική και ασυνεπή’, με βάση το διαστρεβλωτικό επιχείρημα ότι συγχέει την παγκοσμιοποίηση με την διεθνοποίηση. Και αυτό, όταν το βιβλιο είχε αφιερώσει ολόκληρο τμήμα σχετικού κεφαλαίου ακριβώς για να διασαφηνίσει και να διαχωρίσει τις έννοιες αυτές και να τονίσει ότι ο ορθός όρος είναι, με βάση τα σημερινά δεδομένα, αυτός της ‘διεθνοποίησης’, παρόλο που στη συνέχεια τον χρησιμοποίησα, στους τίτλους, υπότιτλους κ.λπ., εναλλακτικά με τον όρο της παγκοσμιοποίησης, ως γενικότερα αποδεκτό και κατανοητό όρο, δεδομένης της επικράτησης του τελευταίου στα ΜΜΕ.

[36] See Takis Fotopoulos, ‘Globalisation, the Reformist Left and the Anti-globalisation “movement”.’

[37] Βλ. σχετικά Τ. Φωτόπουλος, Παγκοσμιοποίηση, Αριστερά και Περιεκτική Δημοκρατία (Ελληνικά Γράμματα, Μάρτιος 2002), κεφ 1-2.

[38] Βλ. διακήρυξη CUT trade union federation (www.uk.indymedia.org).

[39] Porto Allegre Call for Mobilisation (Βραζιλία: 19 Φεβρουαρίου 2001).

[40]Jungle World (6/2/2002).

[41] Όπως έγραψε ο Τσόμσκι σε πρόσφατο άρθρο του όπου υιοθετεί τον δημοκρατικό υποψήφιο (που —σημειωτέο— διανέμεται από την …ναυαρχίδα των καπιταλιστικών ΜΜΕ, το Συνδικάτο των New York Times): «οι αμερικανικές εκλογές μάς φέρνουν μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Σε τούτο το αμερικανικό σύστημα απέραντης ισχύος, οι μικρές διαφορές μπορεί να μεταφραστούν σε μεγάλα αποτελέσματα με μακροπρόθεσμες συνέπειες» (Ελευθεροτυπία - 24/03/2004). Στο ιδιο άρθρο δεν διστάζει να κατατάξει ως «τρομοκρατικές» ακόμη και τις επιθέσεις κατά της κατοχής στη Βαγδάτη, την Παλαιστίνη: «Μαζί με τη Μαδρίτη, η λιτανεία του τρόμου μετά την 11η Σεπτεμβρίου περιλαμβάνει τη Βαγδάτη, το Μπαλί, την Καζαμπλάνκα, την Κωνσταντινούπολη, την Τζακάρτα, την Ιερουσαλήμ, τη Μομπάσα, τη Μόσχα και το Ριάντ». (Σε νεώτερο σχόλιο που «ανέβασε» στην ιστοσελίδα του — 25/3/2004 — ο Τσόμσκι πήρε αναφανδον θέση για την υπερψήφιση του Κερι με το «επιχείρημα» ότι αλλιώς αγνοούμε τον πραγματικό κόσμο που αναγκαστικά θα μας αγνοήσει και αυτός). 

[42] βλ. T. Fotopoulos, ‘The End of Traditional-Antisystemic movements and the need for a new type of anti-systemic movement today’ , Democracy & Nature, Vol.7, No.3 (Νοέμβρης 2001), σελ. 415-456.

 

 

 

 

Πηγή: http://inclusivedemocracy.org/fotopoulos/greek/grbookschomsky/ch.2_whole_book_chomsky_albert.htm